Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Όλο το πόρισμα Τσεβά για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου


Όλο το πόρισμα Τσεβά για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου
Προς Τον κ. Προϊστάμενον της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών
ΘΕΜΑ: «Υποβολή φακέλλου ενεργηθείσης προκαταρκτικής εξετάσεως».
Δια της υπ’ αριθμ. 1868 / 5-9-1974 παραγγελίας υμών έλαβον την εντολήν όπωςενεργήσω προκαταρκτικήν εξέτασιν προς διακρίβωσιν τυχόν τελέσεως, αξιοποίνωνπράξεων εξ αφορμής των περί το Πολυτεχνείον γνωστών αιματηρών εκδηλώσεωντου Νοεμβρίου 1973. Επιληφθείς ούτω της ερεύνης εξήτασα πλήθος μαρτύρων,συνέλεξα έγγραφα, ενήργησα αυτοψίας και αλλάς έρευνας, ήκουσα
μαγνητοταινίαςκαι παρηκολούθησα την προβολήν κινηματογραφικών ταινιών, ληφθεισών κατά ταςερευνωμένας εκδηλώσεις. Υποβάλλων ήδη υμίν τον σχηματισθέντα ογκώδηφάκελλον αναφέρω τα ακόλουθα επί των εκ της ερεύνης ταύτης διαπιστωθέντων:
ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

Α) ΠΡΟΗΓΗΘΕΝΤΑ
Την 20ήν Νοεμβρίου 1972 είχον διεξαχθή αρχαιρεσίαι εις απαντάς τους φοιτητικούςΣυλλόγους των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων προς ανάδειξιν νομίμωνεκπροσωπήσεων. Αποτέλεσμα όμως των αρχαιρεσιών τούτο ήτο η εις ταςπερισσότερος Σχολάς, πλην των τοιούτων τοπογράφων και Χημικών Μηχανικών τουΕθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, ανάδειξις εκπροσώπων ασχέτων και ξένων προςτην αληθή βούλησιν των εκπροσωπουμένων.
Δι’ ο και σταθερόν, αμετάθετον καιθερμόν ήτο το σύνθημα μεταξύ του σπουδαστικού κόσμου δια γνήσιας καιαδιάβλητους αρχαιρεσίας. Το ειλικρινές και δίκαιον τούτο αίτημα απετέλεσε τηναπαρχήν των κατά Νοέμβριον 1973 γνωστών αιματηρών γεγονότων τουΠολυτεχνείου.
Από των αρχών ήδη του μηνός Νοεμβρίου, συμπληρουμένου του κατά νόμον ετησίου κύκλου των φοιτητικών εκπροσωπήσεων, το αίτημα τίθεται,καθίσταται γενικόν και εμφανίζεται σταθερόν, εμπνέον τους σπουδαστάς ειςαποφασιοτικήν, προς ικανοποίησίν του, αγωνιστικότητα. Το έναυσμα του αγώνοςδίδεται δια της υπό των Συλλόγων Τοπογράφων και Χημικών του ΕΜΠδημοσιεύσεως δια του τύπου του από 8-11-1973 ψηφίσματος αναφερομένου ειςσπουδαστικά μόνον ζητήματα και αιτήματα.
Την 13ην Νοεμβρίου 1973 επισκέπτεταιτο Πολυτεχνείον ο τότε Υπουργός Παιδείας και Κυβερνήσεως ΣπυρίδωνοςΜαρκεζίνη Παναγιώτης Σιφναίος, όστις εις μάτην προσπαθεί να κατευνάση ταπνεύματα, να πείση περί των αγαθών του προθέσεων κα να αναβάλη προς καιρόν ταςαρχαιρεσίας, ελπίζων προφανώς εις την δια των ενεργηθησομένων βουλευτικώνεκλογών εκτόνωσιν της καταστάσεως. Απέρχεται του Πολυτεχνείου άπρακτος καιανήσυχος, μη δυνηθείς να εφοδιάση τον πρύτανιν δια του όπερ είχεν υποσχεθήδιατάγματος περί αναβολής των αρχαιρεσιών, ίνα δυνηθή να αρνηθή την υπό τωνσπουδαστών αιτηθείσαν ήδη, εν τω πλαισίω του νόμου, άδειαν συγκλήσεως τωνσυνελεύσεων, διότι το διάταγμα τούτο – κατά την χαρακτηριστικήν έκφρασιν τουτότε Υπουργού – «περιεπλανάτο εισέτι μεταξύ Αγαθαγγέλου και ΠαρασκευάΙωαννίδη, καίτοι υπογραφέν υπ’ αυτού από δεκαημέρου και πλέον».
Β) ΤΕΤΑΡΤΗ, 14-11-1973
Και την 14-11-1973 αι επίφοβοι Γενικοί Συνελεύσεις των σπουδαστώνπραγματοποιούνται νομίμως. Από 14.00 μέχρι 17.30 ώρας περίπου 3.000 σπουδασταίτου Πολυτεχνείου συνέρχονται εις τα κτίρια των Σχολών των και πραγματοποιούνταιΣυνελεύσεις των Συλλόγων: Αρχιτεκτόνων, Πολιτικών Μηχανικών, Μηχανολόγων – Ηλεκτρολόγων και Χημικών Μηχανικών. Εις απάσας τας Συνελεύσεις ταύταςσυνεζητήθησαν σπουδαστικά μόνον θέματα και απεφασίσθη η αποχή εκ τωνμαθημάτων μέχρι και της Δευτέρας 19-11-1973.
Το προηγούμενον όμως των περί την Νομικήν, ιδία, Σχολήν, γεγονότων του Φεβρουαρίου 1973 και των εξ αυτώνδυσμενών εξελίξεων, σοβαρός μεν προεκάλει εις τους τότε κρατούντος ανησυχίας,προάγγελος όμως ήτο ελπίδων πολλών δια τας νεανικάς καρδίας των σπουδαστών.Και το αντίθετον τούτο, δι’ έκαστον των διισταμένων συναίσθημα σοβαρώςεπετείνετο, τεχνιέντως εκατέρωθεν υπό ανησυχιών και ελπίδων τροφοδοτούμενον.Τας απογευματινός ώρας της ιδίας ημέρας, Τετάρτης 14-11-1973, ρίπτεται υπό τίνωνσπουδαστών η ιδέα της παραμονής και διανυκτερεύσεώς των εντός τουΠολυτεχνείου, ενώ πλήθος φοιτητών εξ άλλων σχολών προσέρχονται εις τοΠολυτεχνείον και συνενούνται μετά των αυτόθι παραμενόντων.
Η τοιαύτη περίπαραμονής απόφασις υπήρξεν αυθόρμητος και ήτο ξένη – αρχικώς τουλάχιστον – προς πάσαν ιδέαν πολιτικής εκμεταλλεύσεως των εκδηλώσεων. Περί την 18.00 ώρανπραγματοποιείται εκτός του Πολυτεχνείου και επί των οδών Πατησίων καιΣτουρνάρα συνάντησις του Πρυτάνεως του Πολυτεχνείου μετά του τότεΑστυνομικού Διευθυντού Αθηνών, παρισταμένου εκπροσώπου της Εισαγγελικής Αρχής και ζητείται άδεια του πρυτάνεως, δια την εντός του ιδρύματος είσοδον τωναστυνομικών προς εκδίωξιν των σπουδαστών. Ο πρύτανις όμως αρνείταικατηγορηματικώς, διερμηνεύων εν τούτω και την ομόφωνον και ομόρρυθμον γνώμηντης τε Συγκλήτου και του Συλλόγου των καθηγητών του Πολυτεχνείου.
Η τοιαύτη υπεύθυνος θέσις των καθηγητών του Πολυτεχνείου εξεφράσθη και επισήμως δια τηςαπό 15-11-1973 αποφάσεως της Συγκλήτου, δι’ ης κατηγορηματικώς απεκρούετοπάσα ιδέα επεμβάσεως διότι θα κατελύετο δι’ αυτής το ακαδημαϊκόν άσυλον καισοβαρός υφίστατο κίνδυνο, αιματοχυσίας. Εξεφράζετο δε εν ταυτώ η ελπίς της υπότων ιδίων των καθηγητών, ως και κατά το παρελθόν, ειρηνικής αντιμετωπίσεως τωνγεγονότων. Νέα προσπάθεια της Αστυνομίας δι’ απ’ ευθείας συνεννοήσεως μετ’εκπροσώπων των σπουδαστών προς ειρηνικήν αποχώρησίν των εκ του Πολυτεχνείουαποτυγχάνει. Οριστικοποιείται ούτω η απόφασις της αυτόθι παραμονής τωνσπουδαστών και από 22.00 ώρας λαμβάνονται τα πρώτα του εκ των έσωαποκλεισμού των.
Ουδέν όμως εκ των έξω η Αστυνομία πραγματοποιεί. Αποσύρεταικαι απρακτεί, οιονεί απαθώς θεωμένη των γιγνομένων, παρά τον σαφώςδιαφαινόμενον κίνδυνον διεισδύσεως στοιχείων ξένων και επιρροών επιβλαβώνασχέτων προς τα σπουδαστικά αιτήματα, μεταξύ του φοιτητικού κόσμου, κίνδυνον,ον αντελήφθησαν ή θα έδει να αντιληφθούν πολυπλεύρως και ουχί μονομερώς αι υπηρεσίαι πληροφοριών της Αστυνομίας. (Οράτε σχετικήν αναφοράν αρμόδιας υπηρεσίας).
Και ούτω δεν επιχειρείται ευθύς εξ υπαρχής το λογικώτερον καιαπλούστερο, ο αποκλεισμός δηλονότι του τετραγώνου του κτιριακού συγκροτήματοςτου Πολυτεχνείου και η απαγόρευσις ή ο έλεγχος, έστω, των εις το Πολυτεχνείονεισερχομένων και εξερχόμενων αυτού. Ούτω και το πανεπιστημιακόν άσυλον θαδιετηρείτο και τα επακολουθήσαντα έκτροπα θα προελαμβάνοντο. Και τοαποτέλεσμα υπήρξεν αληθώς τραγικόν. Στοιχεία ξένα, άσχετα και εχθρικά προς τουςσπουδαστάς εισέρχονται εις το Πολυτεχνείον, ο ιερός χώρος του οποίουμεταβάλλεται εις αιματοβαφή οτίβον ενός απηνούς αγώνος φανατικών πολιτικώναντιθέσεων.
Εκπρόσωποι των ποικίλων αποχρώσεων της αριστεράς διασταρούνταιμετά πρακτόρων της ΚΥΠ και ανυποψίαστοι αγνοί σπουδασταί συνεργάζονται μετάπρακτόρων μυστικών υπηρεσιών. Και πάντες ούτοι ιδίας έχουν επιδιώξεις, αι οποίοισυμπορεύονται εις την προς ίδιον όφελος αδίστακτον εκμετάλλευσιντου αγνούιδεαλισμού των νέων (κατάθεσις υπ’ αρ. 176 και μαγνητοταινία). Από τουαπογεύματος της Τετάρτης 14-11-1973, το καθαρών σπουδαστικών αιτημάτων φοιτητικόν κίνημα, μεταλλάσσεται εις πολιτικόν και εκφράζεται ως αντίθεσις προςτην κρατούσαν τότε δικτατορίαν. Τα ριπτόμενα δε αρχικά συνθήματα δηλοποιούν τηνενότητα εις αυτήν την αντίθεσιν «ψωμί – παιδεία – ελευθερία – δημοκρατία, ΛαϊκήΚυριαρχία, έξω από το NATO, Δημοκρατική παιδεία, κάτω η Χούντα, όχι στονεμπαιγμό ενός τρελού» κ.ά. Η τοιαύτη προς τον πολιτικόν χώρον μετατόπισις τουαγώνος σωρευτικά προκαλεί γεγονότα και ραγδαίας συνεπάγεται εξελίξεις.
Η βαρείαπολιτική ατμόσφαιρα της εποχής και η επί έτη συμπιεζομένη πολιτική βούλησιςεύρον άνοιγμα εκτονώσεως έντονον εις τα δια των εκδηλώσεων προκαλούμεναρήγματα εις τον δικτατορικόν μονολιθισμόν, ενώ ο κατά την ιδίαν εσπέραν τεθείς ειςλειτουργίαν πρόχειρος ραδιοφωνικός σταθμός του Πολυτεχνείου μεταβάλλει ειςκήρυγμα εύγλωττον, ισχυρών συγκινησιακών δονήσεων, γενεσιουργόν, την κραυγήν:«Εδώ Πολυτεχνείον, εδώ Πολυτεχνείον, εδώ ο ραδιοφωνικός Σταθμός των ελευθέρωναγωνιζόμενων Ελλήνων»!
Η στιγμή ήτο κρίσιμος διότι η εκδήλωσις ήτο αυτόχρημαεπαναστατική – και το έτι σπουδαιότερον – εξεδηλούτο εις χώρον ελευθερίαςπνευματικής και κατέκλυζε τας ψυχάς αμετανόητων ιδεολόγων όλων των εποχών,των νέων! Απητείτο γνώσις του αναφυομένου ήδη προβλήματος και εχρειάζετοσύνεσις, αντικειμενικότης, διορατικότης και ψύχραιμος αποφασιστικότης δια τηναντιμετώπισιν και επίλυσιν τούτου. Και ως προς μεν την γνώσιν σοβαρώςεδοκιμάσθη, διότι ουδείς των αναλαβόντων την ευθύνην των γεγονότων εκ των τότεκρατούντων εδείχθη ότι κατενόει σοβαρώς τα σπουδαστικά αιτήματα και τηνιδιότυπον και ιδιόμορφον ψυχολογίαν των νέων, οι οποίοι εις τας προοδευτικός καιανακαινιστικός τάσεις των εμφανίζονται ανέκαθεν ως αντιφρονούντες,αντικυβερνητικοί και ουχί σπανίως επαναστατικοί. Ως προς δε την σύνεσιν, τηνψυχραιμίαν και διορατικότητα τραγική επηκολούθησεν η εκ των εξελίξεων διάψευσιςαυτής της ελπίδος.
Γ) ΠΕΜΠΤΗ 15-11-1973
Την Πέμπτην, 15-11-1973, η συγκέντρωσις λαμβάνει αμιγώς πολιτικόν χαρακτήρα.Πλήθη λαού κατέρχονται προς το Πολυτεχνείον, αι εκτός αυτού συγκεντρώσειςογκούνται και αυξάνονται γεωμετρικώς οι εντός αυτού εισερχόμενοι σπουδασταί,αλλά και εργάται. Μαχητικά, αναρχικά και αριστερά στοιχεία επηρεάζουν προςστιγμήν το δια του Ρ / Σ και των μεγαφώνων ριπτόμενα συνθήματα, ενώ πράκτορεςτης ΚΥΠ, της ΕΣΑ και άλλων μυστικών υπηρεσιών νοθεύουν την καθαρότητα τωνφοιτητικών συνθημάτων δια της διαδόσεως αναρχικών και ανατρεπτικών τοιούτωνόπως: ΚΚΕ – κάτω το Κράτος, Λαοκρατία, ζήτω η σεξουαλική επανάστασις κ.ά.(κακότεχνος προβοκάτσια κατά Σιφναίον και Δασκαλόπουλον) και προσπαθούν ναεξωθήσουν και παρασύρουν τους σπουδαστάς εις παντοίας πράξεις βίας καιδολιοφθορών. (Καταθέσεις υπ’αρ. 33, 61, 75, 130, 155, 159, 187, 202 και 213).
Καιοι σπουδασταί αμύνονται προς πάσαν κατεύθυσιν. Επαναφέρουν τον Ρ / Σ εις τηνορθήν αντιδικτατορικήν θέσιν του, απαλείφουν αναρχικά και εξτρεμιστικάσυνθήματα, αποκαλύπτουν και εκδιώκουν εκ του Πολυτεχνείου τους πράκτορας,τοποθετούν φρουράς εις άπαντα τα εργαστήρια και χώρους οργάνων προς διαφύλαξίντων έναντι πάσης φθοράς ή ζημίας, οργανώνουν επιμελώς την αυτόθι παραμονήν τωνδια του ορισμού ειδικών επιτροπών κατά τομείς, επιμελούμενοι και αυτής τηςκαθαριότητος, καταστρέφουν όμως από συμφώνου οι ίδιοι το γραφείον τουΚυβερνητικού Επιτρόπου και καλούν τον λαόν εις συμπαράστασιν και εξέγερσιν.(Οράτε καταθέσεις απάντων των καθηγητών του Πολυτεχνείου και του επιμελητούΙατρίδη).
Εκτός του Πολυτεχνείου η κατάστασις εμφανίζεται περισσότερον έκρυθμος,διότι η ευρύτης των χώρων και η εντεύθεν ελευθερία κινήσεων διευκολύνει ταςμαζικός συγκεντρώσεις και μαχητικάς εκδηλώσεις εις διάφορα σημεία του κέντρου της πόλεως. Κινήσεις διαδηλωτών, συγκεντρώσεις, μικροσυμπλοκαί μεαστυνομικούς, διανομή προκηρύξεων, επικόλλησις ή αναγραφή συνθημάτων ειςαυτοκίνητα κ.λπ. μεταφοραί τροφίμων και φαρμάκων εις τους εντός τουΠολυτεχνείου, μεμονωμένα περιστατικά προπηλακισμού εις βάρος αστυνομικών καιστρατιωτικών και διακοπή της έμπροσθεν του Πολυτεχνείου κυκλοφορίας κατά ταςεσπερινός ώρας είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ημέρας ταύτης.
Από πλευράς υπευθύνων συνεχίζετο, περιέργως, η απραξία και εφεκτικότης. Πραγματοποιείταισυνάντησις του Υπουργού Παιδείας μετά του Πρωθυπουργού και αμφοτέρων,ακολούθως μετά του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, παρισταμένου και τουΥπουργού Δημοσίας Τάξεως. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας – καθ α υπό του Παν.Σιφναίου κατατίθεται – εξεδηλώθη αντίθετος προς πάσαν επέμβασιν εις τοΠολυτεχνείον, συμφωνών εν τούτω με την απόφασιν της Συγκλήτου. Και εις τηνγενομένην προς αυτόν παρατήρησιν περί κινδύνου προκλήσεως μεγάλωνκαταστροφών απήντησεν: «Ας τα σπάσουν. Ας κάψουν και το Πολυτεχνείον.
Έχομελεπτά δια να τα ξαναφτιάξω μεν. Ας κατεβούν και στους δρόμους. Ας σπάσουν τιςβιτρίνες». Επεδίωκε προφανώς – επιλέγει ο αυτός πάντοτε τότε Υπουργός Παιδείας – πολιτικά οφέλη. Ποια και πώς όμως; Ιδού το ερώτημα!
Δ) ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 16-11-1973
Το δράμα των γεγονότων του Πολυτεχνείου οδηγείται εις την τραγικήν τουκορύφωσιν και την αιματηράν του κατάληξιν. Εντός μεν του Πολυτεχνείου η θέσιςτων ως είρηται, ποικιλώνυμων φατριών και πολιτικών τάσεων σκληρύνεται, ενώ ταδια του Ρ / Σ εκπεμπόμενα συνθήματα συγκινούν, προκαλούν, διεγείρουν καικινητοποιούν μάζας λαού εις ομαδικός συγκεντρώσεις. Κατά τας μεσημβρινός ώραςπραγματοποιούνται αι πρώτοι μεγάλοι πορείαι προς Ομόνοιαν και Πολυτεχνείον διατων μεγάλων αρτηριών: Αιόλου, Σταδίου, Πανεπιστημίου, Πατησίων καιΑλεξάνδρας.
Την 18.00 ώραν μέγα πλήθος διαδηλωτών πορεύεται προς το Σύνταγμα.Ανακόπτεται όμως υπό αστυνομικών δυνάμεων η πορεία του και εις την συμβολήντων οδών Σταδίου – Δραγατσανίου και Κοραή επιχειρείται η βιαία διάλυσίς του.Κατά την επανακολουθήσασαν συμπλοκήν ρέει το πρώτον αίμα, διότι υπήρξανεκατέρωθεν τραυματίαι. Κατά τινας μάλιστα μαρτυρίας, μη πλήρως εξελεγχθείσας,ετραυματίσθησαν θανασίμως νεαρά διαδηλώτρια και διαδηλωτής και επυροβολήθηδις Υπαστυνόμος ανεπιτυχώς (καταθέσεις υπ’ αριθ. 215, 216 και 217). Στοιχεία ύποπτα και ανεύθυνα, ομαδικώς ή και ατομικώς ενεργούντα, προβαίνουν εις πράξειςβιαιοπραγίας κατά πολιτών και εις καταστροφάς περιουσιών (θραύσεις βιτρινών καιπροθηκών καταστημάτων – κατάθεσις 239).
Ομάς διαδηλωτών επέτυχε και εισήλθεεις το επί της οδού Αιόλου αρ. 104 Μέγαρον της Νομαρχίας Αττικής και μετά κόπουεξεβλήθη υπό των αστυνομικών. Η κατάοτασις συνεχώς εκτραχύνεται και καθίσταταιεπικίνδυνος. Την 19.30 ώραν ζητείται υπό της Αστυνομίας η επικουρία τηςΧωροφυλακής, ήτις και αναλαμβάνει την φρούρησιν διαφόρων δημοσίωνκαταστημάτων, (έγγραφον της υπ’ αρ. Ε 34356 Φ 0025 / 16-11-1973). Περί ώραν20.30 αρχίζουν αι πρώτοι συγκεντρώσεις και επιθέσεις των διαδηλωτών κατά του επίτης συμβολής των οδών Γ Σεπτεμβρίου και Μάρνη κτιρίου του ΥπουργείουΔημοσίας Τάξεως, αίτινες και κατά τρεις διαδοχικός φάσεις συνεχίζονται μέχρι της22.30 ώρας. Επιτυγχάνεται αρχικώς η απόκρουσις και διάλυσίς των διαδηλωτών δι’απλών απωθήσεων και χρήσεως αστυνομικών ράβδων, ως και δακρυγόνων αερίων.
Κατά τας τελικάς όμως φάσεις των επιθέσεων τούτων γίνεται χρήσις πυροβόλωνόπλων, τη εντολή του Διοικητού του Μικτού Επιτελείου του Υπουργείου ΣτρατηγούΒαρνάβα. Ως προς τον χαρακτήρα της τοιαύτης χρήσεως των όπλων τα υπό των αρμοδίων υποστηριζόμενα σοβαρώς προς την πραγματικότητα αντιτίθενται. Ομιλούνούτω περί πυροβολισμών εις τον αέρα προς εκφοβισμόν ενώ οι δύο (2) πρώτοι νεκροίεκ του καταλόγου των γνωστών θυμάτων έπεσαν εις τον γύρωθεν χώρον και ακόμη υπήρξαν πολλοί τραυματίαι. Εν τη ερεύνη ακολούθως της νομιμότητος της ούτωγενομένης χρήσεως των όπλων σοβαρά διαπιστούται αντίθεσις απόψεων των τότε υπευθύνων υπηρεσιακών παραγόντων, των μεν υποστηριζόντων ότι νομίμως εγένετοη χρήσις των όπλων (κατάθεσις υπ’ αρ. 151), των δε τουναντίον ότι μεταξύ των νομίμων μέσων δεν ήτο και η χρήσις των όπλων κατά του πλήθους (κατάθεσις υπ’αριθ. 180). Η κατά του πλήθους όμως χρήσις των όπλων διαπιστούται, ως ετονίσθηήδη, κατά τρόπον αναμφισβήτητον.
Πέραν των συγκεκριμένων και επωνύμωνθυμάτων, τα επί των κατέναντι τοίχων και των αυτόθι επί των οδών εσταθμευμένωναυτοκινήτων διαπιστωθέντα και εισέτι υπάρχοντα ίχνη εκ προσκρούσεως βλημάτωνπυροβόλων όπλων, εις μακρόν μάλιστα από του εδάφους ύψος καταδεικνύουν τοέωλον του περί εκφοβιστικών βολών ισχυρισμού. Η ύπαρξις τέλος ελευθέρωνσκοπευτών, ελευθέρως εις τον χώρον του Υπουργείου κινουμένων, καθιστά ύποπτονπάσαν αντίθετον θέσιν. Διότι υπήρξεν αληθώς τραγική εν τη ενεργηθείση ερεύνη ηακόλουθος αποκάλυψις: Άτομον εν πολιτική περιβολή, φέρον κόμην μακράν καιγενειάδα, εκράτει μακρύκανον πυροβόλον όπλον και ου μόνον ελευθέρως καιανεμποδίστως ως εις οικείον και γνώριμον χώρον, εκινείτο μεταξύ των οργάνων τουΥπουργείου Δημοσίας Τάξεως, αλλά και επυροβόλει δια του όπερ έφερε φονικούόπλου εκ διαφόρων σημείων του κτιρίου και από της ταράτσας, αλλά και εκτόςαυτού, κατά του πλήθους ή και μεμονωμένων διαδηλωτών προς το Πολυτεχνείον καιτην οδόν Αβέρωφ.
Τα στοιχεία ταυτότητος και η κακούργος συμπεριφορά τουαδιαστάκτου τούτου φονέως βεβαιούνται εκ των συλλεγεισών αποδείξεων (οράτεκαταθέσεις υπ’ αρ. 25, 151, 181 και 251). Από της 20.00 ώρας περίπου ήρχισεν ηεντός και εκτός του Πολυτεχνείου ρίψις βομβίδων δακρυγόνων υπό της Αστυνομίας,ενώ η ψυχραιμία και η υπευθυνότης είχον εγκαταλείψει πολλά από τα κατώτερα ιδία,όργανα της. Ου μόνον εκτύπων ανηλεώς και βαναύσως τους διαδηλωτάς, σοβαράςπροκαλούντες εις τούτους κακώσεις, αλλά και επυροβόλουν δια των όπλων των(καταθέσεις υπ’ αριθ. 209, 227, 228 και 258). Και είναι εύκολον να κρίνη τις και ναπαρακολούθηση την κατεύθυνσιν των υπό την δόνησιν παρομοίων ψυχικώνεκρήξεων εξαπολυομένων βολίδων! Εις έτερα σημεία των οδών Πατησίων καιΑλεξάνδρας πυραί ηνάπτοντο, οχήματα μετεκινούντο και ανετρέποντο, οδοφράγματαανεγείροντο, φθοραί και καταστροφαί περιουσιών προεκαλούντο.
Και μέσα εις τονορυμαγδόν αυτόν της καταστροφής και του ελλοχεύοντας θανάτου έπιπτον οι πρώτοι νεκροί και τραυματίαι. Είναι έργον δικαιοσύνης δε εξ υπαρχής να τονισθή ότι ητραγωδία δεν υπήρξεν μονόπλευρος και δεν εβάρυνεν μόνον το άοπλον πλήθος καιτους νέους διαδηλωτάς, διότι υπήρξαν και περιπτώσεις τραυματισμού αστυνομικών.Κατά δεκάδας οι τραυματίαι διακομίζονται εις τον πρόχειρον υγειονομικόν σταθμόντου Πολυτεχνείου και εκείθεν προς τον ΣΑΒ και το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών.Πολλοί δε εξ αυτών εισήρχοντο εις τας γύρωθεν κατοικίας όπου ευγενείςσυνάνθρωποι τους περιέθαλπον και προσέφεραν τας υπηρεσίας των. Είχεν αρχίσειήδη η κίνησις των ασθενοφόρων. Δεν υπήρξεν όμως η αναμενόμενη, ούτε ανάλογοςπρος το μέγεθος της καταστροφής. Δισταγμός, επιφυλακτικότης, φόβος;
Ίσως, διότικαι ασθενοφόρα εβλήθησαν και παρημποδίσθησαν υπό ομάδων πολιτών και τηςΑστυνομίας να εκτελέσουν το έργον των (καταθέσεις υπ’ αριθ. 68 και 227).Άγνωστον τι ακριβώς επηρέασε την βούλησιντων υγειονομικώς υπευθύνων. Υπήρξανόμως και ενθαρρυντικοί εξαιρέσεις διακεκριμένων πράξεων φιλαλληλίας καιαλτρουισμού. Ιατροί των γύρω περιοχών προσέτρεξαν εις το Πολυτεχνείον, υπείκοντες εις την φωνήν του ανθρωπιστικού και ιατρικού των καθήκοντος, άγνωστοι και ανώνυμοι ιδιώται κινητοποιούνται, αδελφοί νοσοκόμοι προσφέρονται και ιατροίεκ του Ρυθμιστικού Κέντρου κατέρχονται εις το Πολυτεχνείον δια να προσφέρουντας υπηρεσίας των και παραλάβουν τραυματίας. Ότε όμως ήρχισεν η διακομιδή τωνπρώτων τραυματιών, εις το Ρυθμιστικόν Κέντρο Αθηνών η ανθρωπινή βαρβαρότηςέδειξε το αληθές προσωπείον της, ημαύρωσε και διέσυρε πάσαν έννοιαν φιλαλληλίαςκαι ανθρωπισμού.
Οι τραυματίαι δεν απετέλουν εκεί αντικείμενον περιθάλψεως καιμερίμνης, αλλά στόχον καννιβαλικών εκδηλώσεων εκ μέρους ευάριθμων, εκ τωναυτόθι υπηρεσιακώς ευρισκομένων, αστυνομικών υπαλλήλων, υπό τας ευλογίας καιπαροτρύνσεις του τότε διοικητικού Διευθυντού του Νοσοκομείου, όστις κραδαίνωνπαρανόμως περίστροφον, υβρίζων και απειλών και βλάσφημων, περιεφέρετο εις τουςχώρους του Νοσοκομείου ενσπείρων τον τρόμον (οράτε και κατάθεσιν του ιδίου).Υβρίζοντα αναιδώς και εκακοποιούντο βαναύσως ου μόνον οι τραυματίαι αλλά και οισυνοδοί των. Και υπήρξαν πολλοί περιπτώσεις βαρύτατων τραυματισμών, υπό των«γενναίων» αυτών αστυνομικών προκληθέντων.
Το ανήκουστον όμως και φοβερόνείναι ότι εδολοφονήθη άνθρωπος εν ψυχρώ εκ της κακουργίας των ταύτης: «Γύρωστα μεσάνυχτα της Παρασκευής – κατατίθεται υπό υπαλλήλου του Ρυθμιστικού(κατάθεσις υπ’ αρ. 78) – ένας νέος άνθρωπος, ήλθε στο Ρυθμιστικό, ζητώνταςπληροφορίες για τους δικούς του. Πέσανε επάνω του τρεις αστυφύλακες που ήσανστο Ρυθμιστικό και τον κομμάτιασαν κυριολεκτικώς στο ξύλο με αποτέλεσμα ναπεθάνη.
Τον μετέφεραν εν συνεχεία, στον νεκροθάλαμο». Του τραγικού περιστατικού υπήρξαν και άλλοι αυτόπται, οι οποίοι καταθέτουν ομοίως και αποκαλύπτουνμερικούς εκ των δολοφόνων (καταθέσεις υπ’ αριθ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94). Ιατρόςχειρουργός Ρυθμιστικού καταθέτει ότι υπέκυψεν εις τας χείρας του τραυματίας διαπυροβόλου όπλου, συνεπεία βαρείας κρανιοεγκεφαλικής κακώσεως εκ ξυλοδαρμού(κατάθεσις υπ’ αριθ. 86) και υπάλληλος του ιδίου Νοσοκομείου τονίζει ότι:
«τοθέαμα ήτο φοβερό και μας έκανε να ντρεπόμαστε για την κατάντια μας» (κατάθεσις υπ’ αριθ. 79). Εν όψει της θλιβερός ταύτης πραγματικότητας οι μεν ιατροίεφυγάδευσαν τους τραυματίας ή κατεσκεύασαν ψευδώς τα στοιχεία της ταυτότητοςτων, ίνα αποφύγουν ούτοι τας εν συνεχεία βεβαίας κακοποιήσεις των, οι δετραυματίαι απέφευγαν να μεταβούν εις Νοσοκομεία ή Κλινικός. Και ούτω τηνενροπήν, περί ης η ανωτέρω κατάθεσις, διεδέχθη ο φόβος των ασθενών και η εκ των Ναών της Υγείας απομάκρυνσίς των! Δείγμα και τούτο της πολιτιστικής εξελίξεωςμιας εποχής. Ποία όμως ήτο η εξέλιξις των γεγονότων κατά την ημέραν ταύτην υπόάποψιν υπευθύνου αντιμετωπίσεως των.
Περί ώραν 11.00 πραγματοποιείται σύσκεψιςεις το γραφείον του Πρωθυπουργού, παρισταμένων των Αντιπροέδρων τηςΔημοκρατίας και Κυβερνήσεως, των Υπουργών Παιδείας και Δημοσίας Τάξεως, τουΥφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ και του Αρχηγού της Αστυνομίας. Μετά ΊΟλεπτον προσέρχεται εις την σύσκεψιν και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Και κατάτην σύσκεψιν ταύτην αποφασίζεται καθ’ α υπευθύνως υπό τότε Κυβερνητικώνπαραγόντων υποστηρίζεται και κατατίθεται, ότι επ’ ουδενί λόγω θαεχρησιμοποιούντο όπλα, αν προεβάλλετο αντίδρασις και μόνον εν εσχάτη ανάγκη θαεπετρέπετο η χρήσις δακρυγόνων, απαγορευομένης όμως της ρίψεως τούτων εντόςτου Πολυτεχνείου.
Η δια των γεγονότων όμως αναφανείσα ακολούθωςπραγματικότης παρουσιάζεται άντικρυς αντίθετος των εκτεθέντων θεωρητικώνεξορκισμών, διότι ισχυροί στρατιωτικοί δυνάμεις εκλήθησαν, χρήσις όπλων εγένετοκαι αληθής βομβαρδισμός δια δακρυγόνων των εντός του Πολυτεχνείου έλαβεχωράν. Και εις το ανάκυπταν εύλογον, εκ των ανωτέρω ερώτημα δίδεται η ακόλουθος – υπό του τότε αρχηγού της Αστυνομίας – απάντησις: «Αι υπάρχουσαι αστυνομικοίδυνάμεις, παρά την ενίσχυσιν της Χωροφυλακής, δεν ηδύνατο να ανταποκριθούν δια την αποκατάστασιν της τάξεως.
Ενημερώθη σχετικώς το γραφείον Προέδρου Δημοκρατίας (ταξίαρχος Παρασκευάς Ιωαννίδης), όστις μετ’ ολίγον και περί ώραν23.15 μοι ανεκοίνωσε τηλεφωνικώς ότι απεφασίσθη υπό του Προέδρου τηςΔημοκρατίας η ενίσχυσις των αστυνομικών δυνάμεων υπό των Ενόπλων Δυνάμεων,ήτοι δια τριών ή τεσσάρων αρμάτων μάχης, άτινα δια της εντυπωσιακής εμφανίσεωςτων και μόνον εις τον χώρον του Πολυτεχνείου, θα εξηνάγκαζον ψυχολογικώς τουςεντός ευρισκομένους να εγκαταλείψουν τας αίθουσας και το προαύλιον του ΕΜΠ»(οράτε κατάθεσιν ανωτέρω).
Και ούτω η εις αδυναμίαν ευρισκομένη Αστυνομία δενσυνειδητοποιεί η ιδία την ανάγκην της ενισχύσεως της, αλλά της εμπνέεται άνωθενκαι διατάσσεται να διαβίβαση το έγγραφον ίνα πληρωθή ο τύπος του νόμου, διότι – ως επιλέγει εις την κατάθεσίν του ο τότε Διευθυντής της Αστυνομίας – «είχεναποφασισθή προ πολλού η επέμβασις του Στρατού και τα άρματα, ότε εγώ υπέγραφαν ήσαν έτοιμα, ή και εκινούντο» (οράτε κατάθεσιν) και προς την άποψινταύτην πλήρως στοιχείται και η υπό του τότε Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεωνλαμβανομένη θέσις έναντι των γεγονότων (οράτε κατάθεσιν).
Εύγλωττοι και αληθώς αποκαλυπτικοί δια την έρευναν οι προεκτεθείσαι λογικοί καιπραγματικοί αντιθέσεις! Υποβάλλει πράγματι, κατά διαταγήν του Αρχηγού, οΔιευθυντής της Αστυνομίας την 23.30 ώραν το υπ’ αριθμόν Β 34258 Φ 0025 /16-11-1973 έγγραφον του προς την ΑΣΔΕΝ προς παροχήν αναλόγου ενισχύσεως,συμφώνως τω υπ’ αριθ. 341 κανονισμώ «περί της εν πόλεσι και φρουρίοις υπηρεσίαςτων στρατευμάτων (Β.Δ. από 4 -9- 1949)». Και η προς ψυχολογικόν εκφοβισμόναποβλέπουσα ανάλογος αύτη ενίσχυσις το μεν διέτρεξαν όλα τα από του Προέδρουτης Δημοκρατίας μέχρι του ΣΔΑ ιεραρχικώς ανώτερα στρατιωτικά κλιμάκια, το δεπεριελάμβανε τας ακολούθους στρατιωτικός δυνάμεις:
α) Μίαν διλοχίαν του 28ουσυντάγματος, εδρεύοντος εν Χαϊδαρίω με 10-12 τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράςπροσωπικού του ΚΕΒΟΠ. Η κίνησις των μονάδων τούτων προς τα στρατόπεδα:Αυξεντίου, Σταθμού Λαρίσης και 951 Λόχου ΕΣΑ διετάχθη την 21.30 – 22.00 ώραν.(Ο τοιούτος χρόνος κινήσεως επιβεβαιοί το ανωτέρω κατατεθέν υπό του τότεΑστυνομικού Διευθυντού Αθηνών),
β) Δυνάμεις καταδρομών και δη την Διοίκησιντου συντάγματος Αλεξιπτωτιστών, 1ην και 2αν μοίραν Αλεξιπτωτιστών, τμήμα τηςΣχολής Αλεξιπτωτιστών μετά τεθωρακισμένων ομοίως οχημάτων μεταφοράςπροσωπικού.
Η κίνησις των τμημάτων τούτων διετάχθη περί την 23.00 ώραν και γ)Ουλαμούς αρμάτων μάχης του ΚΕΤΟ, ανήκοντος πιθανώς εις την 30ήν ΕΜΑ. Οσυντονισμός κινήσεως των δυνάμεων τούτων ανήκεν εις τον Διοικητήν της ΑΣΔΕΝ,όστις και ώρισεν Συνταγματάρχην ως επικεφαλής δια την επί τόπου εφαρμογήν τωνδιαταγών του. Αποστολή του, ως αύτη προσδιορίζεται υπό του τότε ΑρχηγούΕνόπλων Δυνάμεων, ήτο η εν συνεργασία μετά του Διευθυντού της Αστυνομίαςαποκατάστασις της τάξεως και η εκκένωσις του Πολυτεχνείου.
Ο τρόπος εκτελέσεωςτης αποστολής ταύτης εναπέκειτο εις την διακριτικήν του ευχέρειαν κατ’ ορθήνεκτίμησιν της ην αντιμετώπιζε καταστάσεως, εντός των πλαισίων πάντοτε του κυρίωςεπιδιωκομένου ψυχολογικού επηρεασμού και της μη χρήσεως όπλων. Εβεβαιώθησανπλήρως υπό της ενεργηθείσης ερεύνης τα στοιχεία ταυτότητος απάντων τωνεπικεφαλής των ανωτέρω στρατιωτικών τμημάτων Αξιωματικών, ως και του υπό τουΔιοικητού της ΑΣΔΕΝ ορισθέντος Συνταγματάρχου ως συνδέσμου, μεταξύ αυτού καιτης Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών (περί των στοιχείων τούτων και πάντων τωνεκτεθέντων οράτε καταθέσεις υπ’ αριθ. 105, 110, 133 και 164 ως και 72, 76, 116 και159)
.Ε) ΣΑΒΒΑΤΟΝ, 17-11-1993
Οδηγούμεθα ήδη ραγδαίως εις την λύσιν του δράματος. Περί το μεσονύκτιον της Παρασκευής, 16-11-73, αι μεν αστυνομικοί δυνάμεις έχουν αποκλείσει τοοικοδομικόν τετράγωνον του Πολυτεχνείου δια της τοποθετήσεως ανδρών ειςεπίκαιρα σημεία προσβάσεων υπό τους Αστυνομικούς Διευθυντάς, ο δε στρατόςευρίσκεται ήδη εν κινήσει εγγύς του Πολυτεχνείου.
Το τριήμερον των συνεχώνσυγκρούσεων και ο κάματος έχουν υπερφορτίσει μέχρις εκρηκτικότητας τηνψυχολογίαν των συμμετεχόντων εις την επιχείρησιν αστυνομικών υπαλλήλων. Περίτην 01.30 ώραν του Σαββάτου, 17-11-73, τα εκ της Λεωφόρου Αλεξάνδραςκατερχόμενα άρματα εστάθμευσαν εις την πλατείαν Αιγύπτου, ενώ όγκοςδιαδηλωτών ευρίσκετο εις το ύψος των προ του ΟΤΕ κτισμάτων και καθ’ όλον τοπλάτος της Λεωφόρου Πατησίων. Νεαρός Αξιωματικός αγνώστου ταυτότητος,κατελθών ενός των αρμάτων μετά του οπλοπολυβόλου του, τοποθετείται εις το μέσοντης Πατησίων και υβρίζων πυροβολεί προς την κατεύθυνσιν των διαδηλωτών (οράτεκατάθεσιν υπ’ αριθ. 49). Και καθ’ όλην όμως την εντός της πόλεως διαδρομήν τωναρμάτων ρίπτονται πυροβολισμοί εξ αυτών. «Διεπίστωσα μετ’ εκπλήξεως – καταθέτει ο τότε Διευθυντής της Αστυνομίας – ότι τα άρματα ήσαν ουχί 2 ή 3 αλλάευάριθμα.
Μερικά τούτων εκινήθησαν επί των πέριξ του Πολυτεχνείου οδών,έρριπτον δε ριπάς πολυβόλων. Τελικώς παρετάχθησαν προ του Πολυτεχνείου μεανημμένους τους προβολείς και τα πολυβόλα εστραμμένα προς το Πολυτεχνείον.Ερρίπτοντο παρ’ αυτών εκφοβιστικαί βολαί. Επλησίασα Αξιωματικόν και του είπονότι ο πυροβολισμός είναι επικίνδυνος δια τους εις τας παρυφάς του Λυκαβηττού καιτου λόφου Στρέφη κατοικούντας. Μου απήντησε: «Μην ανησυχείς είναι άσφαιρα». Οίδιος όμως ακολούθως επείσθη εκ της αποκοπής ηλεκτροφόρων συρμάτων τωντρόλεϊ, ότι ήσαν ένσφαιρα! (Οράτε κατάθεσίν του υπ’ αριθ. 84). Την 01.45 ώραν ταάρματα ενούνται εις τον προ του Πολυτεχνείου χωράν και αι μονάδες καταδρομώντοποθετούνται καταλλήλως.
Οι ισχυροί προβολείς των αρμάτων καταυγάζουνολόκληρον την περιοχήν του Πολυτεχνείου και οι εντός αυτού εγκλεισμένοιαναρτώνται επί των κιγκλιδωμάτων και χειροκροτούν τους στρατιώτας ρίπτοντεςδιάφορα συνθήματα, όπως «αδέλφια μας φαντάροι, είμαστε άοπλοι, μη μας χτυπάτε,κ.ά.». Και άρχονται οι αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις. Εκπρόσωποι των σπουδαστών,μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής αυτών, προσέρχονται περί ώραν 02.30 εις τηνκεντρικήν πύλην του Πολυτεχνείου. Δηλούν ότι αποδέχονται την άμεσον καιειρηνικήν εκκένωσιν, υπό την εγγύησιν όμως και παρουσία εκπροσώπων τηςΕκκλησίας, της Δικαιοσύνης, των καθηγητών των, του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρούκαι του τύπου.
Προσπαθούν να αποφύγουν την μετά βεβαιότητας αναμενομένηνκακοποίησιν και επιζητούν να σωθούν. Οι όροι των όμως απορρίπτονται καιακολουθεί ημίωρον περίπου εκνευρισμού, απειλών, αγωνίας, φόβου καιαπογοητεύσεων. Κατά τον ίδιον χρόνον εις τον προ του Πολυτεχνείου χώρον,έμπροσθεν του ξενοδοχείου ΑΚΡΟΠΟΛ, ευρίσκονται ο Υποστράτηγος Διοικητής τηςΣΔΑ, ο Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως και ο ΑστυνομικόςΔιευθυντής Αθηνών.
Ουδείς όμως εκπρόσωπος της πνευματικής ηγεσίας του τόπουείναι παρών. Και οι εγκλεισμένοι, ατακτήσαντες έστω, νέοι αισθάνονται ανασφαλείς,διότι πάντας τους εκτεθέντος θεωρούν διώκτας και αντιπάλους των. Ήτο ανάγκηεπομένως οίκοθεν να ληφθή παν μέτρον διασφαλίσεως της ειρηνικής και αναίμακτουεξόδου. Πέραν όμως και ανεξαρτήτως οιασδήποτε πολιτικής, ηθικής και κοινωνικήςδεοντολογίας ως εκ της φύσεως των εκδηλώσεων και της συμμετοχής νέων ειςταύτας, επεβάλλετο να τηρηθούν απαρεγκλίτως τα νόμιμα. Και ήσαν ταύτα τα υπότου Ν.Δ. 794 /1971 και του Β.Δ. 269 /1972 προσδιοριζόμενα: διάλυσις τηςπαρανόμου ή εξελθούσης του σκοπού της δημοσίας συναθροίσεως υπό τηςΑστυνομίας δια της χρήσεως όλων των – κατ’ εκτίμησιν της καταστάσεως – προσφορών προς τον σκοπόν τούτον μέσων, παρουσία όμως και μετά γνώμην των εκπροσώπων της Διοικητικής και Δικαστικής Αρχής ήτοι του Νομάρχου καιΕισαγγελέως Πρωτοδικών.
Και τα νόμιμα ταύτα δεν ετηρήθησαν. Δι’ ο και επί τουσημείου τούτου εζητήθησαν σαφείς διευκρινίσεις από τον έχοντα την κατά νόμονευθύνην της αντιμετωπίσεως των γεγονότων τότε, Αστυνομικόν Διευθυντήν Αθηνών,όστις και κατέθεσεν τα ακόλουθα: «Επικείμενης της ενεργείας μας προς εκκένωσιντου Πολυτεχνείου, ητησάμην δια του ασύρματου την αποστολήν επιτόπου τουΕισαγγελέως και του Νομάρχου. Έλαβα μετ’ ολίγον την απάντησιντου Κου Αρχηγού,ότι ούτοι δεν ανευρίσκονται και ότι οφείλω να ενεργήσω άνευ της παρουσίας αυτών.
Τούτο ανέφερα και εις τον παριστάμενον Γενικόν Γραμματέα του ΥπουργείουΔημοσίας Τάξεως κ. Χαράλαμπον Παπαδόπουλον, ο οποίος προφορικώς μου έδωσετην εντολήν να ενεργήσω άνευ της παρουσίας των ειρημένων». Πλήρως όμωςεβεβαιώθη ότι ο Εισαγγελεύς από ενωρίς ευρίσκετο εις τους τόπους των επεισοδίωνκαι εις την Αστυνομικήν Διεύθυνσιν και ειδικώς ερωτηθείς υπήρξεν ανενδοιάστωςκαι απεριφράοτως αντίθετος προς πάσαν σκέψιν παραβιάσεως του Πανεπιστημιακούασύλου (οράτε συμπληρωματικήν κατάθεσιν Δασκαλοπούλου).
Αι εντεύθενπροκύπτουσαι διαπιστώσεις και η κατά την αντιμετώπισιν των διαδηλωτών εν τωΥπουργείω Δημοσίας Τάξεως εφαρμοσθείσα τακτική, ως ανωτέρω αύτη λεπτομερώςεξετέθη, καταδεικνύουν σαφώς τας πολλαπλός παραβιάσεις του Νόμου και το κατάτην αντιμετώπισιν των γεγονότων κράτησαν πνεύμα αυτοσχεδιασμού καιαυθαιρεσίας.
Διότι ο νόμος είναι σαφής και η απαιτουμένη υπ’ αυτού παρουσία του Νομάρχου και του Εισαγγελέως δεν είναι στοιχείον διακοσμητικόν, αλλ’ ενέχεισημασίαν ουσιαστικήν, εφ’ όσον «μετά γνώμην αυτών» διατάσσεται η διάλυσις τηςσυναθροίσεως. Και δεν δύναται να υποστηριχθή ότι συνέτρεχαν προϋποθέσεις τηςπαρ. γ του αρθρ. μόνου Β.Δ. 269 / 72, ήτοι ότι επρόκειτο περί περιστάσεωςκατεπειγούσης και παρίστατο άμεσος κίνδυνος διασαλεύσεως της τάξεως, καθ’ αςεπιτρέπεται η εν απουσία των ανωτέρω εκπροσώπων της Διοικήσεως και τηςΔικαιοσύνης ενέργεια.
Διότι το τριήμερον των γεγονότων αφαιρεί εξ αυτών πάσανέννοιαν κατεπείγοντος, τουθ’ όπερ και κατενοήθη υπό των υπευθύνων, δι’ ο καιεκλήθη αρχικώς ο Εισαγγελεύς και ήτο δεδομένη, γνωστή σε τοις πάσιν, η κατά τηνδιαδρομήν ταύτην παρουσία Εισαγγελέως. Αποδεικνύεται τούτο εκ των εκτεθέντωνκαι πιστοποιείται εκ των ανταλλαγέντων σημάτων μετά του κέντρου αμέσου δράσεωςτης Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών, καθ’ α περί ώραν 02.30 της 17-11-1973ευρίσκετο εις τι σημείον του γύρωθεν χώρου Αντεισαγγελεύς Πρωτοδικών ωςεκπρόσωπος του Εισαγγελέως.
Εις τα εκτεθέντα προσθετέον εισέτι ότι η δοθείσαεντολή προς τον Διευθυντήν της Αστυνομίας παρά του Αρχηγού της ΑστυνομίαςΠόλεων και του Γενικού Γραμματέως του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως είναι παρ’ νόμος και εντεύθεν δεν καλύπτει αυτόν, διότι κατά την ρητήν επιταγήν της παρ. δ’της ως είρηται διατάξεως η μετά χρήσεως των όπλων, έστω και προς εκφοβισμόν,διάλυσις συναθροίσεων επικινδύνων δια την ζωήν και σωματικήν ακεραιότητα τωνσυμμετεχόντων εις ταύτας, επιχειρείται πάντοτε και μόνον παρουσία και μετά γνώμηντου Νομάρχου και του Εισαγγελέως, μη παρεχομένης εντεύθατης ευχέρειας ως κατάτην παρ. γ’ της άνευ αυτών ενεργείας! Ταύτα, όμως, πάντα προϋπέθετον ειλικρίνειανπροθέσεων, μετά συνέσεως, ψυχραιμίας και υπευθυνότητας εκδηλουμένων.
Καιδυστυχώς δεν συνέτρεξαν αι στοιχειώδεις αύται προϋποθέσεις αλλά το όλονπρόβλημα αντιμετωπίσθη υπό μορφήν στρατιωτικής επιχειρήσεως, αι κρισιμώτεραιφάσεις της οποίας εκτυλίσσονται εν απουσία, ως μη έδει, των εκπροσώπων τηςΔιοικήσεως και της Δικαιοσύνης και βεβαίως ου μόνον άνευ γνώμης αυτών, αλλά καιπαρά την ρητώς εκφραθείσαν αντίθετον γνώμη του Εισαγγελέως δια τονσεβασμόντου πανεπιστημιακού ασύλου. Ο επικεφαλής των στρατιωτικών τμημάτωνΑξιωματικός, αντί να προσφέρη την βοήθειάν του εις τον έχοντα την ευθύνην της όλης ενεργείας Διευθυντήν της Αστυνομίας Αθηνών, τον καταργεί και ενεργείαυτοβούλως.
Έκτοτε η Αστυνομία δεν έχει την πρωτοβουλίαν των κινήσεων, αλλ’ακολουθεί και αι προβλέπουσαι και ρυθμίζουσαι το πρόβλημα της συνεργασίαςστρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων διατάξεις της κειμένης νομοθεσίαςαγνοούνται και παραβιάζονται. Διότι κατά τας παρ. 121 και 128 του Κανονισμού τηςεν πόλεσιν Υπηρεσίας των Στρατευμάτων, τα μεν στρατεύματα τίθενται υπό ταςδιαταγάς ή εις την διάθεσιν του προϊσταμένου της Δημοσίας Ασφαλείας ή τουΔιοικητού Χωροφυλακής, έχοντος πλήρη την ευθύνην απέναντι της ΔιοικητικήςΑρχής δια την λήψιν πάντων των ενδεικνυομένων μέτρων προς τήρησιν της τάξεως και πρόληψιν των ταραχών, η εκτίμησις δε της ανάγκης προσφυγής εις την χρήσιντων όπλων παρά των προς τήρησιν της δημοσίας τάξεως προσεπικαλουμένωνστρατευμάτων και η πρωτοβουλία της τοιαύτης ενόπλου επεμβάσεως, ανήκει εις τηνΔιοικητικήν Αρχήν, αντιπρόσωπος της οποίας μεταβαίνει εις τον τόπον τηςσυγκεντρώσεως. Και αποτέλεσμα της αυθαιρεσίας ταύτης υπήρξεν η αναστάτωσις, ησύγχυσις, η ανωμαλία και η εμφανής παρανομία, ως το σοβαρώς υπό της ερεύνηςπιθανολογηθέν ότι Συνταγματάρχης του Στρατού εξετέλεσε εν ψυχρώ νέον ηλικίας 17ετών έμπροσθεν του Πολυτεχνείου (οράτε καταθέσεις υπ’ αριθ. 99 και 242 ένθα καιτα στοιχεία ταυτότητος του Συνταγματάρχου αυτού). Την 02.43 ώραν τάσσεται μικρά, ίσως 15λεπτος, προθεσμία εις τους σπουδαστάς δια να εξέλθουν.
Μερικοί εκ των εγκλείστων ήρχισαν να απασφαλίζουν την είσοδον καιτελικώς το επέτυχαν. Εδυσχεραίνετο όμως η έξοδος διότι όπισθεν της πύλης είχεντοποθετηθή και ευρίσκετο αυτοκίνητον Μερσεντές. Και ενώ η μεν πρόθεσις τωνεγκλείστων προς έξοδον είχε καταστή εμφανής, προσπάθεια δε κατεβάλλετο δια τηναπομάκρυνσιν του φράσσοντας την πύλην αυτοκινήτου, ανυπόμονος Ίλαρχος, αυτόθιιστάμενος, απώλεσε την ψυχραιμίαν του και εν οργή ανεφώνησεν: «Τσογλάνιαρεζιλεύετε το στράτευμα…» και αμέσως έδωσε την διαταγήν της εισόδου (οράτεκατάθεσιν του τότε Διευθυντού της Αστυνομίας – υπ’ αριθ. 84).
Το άρμα εκινήθημετά δυνάμεως, συνεκλόνισε την πύλην, κατέστρεψε τους μαρμάρινους κίονας τηςεισόδου, συνέτριψε και κατέρριψε την εξώθυραν και ακολούθως κυριολεκτικώςισοπέδωσεν το προεκτεθέν αυτοκίνητον, εισελθόν εις βάθος 10 περίπου μέτρων εντόςτου προαυλίου του Πολυτεχνείου. Δημοσιογράφος, επί ενός των κιόνωνευρισκόμενος, κατεκρημνίσθη μετ’ αυτού εις το έδαφος, τραυματισθείς ελαφρώς(κατάθεσις υπ’ αριθ. 172), νεαρός σπουδαστής επί των κιγλιδωμάτων της πύληςιστάμενος εκτινάσσεται, άγνωστον που ενώ σιδηρούν αντικείμενον συνθλίβει τουςπόδας νεαράς σπουδάστριας (κατάθεσις υπ’ αριθ. 83). Και εις το αγωνιώδες ερώτημαπερί του εάν συνεθλίβησαν ή ετραυματίσθησαν άνθρωποι εκ της εισόδου τουάρματος διάφορα και αντίθετα προέκυψαν εκ της ερεύνης στοιχεία. Οι παριστάμενοιτότε επικεφαλής των δυνάμεων, στρατιωτικών και αστυνομικών, αρνητικήν, μετάκατηγορηματικότητος μάλιστα, δίδουν εις το ερώτημα τούτο απάντησιν (οράτεκαταθέσεις), έτερος όμως αυτόπτης, δημοσιογράφος αυτός, καταθέτει τα εξής:«Προσποιούμενος τον αδιάφορον ρώτησα έναν αστυνομικόν: Τι έγινε; Πατήσαμεπολλούς; Μου απήντησε: Δεν βαριέσει μόνον δύο – τρεις αλήτες». Και εις έτερονσημείον της καταθέσεως του προσθέτει:
«Καθώς προχωρούσα σαστισμένος, λίγοέλειψε να σκοντάψω πάνω σε ένα σώμα που ήταν πεσμένο δίπλα από την Μερσεντές.Δύο μέτρα πιο πέρα ήταν πεσμένος άλλος ένας φοιτητής» (Κατάθεσις υπ’ αριθ. 218και 81 και 82). Αι τελευταίοι αύται καταθέσεις έχουν βεβαίως υπέρ αυτών τηνλογικότητα των πραγμάτων, όταν ληφθή υπ’ όψιν, ότι το άρμα εκινήθη αιφνιδίως καιμετά δυνάμεως, καθ’ ον χρόνον συνεχίζοντα αι διαπραγματεύσεις και πλήθοςσπουδαστών ευρίσκοντο επί των κιγκλιδωμάτων ή όπισθεν αυτών και εν επαφή σχεδόν προς την πύλην. Π
αραμένει, όμως, μόνον λίαν πιθανή και ανεπιβεβαίωτος.Ομάς Αξιωματικών και άνδρες της δυνάμεως καταδρομών, ακολουθούντες το άρμαεισέρχονται εις το Πολυτεχνείον πυροβολούντες. Έντρομοι και εμβρόντητοι οιοπουδασταί κυριεύονται από την ενώπιον του εσχάτου κινδύνου φοβεράν αγωνίαν.Και άρχεται ακολούθως η έξοδος. Οι εγγύς της κατακρημνησθείσης πύληςευρισκόμενοι εξέρχονται πρώτοι. Οι περισσότεροι, όμως, πηδούν εκ των παραθύρωνκαι των κιγκλιδωμάτων. Υπό την πίεσιν πλήθους ανθρώπων καταρρίπτεται τμήματων προς την οδόν Στουρνάρα κιγκλιδωμάτων. Και δια του δημιουργηθέντοςανοίγματος εξέρχονται οι σπουδασταί κατά μάζας. Κατευθύνονται προς όλα τασημεία, απομακρυνόμενοι. Νέον, όμως, δι’ αυτούς αρχίζει μαρτύριον. Ύβρεις κατ’αυτών εκτοξεύονται και καταδιωκόμενοι βαναύσως κακοποιούνται.
Πολλοί εκ τωνκατωτέρων Αστυνομικών Υπαλλήλων, ως ετονίσθη ήδη, είχον απολέσει τηνψυχραιμίαν των. Εις μάτην οι Αρχηγός και Διευθυντής της Αστυνομίας διατάσσουν να μη προβαίνουν εις βιαίας εκδηλώσεις κατά των εξερχόμενων. Πολλοί Αξιωματικοίκαι στρατιώται παρεμβαίνουν προς προστασίαν των φοιτητών. Και υπήρξε πηγαίακαι βαθεία η ευγνωμοσύνη πολλών εξ αυτών προς τους αγνώστους σωτήρας των, ωςεις τας καταθέσεις των τους αποκαλούν με συγκίνησιν.
Έμπροσθεν με την πύλη τουΠολυτεχνείου δημιουργείται διάδρομος υπό των στρατιωτών μέσω του οποίουδιέρχονται οι εξερχόμενοι, κατευθυνόμενοι προς την οδόν Τοσίτσα, εντός δε τουΠολυτεχνείου βοηθούν, προστατεύουν και εις τους ώμους των πολλούς αδυνάτουςκρατούν δια να δυνηθούν να υπερπηδήσουν το υψηλόν κιγκλίδωμα. Και επεισόδιαμεταξύ στρατιωτικών και αστυνομικών λαμβάνουν χωράν εν τη προσπάθεια τωνπρώτων να προστατεύσουν τους φοιτητάς από το διωκτικόν μένος των άλλων.Απομακρυνόμενοι, όμως, του Πολυτεχνείου αγωνιώδεις τους αναμένουν εκπλήξεις.Από παντού τους καταδιώκουν και τους κτυπούν. Εις την γωνίαν των οδών Τοσίτσακαι Μπουμπουλίνας άνδρες της ΚΥΠ εν πολιτική περιβολή τους κτυπούν ανηλεώςκαι πυροβολούν κατ’ αυτών (καταθέσεις υπ’ αριθ. 84α και 225), ενώ εις τηνταράτσαν ενός των αυτόθι κτιρίων έχουν εγκαταστήσει πολυβόλον (κατάθεσις υπ’αριθ. 199).
Εις την συμβολήν των οδών Πατησίων και Στουρνάρα άνδρες εν πολιτικήπεριβολή, κραδαίνοντες ρόπαλα, εξήλθον από ομάδα αυτόθι ευρισκομένωναστυνομικών και εκακοποίησαν σεβάσμιον καθηγητήν Πανεπιστημίου, την σύζυγόντου και νεαρόν σπουδαστήν διότι εξήρχοντο του Πολυτεχνείου, ένθα ο Καθηγητής – ιατρός και η σύζυγος του είχον μεταβή προς εκπλήρωσιν του ανθρωπιστικού καιιατρικού των καθήκοντος. Και οι ροπαλοφόροι ούτοι ήσαν άνδρες της ΕΣΑ ενπολιτική περιβολή (οράτε καταθέσεις υπ’ αριθ. 30, αλλά και του τότε Διευθυντού τηςΑστυνομίας περί του ρόλου των ανδρών της ΕΣΑ γενικώτερον κατά τα επεισόδια τηςεπταετίας και ειδικώτερον εις το Πολυτεχνείον).
Εις τας ταράτσας των γύρω κτιρίωνεπισημαίνονται ελεύθεροι σκοπευταί υπό του ιδίου Διευθυντού της Αστυνομίας ναεπιτελούν το φονικόν έργον των (στοιχείον προκύπτον έκτων μαγνητοταινιών καικατάθ. υπ’ αριθμ. 31), ενώ ομάδες ανεύθυνων και ανωνύμων «τραμπούκων» καιεπικινδύνων τρωκτικών της γαλήνης του τόπου εκδηλώνουν το εγκληματικόν μένοςτων κατά των ατυχών σπουδαστών που κατά μάζας εξέρχονται του Πολυτεχνείου.
Και εις το πανδαιμόνιον τούτο της εξόδου των φωνών, των κραυγών, των οιμωγών,των καταδιώξεων και των πυροβολισμών έπεσαν οι περισσότεροι εκ του πλήθους τωντραυματιών των αιματηρών αυτών γεγονότων. Ειδικώς δέον ενταύθα να σημειωθήότι πολλά εκ των ριφθέντων βλημάτων ήσαν της κατηγορίας των εκρηκτικώντοιούτων ντουμ – ντουμ (κατάθ. υπ’ αριθ. 122). Τη εντολή του Αρχηγού τηςΑστυνομίας Πόλεων ενεργούνται ακολούθως συλλήψεις «των πρωταιτίων και υπεύθυνων».
Και επειδή ήτο αδύνατον να επισημανθούν οι πρωταίτιοι και υπεύθυνοιούτοι εις το πλήθος των εξερχόμενων συνελήφθησαν 866 άτομα και μετήχθησαν αρμοδίως! Τέλος η όλη επιχείρησις λήγει για της εν άσμασιν αποχωρήσεως τωνστρατιωτικών τμημάτων συντεταγμένων υπό τα χειροκροτήματα των αστυνομικών(κατάθεσις υπ’ αρ. 224 και 227). Μετά τινας ώρας κηρύσσεται ο στρατιωτικός νόμοςκαι νέον ανοίγει κεφάλαιον δολοφονιών και αιμάτων.
Αστυνομικοί πυροβολούν ενψυχρώ ανύποπτους διαβάτας, ενώ τα επί των κεντρικών αρτηριών των Αθηνώνκινούμενα άρματα μάχης σκορπίζουν τον θάνατον. Οι επ’ αυτών πυροβοληταίασκούνται εις την σκοποβολήν επί κινουμένων ανθρωπίνων στόχων. Πυροβολούντεςκατά τρόπον σκληρόν και ανάγλητον. Οι επί του κτιρίου του ΟΤΕ, της οδούΠατησίων, εγκατεστημένοι στρατιώται πυροβολούν, προς πάσαν κατεύθυνσιν και δύο(2) τουλάχιστον νεκροί συγκαταλέγονται μεταξύ των θυμάτων των (οράτε κατωτέρωειδικόν κεφάλαιον). Νεαρός Ανθυπίλαρχος, εις τα ανωτέρω περιπολίας των αρμάτωνσυμμετασχών, εκόμπαζε μεταξύ των συναδέλφων του Αξιωματικών, διότι «πολλούςεγάζωσε και μια κοπέλα την έκοψε στη μέση»! Τα στοιχεία ταυτότητος τουΑξιωματικού τούτου βεβαιούνται πλήρως υπό της παρούσης ερεύνης (Κατάθ. υπ’αριθ. 241 και 242).
Και όμως οι υπεύθυνοι, τότε, ηγέται του στρατεύματος ουδένήκουσαν και τεθέντες κατά την έρευναν προ της τραγικότητος των γεγονότωνεξέφρασαν την έκπληξίν των και την οδύνην των. Δείγμα μικρόν της κρατούσης κατάέκπληξίν των και την οδύνην των. Δείγμα μικρόν της κρατούσης κατά τας φοβέραςεκείνος στιγμάς καταστάσεως αυθαιρεσίας και ανευθυνότητος αντλείται εκ τηςκαταθέσεως του Αστυνομικού Διευθυντού Αθηνών. Υποστηρίζονται ούτω υπ’ αυτού, πλην άλλων και τα εξής: «Την 19ην ώραν τηςΚυριακής 18-11-1973 εκλήθην εις την ΑΣΔΕΝ, ίνα μετάσχω συσκέψεως. Μεσυνώδευσεν ο Αστυνομικός Διευθυντής Καραθανάσης. Συνεκεντρώθημεν περί τους15 Αξιωματικοί Αστυνομίας και Στρατού. Παρευρέθησαν και οι επί κεφαλήςστρατιωτικών μονάδων, εκ των διατεθέντων εις το Πολυτεχνείον.
Της συσκέψεωςπροήδρευσεν ο Στρατηγός Μαυροειδής. Προ πάσης συζητήσεως ηγέρθην καιδιεμαρτυρήθην εντόνως δια τους άσκοπους πυροβολισμούς, ειπών ότι είναιαπαράδεκτον να πυροβολούν τα τανκς στο γάμο του Καραγκιόζη και να σκοτώνεταιο κόσμος. Ο Στρατηγός εθύμωσεν με την διατύπωσίν μου και με παρετήρησεναυστηρά, προσθέσας ότι δεν είναι αληθής ο ισχυρισμός μου και ότι έχει δώσειεντολήν και έχουν σταματήσει οι άσκοποι πυροβολισμοί. Την στιγμή εκείνηνηκούσθη ριπή πολυβόλου πλησίον μας εις την περιοχή Πλάκας. Τον ηρώτησα μεσχετικήν αυθάδειαν «αυτό τι είναι Στρατηγέ»;. Έγινε ωχρός και διέταξεν άμεσονέρευναν. Διεπιστώθη ότι είχεν πυροβολήσει Ανθυπολοχαγός. Επείσθην ότι άλλαδιέτασσεν ο Στρατηγός και άλλα εποίουν οι υπό τας διαταγάς του»! Ως απίθαναεμφανίζονται και είναι τω όντι απίστευτα, αλλά κατά τρόπον αναμφισβήτητονβεβαιούνται και πλήρως αποδεικνύονται! Ήσαν πολλά ομοίως τα θύματα τουΣαββάτου, 17 -11- 1973 και της Κυριακής 18-11-1973.
Το πλήθος των ληφθεισώνμαρτυρικών καταθέσεων και τα συλλεγέντα έγγραφα στοιχεία παρέχουν την πλήρηεπί του προκειμένου απόδειξιν. Τας αμέσως επομένως ημέρας συνελήφθησαν οΠρύτανις του Πολυτεχνείου Κωνσταντίνος Κονοφάγος και οι καθηγηταί:Σκουληκίδης, Βέης, Κουμούτσος και Σακελλαρίδης, επί μακρόν στερηθέντες τηςελευθερίας των εις τα κρατητήρια της ΕΣΑ και εις μαρτύρια υποβληθέντες.Ανεξαρτήτως ήδη της εκτάσεως των συγκεκριμένων ζημιογόνων αποτελεσμάτων εκ της εκτεθείσης συμπεριφοράς στρατιωτικών και αστυνομικών, δέον ιδιαιτέρως εν τωσημείω τούτω να τονισθή ότι ο επιλεγείς και εφαρμοσθείς τρόπος ενεργείας εν τηεκτελέσει της εντολής ούτε ψυχολογικόν εκφοβισμόν συνιστά, ούτε υπακοήν ειςδοθείσης, δήθεν, αυστηρός διαταγάς δια μη πυροβολισμούς υποδηλοί.
Και ανά μέσοντου πλήθους των αντιφάσεων, αντιθέσεων και παλινωδών περί την αντιμετώπισιν του προβλήματος αγωνιώδες, αλλά και αμείλικτον ορθούται εις την ψυχήν παντός – όντοςανθρώπου – το ερώτημα: Ποία, τέλος, πάντων, ήτο η θέσις των τότε κρατούντωνέναντι της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου; Διότι η πρόθεσις της ικανοποιήσεως τωνφοιτητικών αιτημάτων, περί ης ωμίλουν, είναι αντίθετος προς την απαγόρευσιν τωνφοιτητικών αρχαιρεσιών ή τις επηκολουθήσασαν απηνή καταδίωξιν. Η απαγόρευσιςπαντός πυροβολισμού, ως θεωρητική εντολή, εμυκτηρίσθη δεινώς από το όργιον τωνριπτομένων βολών.
Ο σεβασμός του Πανεπιστημιακού ασύλου, υπέρ ου οι πάντεςεκόπτοντο, εξηυτελίσθη υπό τας ερπύστριας του παραβιάσαντος τας πύλας τουΠολυτεχνείου άρματος μάχης. Η περί κινήσεως τριών ή τεσσάρων μόνον αρμάτωνδήθεν εντολή του τότε πανίσχυρου Δικτάτορας κατεπνίγη εις τον ορυμαγδόν τουπλήθους των κατελθόντων εις το Πολυτεχνείον αρμάτων. Ο επιδιωκόμενος δήθενψυχολογικός επηρεασμός μετεβλήθη εις οιονεί στρατιωτικήν επιχείρησιν εις βάροςαόπλων, η προστασία των εξερχόμενων του Πολυτεχνείου σπουδαστών δενσυμβιβάζεται με τας καταξιώσεις, τους προπηλακισμούς, τους εξευτελισμούς, ταςκακοποιήσεις και το όργιον των συλλήψεων. Ο σεβασμός της αυτοτέλειας τωνΑνωτάτων Πνευματικών Ιδρυμάτων δια της συλλήψεως και του βασανισμούΑκαδημαϊκών Διδασκάλων, η διατυμπανισθείσα, τέλος, με πολλήν αυταρέσκειαν,αναίμακτος επιχείρησις κατεκλύσθη από το αίμα των αθώων θυμάτων της.
Διατίλοιπόν πάντα ταύτα; Διότι το τότε καθεστώς και αι όπισθεν αυτού κρυπτόμεναιτάσεις επεδίωκαν μόνον να διατηρήσουν, αντί πάσης θυσίας, την εξουσίαν οι μεν, ή να επιβούν ταύτης οι δε και εμφανώς ηδιαφόρουν δια την τύχην των φοιτητών! Καιτις πταίει; Πάντες αι εξαπολύσαντες τας δυνάμεις αυτάς του ολέθρου καιεμπνεύσαντες την πολιτικοποίησιν της κινήσεως, οργανώσαντες ή εκμεταλλευθέντεςτην όλην επιχείρησιν εμφανείς ή αφανείς δράσται, περί ων, όμως, κατωτέρω.
II. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Α. ΝΕΚΡΟΙ:
Βαρύς υπήρξεν ο φόρος του αίματος εις νεκρούς και τραυματίας ο καταβληθείς διατην καταστολήν δια την καταστολήν της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου. Και των μεντραυματιών τον αριθμόν, ήγγισε, μετά βεβαιότητας μάλλον, η έρευνα. Ανεξιχνίαστος,όμως, παραμένει εισέτι ο ακριβής αριθμός των νεκρών. Σύντονοι κατεβλήθησαν προςτην κατεύθυσιν ταύτην προοπάθειαι και πέραν των αμέσως η εμμέσωςπεριερχομένων εις γνώσιν μου έκκλησις δια του Τύπου δημοσία διετυπώθη, όπωςκαταγγελθώσιν ή αναφερθώσι περιπτώσεις θανάτων ή και εξαφανίσεων ατόμωνσυνεπεία των γεγονότων του Πολυτεχνείου.
Και είναι αληθές ότι ουδέν περιοτατικόνκατηγγέλθη. Δεν αντλείται, όμως εντεύθεν απόδειξις περί ανυπαρξίας τοιούτων. Διότικατά τη διαδρομήν της ερεύνης εβεβαιώθησαν ή και απλώς επιθανολογήθησανπεριστατικά εδραιούντα παρ’ εμοί την πεποίθησιν ότι οι νεκροί εκ των γεγονότων τουΠολυτεχνείου υπήρξαν περισσότεροι των επισήμως ανακοινωθέντων. Δι’ ο καικατανοώ τα ελατήρια της σιωπής των παθόντων. Περί πάντων τούτων, όμως, αναλυτικώτερον, ως ακολούθως, αφού προηγουμένωςτονισθεί ότι ουδείς απολύτως εκ των σπουδαστών του Πολυτεχνείου εφονεύθη κατάτο ανωτέρω τριήμερον (οράτε υπ’ αριθμ. 33437 /11.10.74 έγγραφον της Συγκλήτουτου Πολυτεχνείου προς υμάς).
α) Επισήμως ανακοινωθέντες νεκροί είναι οι ακόλουθοι:
1. Διομήδης Ιωάννου Κομνηνός, ετών 17, μαθητής. Εφονεύθη έξωθιτου Πολυτεχνείου περί ώρα 22.15′ της 16.11.73. Βασίμως πιθανολογείται ότι δράστης τουφόνου τούτου είναι ο προεκτεθείς Συνταγματάρχης.
2. Βασίλειος Παναγιώτου Φαμέλλος, ετών 26. Εφονεύθη εγγύς του υπουργείουΔημοσίας Τάξεως περί ώρα 22.30′ της 16.11.73, βληθείς προφανώς υπό τίνος των εκ του υπουργείου πυροβολούντων.
3. Toril Engelend, σπουδάστρια, Νορβηγίς. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περίώρα 23.30′της 16.11.1973 παρ’ αγνώστου δράστου.
4. Γεώργιος Ανδρέου Σαμούρης, σπουδαστής, ετών 22. Εφονεύθη υπ’ αγνώστου ειςάγνωστον σημείον εξ επαφής περί το μεσονύκτιον της 16.11.1973 και το πτώμα τουμετεφέρθη και απερρίφθη εις την διασταύρωσιν των οδών Καλλιδρομίου καιΖωσιμάδων (Κατάθεσις υπ’ αριθμ. 137).
5. Αλέξανδρος Ευστρατίου Σπαρτίδης, ετών 16, μαθητής. Εφονεύθη επί της οδούΚότσικα (παρόδου Πατησίων) την 10.20 ώραν της 17.11.1973, βληθείς υπόστρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
6. Μάρκος Δημητρίου Καραμάνης, ετών 23. Εφονεύθη ευρισκόμενος εις την επί τηςοδού Πατησίων και Αιγύπτου 1 πολυκατοικίαν την 10.30 ώραν της 17.11.1973,βληθείς ομοίως υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
7. Βασίλειος Καράκας, Τούρκος υπήκοος, ετών 43. Εφονεύθη εις την πλατείανΑιγύπτου περί ώραν 13.00′ της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
8. Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας, ετών 6. Εφονεύθη επί της οδού Ορεινής ΤαξιαρχίαςΖωγράφου περί ώραν 13.30 της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιώτου ευρισκομένουέμπροσθεν του Ναού του Αγίου Θεράποντος.
9. Βασιλική Φωτίου Μπεκιάρη, ετών 17. Εφονεύθη ευρισκομένη εις την ταράτσα τηςεπί της οδού Μεταγένους 8 – Νέος Κόσμος οικίας της περί ώρα 12.30′ της17.11.1973, δεχθείσα εις την κεφαλήν της βλήμα αδέσποτον άρματος.
10. Γεώργιος Αλεξάνδρου Γεριτσίδης, ετών 48, εφοριακός υπάλληλος. Εφονεύθηευρισκόμενος εν Ν. Λιοσίοις προς εκτέλεσιν υπηρεσίας περί ώραν 12.15′ της17.11.1973 δεχθείς ομοίως βλήμα αδέσποτον άρματος μάχης εις την κεφαλήν.
11. Νικόλαος Πέτρου Μαρκουλής, ετών 25. Εφονεύθη παρά την πλατείαν Βάθης περίώραν 11.00′της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
12. Στυλιανός Αγαμ. Καραγεώργης, ετών 19, εργάτης. Ετραυματίσθη θανασίμως επίτης οδού Πατησίων, έμπροσθεν του κινηματογράφου ΕΛΛΗΝΙΣ, περί ώρα 10.00′της17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσεν εις το ΚΑΤ την30.11.1973.
13. Ανδρέας Στεργίου Κουμπος, ετών 63. Ετραυματίσθη σοβαρώς διερχόμενος τηνοδό Καποδιστρίου περί ώρα 14.00′ της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματοςκαι απεβίωσε την 30.1.1974.
14. Μιχαήλ Δημήτριου Μυρογιάννης, ετών 20. Εφονεύθη εις την διασταύρωσιν τωνοδών Πατησίων και Στουρνάρα περί ώραν 13.30′ της 18.11.73, βληθείς διαπεριστρόφου εις την κεφαλήν και
15. Κυριάκος Δημητρίου Παντελάκης, ετών 45, δικηγόρος. Ετραυματίσθη σοβαρώςεπί της οδού Γλάδστωνος περί ώραν 12.40′ της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένουεπί της οδού Πατησίων άρματος και απεβίωσεν την 18.12.1973.
β) Νεκροί πλήρως βεβαιωθέντες:
1. Σπύρος Κοντομάρης, δικηγόρος. Απεβίωσεν τας απογευματινός ώρας της16.11.73ευρισκόμενος επί της οδού Γεωργίου Σταύρου, συνέπεια θανατηφόρου επενέργειαςτων ριπτομένων υπό της αστυνομίας αερίων (κατάθ. υπ’ αριθμ. 93).
2. Αικατερίνη Αργυροπούλου, ετών 75. Ετραυματίσθη σοβαρώς ενώ ευρίσκετο ειςτην εν Αγ. Αναργύροις οικίαν της περί ώραν 11.00′ της 17.11.1973, δεχθείσααδέσποτον βλήμα άρματος και απεβίωσεν κατά μήνα Μάιον 1974 και
3. Δημήτριος Παπαϊωάννου, ετών 60, ιδιωτικός υπάλληλος. Απεβίωσεν τηνμεσημβρίαν της 17.11.1973 εκ προσφάτου εμφράγματος του μυοκαρδίου κατά τηνιατροδικαστικήν έκθεσιν σοβαρώς όμως, υπό της συζύγου του αμφισβητούμενης και υποστηριζούοης ότι ο σύζυγος της απεβίωσεν είτε βληθείς δι’ όπλου, είτε υποστάςσυγκοπήν εκ των ριπτομένων αερίων, καταθεσάσης δε ότι μόνον εις το Νεκροταφείοντης επετράπη να πλησιάσει απλώς και να ατενίσει το πρόσωπον του νεκρού συζύγουτης.
γ) Νεκροί βασίμως προκύπτοντες:
1. Ο ιατρός – χειρουργός Γεώργιος Γρηγοριάδης, μετά λόγου γνώσεως καταθέτει ότιο ίδιος προσωπικώς αντελήφθη και διεπίστωσεν ιατρικώς τον θάνατον (2) δύοαγνώστων νέων, πληγέντων: Του μεν ενός εις την πλατείαν Βικτωρίας περί ώραν11.00′ της 17.11.1973 δια βλήματος περιστρόφου υπό Ανθυπασπιστού τηςΧωροφυλακής ριφθέντος, του δε ετέρου εις την οδόν Γ Σεπτεμβρίου περί ώραν 12.00′της 18.11.1973 δια βλήματος διερχομένου άρματος (κατάθ. υπ’ αριθμ. 25).
2. Η μάρτυς Παναγ. Παπακυριακού καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού μικράςκορασίδος, ηλικίας 9 περίπου ετών, εις την γωνίαν των οδών Πατησίων καιΚλωναρίδου περί ώραν 14.00 της 17.1.1.1973 εκ βλημάτων διερχομένου άρματος, εξων και η ιδία ετραυματίσθη βαρύτατα (κατάθ. υπ’ αριθμ. 168).
3. Ο φοιτητής Λεωνίδας Ανωμερίτης, καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού νεαράς μαθήτριας, εντός του χώρου του Πολυτεχνείου ευρισκόμενης, περί ώρα 11.45′της 16.11.1973, δια βλήματος ριφθέντος εκ του εκτός του Πολυτεχνείου χώρου(κατάθ. υπ. αριθμ. 32).
4. Ο Φαρμακοποιός Αλέξανδρος Παναγόπουλος καταθέτει ότι, ότε προ τουμεσονυχτίου της Παρασκευής 16.11.1973, επεσκέφθη μετά της συζύγου του τοΠολυτεχνείον προς παροχήν υπηρεσιών εις τους τραυματίας και εισήλθεν εις τοαυτόθι υπάρχον πρόχειρον ιατρείον, ιδίοις όμμασιν αντελήφθη την ύπαρξιν (3) τριών νεκρών και μιας γυναικός θανασίμως τραυματισθείσης, τα τραύματα των οποίωνσαφώς περιγράφει. Προσθέτει δε ότι εκ μελών της Συντονιστικής Επιτροπής Φοιτητών έλαβε την πληροφορίαν ότι είχαν και οκτώ (8) εισέτι νεκρούς, τα πτώματα των οποίων είχον τοποθετηθεί και εφυλάσσοντο εις παρακείμενον χώρον ίνα μη υποπέσουν εις αντίληψιν των σπουδαστών και προκληθή πανικός (κατάθ. υπ’ αριθμ.245).
5. Περί των ανωτέρω νεκρών σαφώς καταθέτουν και σπουδασταί, μέλη τηςΣυντονιοτικής Επιτροπής, οι οποίοι και περιγράφουν με ενάργειαν τα τραύματα ταοποία έκαστος των νεκρών συναδέλφων των έφερεν (Οράτε καταθέσεις υπ’ αριθμ.41,45 και 217).
Και ναι μεν ο εις εκ των ανωτέρω μαρτύρων (217) καταθέτει και περίτα είκοσι δύο (22) πτωμάτων, άτινα ο ίδιος ούτος προσωπικώς αντελήφθη,περιστατικόν όπερ δεν επεβεβαιώθη, πλην σοβαροί διάτην αλήθειαν τωνκατατιθεμένων προκύπτουν ενδείξεις εκ της προεκτεθείσης καταθέσεως Αλέξ.Παναγοπούλου, όστις και αναφέρει ότι αντελήφθη θάλαμον υπό του περιβόητουΠίμπα – πράκτορας της ΚΥΠ (κατάθ. υπ’ αριθμ. 29 και 176 μετά μαγνητοταινίας) – φρουρούμενον, εις ον υπήρχον άνθρωποι δήθεν κοιμώμενοι, ων, όμως, η στάσις και ηόλη εμφάνισις εις πολλάς τον ανωτέρω μάρτυρα ενέβαλεν υποψίας (οράτεκατάθεσιν). Ανακήπτει βεβαίως το ερώτημα τι εγένοντο οι νεκροί αυτοί και σοβαράδια τους αντιλέγοντας αντλούνται εντεύθεν επιχειρήματα. Όμως προσφέρουν ίσωςαπάντησιν τα υπό των φυλάκων του νεκροθαλάμου του Ρυθμιστικού ΚέντρουΑθηνών κατατιθέμενα.
Ο μεν Νικ. Νίκας καταθέτει ότι κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας του μέχρι της 23.00′ ώρας της 16.11.1973 παρέλαβε και ετοποθέτησε ειςτον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα νέων ανδρών, ηλικίας 22-25 ετών, τα οποία δενσυνωδεύοντο από πιοτοποιητικόν θανάτου και κάρταν περί της ταυτότητος του νεκρού (κατάθ. υπ’ αριθμ. 80). Ο εκ του ανωτέρω παραλαβών ακολούθως υπηρεσίανΙωάννης Μάρας, καταθέτει ότι από της 23.00′ ώρας της 16.11.1973 μέχρι 7.00′ της17.11.1973 παρέλαβεν και ετοποθέτησεν εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα, νέων ομοίως ανδρών, ηλικίας 20-35 ετών, έκτων οποίων τα τέσσερα (4) ήταναγνώστου ταυτότητος (κατάθ. υπ’ αριθμ. 89). Και ούτω κατά την τραγικήν εκείνην νύχτα των γεγονότων, 16 προς 17 Νοεμβρίου 1973, ένδεκα (11) πτώματα αγνώστων νέων διακομίζονται εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών, άτινα, όμως, πλην ενός(κατά τα επίσημα στοιχεία του Νοσοκομείου) ουδαμού εμφανίζονται, ούτεκαταχωρίζονται!
Και η ανυπαρξία επισήμων στοιχείων εν τω Νοσοκομείω δεναποδεικνύει βεβαίως την ανυπαρξίαν πτωμάτων, διότι αι καταθέσεις είναικατηγορηματικοί και σαφείς και πλήρως εκ της ερεύνης εβεβαιώθη ότι ουδεμίαεγένετο επίσημος εγγραφή του πλήθους των εισαγομένων τότε τραυματιών εις τοΓενικόν βιβλίον της πύλης. Μόνον οι αυτόθι ευρισκόμενοι αστυνομικοί εμερίμνωνδια τα καθ’ εαυτούς περί τούτου και τα υπ’ αυτών συλλεγέντα στοιχεία, κατά τομάλλον ακριβή, μετά των εν συνεχεία εις τα βιβλία των κλινικών του Νοσοκομείουεγγραφών, προσέφεραν ημίν αποδείξεις περί του αριθμού των διακομισθέντων εις τοΡυθμιστικόν τραυματιών! Θα ήτο μάταιον επομένως να ερευνηθή περαιτέρω,μολονότι επεχειρήθη, τι εγένοντο οι νεκροί ούτοι!
Επισημαίνομεν μόνον τοπρόβλημα και τονίζομεν ότι τα υπό των ανωτέρω κατατιθέμενα πλήρωςεναρμονίζονται προς τα υπό των σπουδαστών υποστηριζόμενα ως προς τον αριθμόντων δέκα (10) περίπου νεκρών. 6. Πλήρως εκ των εκτεθέντων εβεβαιώθη η εν ψυχρώ δολοφονία νέου ανδρός εις τοΡυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών υπό των αυτόθι υπηρετούντων, κατά την τραγικήναυτήν νύκτα, αστυνομικών (καταθέσεις υπ’ αριθμ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94), αλλάκαι δευτέρα τοιαύτη θανατώσεως τραυματίου συνεπεία ξυλοδαρμού, εις χείρας τουιατρού χειρουργού Λέων. Παπασταματίου (κατάθ. υπ’ αριθμ. 86) αποβιώσαντος. Τιεγένοντο οι δύο (2) ούτοι νεκροί; Διότι είναι πλήρως βεβαιωμένον ότι ουδείς εξ αυτών ευρίσκεται εις τον κατάλογον των εξ (6) επισήμων νεκρών του Ρυθμιστικού,εξ ων μάλιστα μόνον εις (ο άγνωστος αρχικώς και γνωστός ακολούθως Βασ.Φαμέλλος) διεκομίσθη κατά τον επίμαχον χρόνον της νυκτός της 16ης προς 17ην Νεομβρίου 1973.
Επίτασις της αγωνίας εκ του τιθεμένου προβλήματος! Δι’ ο και οπροεκτεθείς ιατρός – χειρουργός, προσωπικώς παρακολουθήσας τα γεγονότα εις τοΡυθμιστικόν και εις την επιχείρηση/ σωτηρίας, συμμετασχών ειδικώς περί τουαριθμού των εν τω Ρυθμιστικοί νεκρών εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείουερωτηθείς, καταθέτει ότι πρέπει ν’ ανέρχωνται εις είκοσι (20) ή είκοσι πέντε (25) καιαιτιολογεί διατί (Οράτε κατάθεσιν ομοίως και τας 47 και 98). Εκ των εκτεθέντωνδήλον καθίσταται ότι εις τους καταλόγους των επισήμως ανακοινωθέντων δέκα πέντε(15) νεκρών και υπό της ερεύνης βεβαιωθέντων τριών (3) τοιούτων δέον ναπροστεθούν και έτεροι δέκα έξι (16) τουλάχιστον βασίμως προκύπτοντες, οίτινες,τονιστέον και πάλι, ουδεμίαν έχουν, ως προς την ταυτότητα, σχέσιν με τους επισήμωςανακοινωθέντος. Παραμένει βεβαίως πάντοτε το ερώτημα: Τι εγένοντο τα πτώματατων νεκρών τούτων και διατί οι οικείοι των εξακολουθητικώς σιωπούν; Δεν είναιεύκολος η απάντησις εις τον χαράσσοντα τας γραμμάς ταύτας.
Είναι υποχρέωσις,όμως, η έναντι του προβλήματος θέσις και η κατανόησις των ανερμήνευτων ήαδυνάτων. (Οράτε σχετικώς κατάθεσιν Δημ. Πίμπα, υπ. αριθμ. 71). δ) Νεκροί εκ διαδόσεων πιθανολογούμενοι: Πολλά τω όντι περί μεγάλου αριθμού νεκρών διαδίδονται και θρυλούνται. Διάφοροικατάλογοι περί τούτων κυκλοφορούν, δύο των οποίων αναφερόντες ονόματα νεκρών46 και 59, αντιστοίχως, περιήλθαν εις χείρας μου και απετέλεσαν αντικείμενονειδικής, επισταμένης και αγωνιώδους ερεύνης. Αμφότεροι εκυκλοφόρησαν το πρώτονεις την αλλοδαπήν και ο εις εξ αυτών επιμέλεια πολλών γνωστών Ελλήνων, εις τοεξωτερικόν κατά την εποχήν της Δικτατορίας ευρισκομένων. Είναι αμφότεροιελλιπείς κατά τα στοιχεία των και η επ’ αυτών έρευνα εις ουδέν το συγκεκριμένοναπέληξε. Βεβαίως ο πρώτος αυτών κατετέθη παρά προσώπου λίαν αξιόπιστου,βεβαιώσαντος περί της σοβαρότητος της ερεύνης και της εγκυρότητος τωνπορισμάτων αυτής εν τη αναγραφή των ονομάτων του καταλόγου.
Εξ ουδενός, όμως,ετέρου στοιχείου ενισχύθη η άποψις αυτή και των αναγραφομένων ονομάτων ησυμπλήρωσις δεν επετεύχθη, ίνα διευκλυνθή ακολούθως η έρευνα εν τη αναζητήσειτης αληθείας. Ο έτερος των καταλόγων κατά πολύ ελλιπέστερος εμφανίζεται κατά τοπεριεχόμενόν του και ουδέν ουδαμόθεν προσφέρεται προς επιβεβαίωσίν του. Ο υιοθετήσας τούτον μάρτυς επί της υποθέσεως και μηνυτής Γρηγόριος Παπαδάτος,ειδικώς εφ’ ημών κληθείς όπως προσκόμιση ή κατονομάση έστω στοιχεία ενισχυτικάτων απόψεων του, ουδέν περί του αντικειμένου τούτου κατέθεσεν. Σοβαρώς εξετέρου εκ της ερεύνης ημών επιθανολογήθη ότι εξ (6) εκ των αυτώ αναφερομένωνονομάτων αφορούν τους τραυματίας των γεγονότων, ενώ πλήρως εβεβαιώθη ότιόνομα αναμφισβητήτως νεκρού, του Αλεξ. Σπαρτίδη, δεν αναφέρεται εν αυτών(οράτε το από 20.7.74 ενημερωτικόν σημείωμα Γεν. Ασφαλείας και της υπ’ αριθμ.51075 Φ. 680 /15 /14.10.74 αναφοράν της προς υμάς).
Ουδείς βεβαίως δύναται νααποκλείση το ενδεχόμενον μήνυμα αληθείας εκ των καταλόγων τούτων ναεκπορεύεται και πολλοί ή και άπαντες οι προαναφερθέντες, αριθμητικώς μόνον ωςβασίμως προκύπτοντες, νεκροί να αποτελούν μέλη των εν αυτοίς αναγραφομένωνομάδων ή και να αναφέρονται εις αυτούς αι υπό ετέρων μαρτύρων κατατιθέμενοι,ανεπιβεβαίωτοι όμως παραμένουσαι περιπτώσεις πιθανών νεκρών (οράτε καταθέσεις υπ’ αριθμ. 183, 209, 218, 255, 50 και 55). Τα ενδεχόμενα όμως ταύτα πόρρωαφίστανται του ασφαλούς και βέβαιου, όπερ και μόνον δύναται να αποτελέσηστοιχείον αποδεικτικόν.
Οίκοθεν νοείται ότι η αυτή προσήκει απάντησις και υπεύθυνος θέσις και έναντι των περί υπάρξεως ομαδικών τάφων διαθρυλουμένων,μολονότι σκληρά δια τον γράφοντα υπήρξε δοκιμασία η λήψις της καταθέσεωςατόμου, στρατιώτου όντος κατά την ερευνωμένην περίοδον, όστις, δια τωνκατατεθέντων του και της όλης του τραγικής – αληθώς – εμφανίσεως, πολλάς καισυγκλονιστικός μοι προεκάλεσεν ανησυχίας και απορίας (κατάθεσις υπ’ αριθμ. 190).
Β. ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ:
Είναι αληθώς μέγας ο αριθμός των τραυματιών. Κατά τα υπό της ερεύνης ημώνσυλλεγέντα στοιχεία και δη τας υπό των Νοσοκομείων, Κλινικών και Ιατρών υποβληθείσας καταστάσεις, οι επισήμως γνωσθέντες τραυματίαι του από 16ης μέχρικαι 19ης Νοεμβρίου 1973 αιματηρού τριημέρου ανέρχονται εις χίλιους εκατόν τρεις(1.103) πολίτας και 61 αστυνομικούς.
Εις τούτους δέον να προστεθούν καιανεξακρίβωτον πλήθος ετέρων πολιτών οίτινες ή εφυγαδεύοντο υπό των ιατρών ήενοσηλεύοντο οίκοι, ή και ουδαμού προς νοσηλείαν κατέφευγαν, φοβούμενοιπροφανώς δυσάρεστους δι’ αυτούς ή τας οικογενείας των εξελίξεις. Τα πλήρηστοιχεία ταυτότητος των τραυματιών τούτων απολύτως βεβαιούνται εκ των υποβληθεισών τη ερεύνη και συνημμένων τη παρούση σχετικών καταστάσεων.Ελαχίστων εκ των τραυματιών τούτων ελήφθησαν καταθέσεις, καθ’ όσον η εξέτασιςαπάντων θα απήτει χρόνον μακρόν, η διάθεσις του οποίου κείται εκτός των πλαισίωντης υπ’ εμού ενεργηθείσης προκαταρκτικής ερεύνης.
Γ. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΑΙ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑΙ:
Θλιβερός και προς την κατεύθυνσιν ταύτην υπήρξεν των ερευνωμένων γεγονότων οαπολογισμός εντός και εκτός του Πολυτεχνείου. Και δια τας μεν εντός τουΠολυτεχνείου καταστροφάς και φθοράς συνετάγη η από 18.11.73 έκθεσις τωνσυναδέλφων Εισαγγελέων Πρωτοδικών Ιωάννου Κυριαζή και Βασιλείου Παπά, ήτις και εμπεριέχει συγκεκριμένος, κατά περιγραφήν, όμως μόνον και ουχί κατ’ εκτίμησιν,διαπιστώσεις, ως προς δε τας εκτός του Πολυτεχνείου τοιαύτας προέβησαν ειςαπολογισμόν τα κατά περιφερείας αρμόδια Αστυνομικά Τμήματα, αι διαπιστώσειςτων οποίων εμπεριέχονται εις το παράρτημα Α’ της υπ’ αριθμ. 18148 Φ.650.10/21.11.73 αναφοράς της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών προς το υπουργείον Δημοσίας Τάξεως (οράτε τα στοιχεία ταύτα). Αναγκαίον ήδη καθίσταταιόπως εις τα πλαίσια της παρούσης ερεύνης και επί τω τέλει της και επί του παρόντοςαντικειμένου διακριβώσεως αξιοποίνων πράξεων, μη εμπιπτουσών εις την δια τουΠ.Δ. 519/74 αμνηστίαν, ως και της επισημάνσεως δραστών, ύπαρξη συγκεκριμένηκαι υπεύθυνος θέσις, ίνα ακολούθως ενεργηθούν τα περαιτέρω νόμιμα.
Εντονίσθηανωτέρω και είναι πεποίθησις του γράφοντος εκ της εκτιμήσεως των ανά χείραςστοιχείων απορρέουσα ότι πλήθος εξωφοιτητικών στοιχείων και πράκτορες μυστικώνκαι άλλων υπηρεσιών ευρίσκοντο μεταξύ των σπουδαστών εντός και εκτός τουΠολυτεχνείου κατά το περί ου πρόκειται αιματηρόν προσιδιάζουσα, αλλ’ ηρωικήαληθώς η προσπάθεια των σπουδαστών να διαφυλάξουν, προστατεύσουν ναπεριφρουρήσουν το ίδρυμα και τα περιουσιακά του στοιχεία. Είναι ομόθυμος,συγκινητική και λίαν αποκαλυπτική η επί του θέματος τούτου θέσις απάντων τωνεξετασθέντων καθηγητών του Πολυτεχνείου. Προσωπικώς πολλοί εξ αυτώνδιεπίστωσαν την ανησυχίαν και αληθή αγωνίαν των σπουδαστών να προστατεύσουντο ίδρυμα, αίτινες και υλοποιήθησαν εις λήψιν συγκεκριμένων υπ’ αυτών μέτρων.Ειδικοί πινακίδες εφιλοτεχνήθησαν και ανηρτήθησαν εις τας θύρας εργαστηρίωνδιάτων φράσεων: «Συνάδελφοι προσοχή» και «απαγορεύεται η είσοδος» και σκοποίειδικώς προ αυτών ετοποθετήθησαν.
«Προσωπικώς – γνωρίζω – καταθέτει οκαθηγητής Θεόδωρος Σκουλικίδης – ότι οι σπουδαοταί εφρούρουν οι ίδιοι τα εργαστήρια, έναντι ξένων στοιχείων που επεχείρησαν να εισδύσουν εντός αυτών καιμέχρι της 4ης απογευματινής της 16.11.73 ουδεμία απολύτως ζημία ή φθορά είχεπροκληθή εις αυτά. Πεποίθησις μου είναι ότι αι εμφανισθείσαι εις το ίδρυμα ζημίαικαι διατυμπανισθείσαι, αφ’ ενός δεν ήσαν όσαι ανεκοινώθησαν, ως επισήμωςεβεβαιώθη υπό ειδικής επιτροπής εκ καθηγητών, αφ’ ετέρου δε προεκλήθησαν υπόστοιχείων ξένων προς τους οπουδαστάς. Επί του σημείου τούτου είμαικατηγορηματικός, διότι γνωρίζω την ανωτερότητα, την ωριμότητα και τον σεβασμόντων σπουδαστών προς το ίδρυμα» (κατάθεσις υπ’ αριθμ. 10). Υπό το αυτό πνεύμα καιμετά κατηγορηματικότητος καταθέτουν ο πρύτανις Κων. Κονοφάγος και οικαθηγηταί:
Περ. Θεοχάρης, Παν. Λαδόπουλος, Γεώργιος Βέης, ΝικόλαοςΚουμούτσος, Παύλος Σακελλαρίδης, Θεοχ. Πολυχρονόπουλος και ο ΕπιμελητήςΒασίλειος Ιατρίδης. Ο τελευταίος μάλιστα ούτος, προσωπικώς μοχθήσας και μετάτων σπουδαστών συνεργασθείς δια την προστασίαν του ιδρύματος και τηνπεριφρούρησιν των περιουσιακών του στοιχείων, αναλυτικώς εις ειδικόν υπόμνημαεξιστορεί την ηρωικήν ταύτην προσπάθειαν και επιλέγει ότι «εγκατέλειψα τοΠολυτεχνείον περί ώραν 22.15′ αφήνοντας τα πάντα εις την αυτήν κατάστασιν εις ηντα εύρον την Πέμπτην το πρωί» (οράτε καταθέσεις, υπ’ αριθμ. 10,11, 12, 16, 22, 37,39, 132 και 175). Και περί πάντων τούτων καταθέτουν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοίδιδάσκαλοι και η μαρτυρία των προς την αλήθειαν αναμφισβητήτως στοιχείται.
Δι’ οκαι είναι εύλογον, στοιχειώδους, καλής πίστεως επακόλουθον, να σκεφθή τιςπεραιτέρω ότι εάν τοιούτον πνεύμα ανωτερότητας και πολιτισμού εχαρακτήριζε ταςεκδηλώσεις των σπουδαστών μέχρι της ως είρηται ώρας, θα ήτο ψυχολογικώςαδιανόητον και πραγματικώς αδύνατον το ούτω πως εκδηλώθεν υψηλόν αγωνιστικόνήθος να μεταβληθή την υστάτην στιγμήν, ότε ο φόβος πλέον συνείχε τα πάντα, ειςβάρβαρον ηροστράτειον μένος. Αλλά και δια τον παραμένοντα τυχόν δύσπιστον καιμεμψίμοιρον υφίσταται και ετέρα, καταλυτική πάσης αμφιβολίας απάντησις.Προέρχεται εκ της καταθέσεως του καθηγητού Θεοχ. Πολυχρονοπούλου η εξής: Τηνπρωίαν του Σαββάτου 17.11.73, ότε οι «βάνδαλοι» είχον εκδιωχθή του Πολυτεχνείου,επεσκέφθη το γραφείον του και με πολλήν ικανοποίησιν και ανακούφισν διεπίστωσενότι «δεν είχεν υποστή ζημίας εκ των γεγονότων και τα προσωπικά του αντικείμεναευρίσκοντο εις τας θέσεις των». Ότε όμως μετά μίαν εβδομάδα μετά την υπό τωνΑρχών Παράδοσιν του Πολυτεχνείου εις την Σύγκλητον, επεσκέφθη και πάλιν τογραφείον του ευρέθη προ καταστάσεως εντελώς διαφόρου και αντιθέτου τηςπροηγουμένης.
Πολλά προσωπικά του αντικείμενα και υπηρεσιακά τοιαύτα, όπως ειςπροβολεύς διαφανειών, είχον εξαφανισθή και «ενώπιον του παρουσιάσθη εικώνγραφείου λεηλατημένου»! Ποιοι άραγε είναι οι δράσται του βανδαλισμού τούτου; Όχι βεβαίως οι οπουδασταί, οίτινες εις την γενικότητα, των τότε λεκτικώνδιανθισμάτων και δια το αντικείμενο τούτου, ατυχώς, εδέχθησαν ρύπους και έσυροντης αποδοκιμασίας την κατακραυγήν! Και το συμπέρασμα είναι ότι κλοπαίδιεπράχθησαν και φθοραί διακεκριμένοι εις βάρος της περιουσίας του Πολυτεχνείουπροεκλήθησαν, υπό προσώπων μη συνδεομένων προς τον σπουδαστικόν κόσμον. Ωςπρος το ύψος ήδη της ούτω προξενηθείσης εις βάρος του Πολυτεχνείου ζημίαςβεβαιούται ότι ανέρχεται εις το ποσόν του 1.268.153 (οράτε τα υπ’ αρθ. Ε.Π. 804 / 74έγγραφον του Πρυτάνεως μετά της συνημμένης αυτώ επισήμου εκθέσεωςεκτιμήσεως).
III. ΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΝΤΩΝ
Α’ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ:
Τα εκτεθέντα πραγματικά περιστατικά, αναγόμενα ήδη εις την του προσήκοντος κανόνος δικαίου εφαρμογήν, στοιχειοθετούν, κατά τη γνώμην ημών, τας ακολούθωςαξιοποίνους πράξεις:
1. Ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εν συρροή (αρ. 94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
2. Απόπειρας ανθρωποκτονιών κατά συρροήν (αρ. 42.94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
3. Επικίνδυνους σωματικάς βλάβας κατά συρροήν (αρ. 94 παρ. 1, 308 και 309 Π.Κ.).
4. Παρανόμους κατακρατήσεις (αρ. 325 Π.Κ.).
5. Φθοράς πραγμάτων χρησιμευόντων εις κοινόν όφελος (αρ. 381 παρ. 1 και 382 εδ.α’ Π.Κ.).
6. Πρόκλησιν εις τέλεσιν κακουργήματος ή πλημμελήματος (αρ. 186 Π.Κ.).
7. Συμμετοχή εις τας πράξεις ταύτας (ως ηθικής αυτουργίας ή συνεργείας – αρ. 46 και47 Π.Κ.).
8. Παράνομον οπλοφορίαν (αρ. 1 και 6 παρ. παρ. 1 και 3 Ν.Δ. 542 / 80).
9. Απειλάς (αρ. 333 Π.Κ.) και
10. Βλασφημίας (αρ. 198 παρ. 1 Π.Κ.).
Β. ΑΜΝΗΣΤΙΑ
εκ του Π.Δ. 519 / 74 και αι ανωτέρω πράξεις:
Κατά την εν αρχή της παρούσης μνημονευομένην παραγγελίαν η ερευνά μου θα έδει να περιορισθή εις μονάς τας πράξεις, τας μη εμπίπτουσας εις την δια του ως είρηταιΠ.Δ/τος χορηγηθείσαν αμνηστίαν. ο προσδιορισμός όμως των υπό της αμνηστίαςκαλυπτομένων πράξεων και η χάραξις της ορθής περαιτέρω πορείας έρευνης, θέτειπρο ημών σοβαρόν ερμηνευτικόν πρόβλημα, η αντιμετώπισις του οποίου παρίσταταιαναγκαία, επί τω τέλει διαμορφώσεως υπευθύνου γνώμης. Είναι αληθές ότι τογράμμα του ως είρηται νόμου παρέχει απόψεις ευχερείς υπέρ της παραδοχής τηςαμνηστεύσεως και δια τας ως είρηται πράξεις.
Και ίδιου αύται:
1. Η διατύπωσις της διατάξεως είναι σαφής και ευρύτατον το χαραχθέν περίγραμματων εις την αμνήστευσιν υπαγομένων αδικημάτων. Αμνηστεύονται ούτω «τα καθ’οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι και της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα,τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Π. Κωδικός ως και ταπρος αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ’ όσον πάντα ταύτα έχουν σχέσιν προς τηνκατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21ης Απριλίου 1967». Είναι εμφανές ότι τοπροκύπτον εντεύθεν εννοιολογικόν πλαίσιον καλύπτει και τας περί ων πρόκειται,ανωτέρω δε προσδιορισθείσας, αξιοποίνους πράξεις (εγκλήματα… τα προς αυτάσυναπτόμενα η συναφή… σχέσιν έχοντα προς την δημιουργηθείσαν από της 21ηςΑπριλίου 1967 κατάστασιν).
2. Η αντιπαραβολή και η σύγκρισις του παρόντος νομοθετήματος προς τοαποτέλεσαν πρότυπον αυτού Ν.Δ. 168/73 πρόσθεταν υπέρ της γνώμης ταύτης παρέχειεπιχείρημα. Διότι ενώ το Ν.Δ. 168 / 73 χαρακτηρίζει ως αμνηστευόμενα τα προεκτεθέντα αδικήματα μόνον αν «έτειναν ή οπωσδήποτε απόλβεπον εις την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως» κατά τη διατύπωσιν του περί ου πρόκειται Π.Δ. 519 / 74 απηλειωθη η τελευταία αυτή περικοπή.
Και η απάλειψις δεν δύναται ναθεωρηθή συμπτωματική και τυχαία, διαφυγούσα κατά την τεχνικήν διατύπωσιν του νομοθετήματος, καθ’ όσον ευθύς αμέσως ολόκληρος χρησιμοποιείται κατά τονπροσδιορισμόν των εις αμνήστευσιν υπαγομένων και προ της 21 Απριλίου 1967τελεσθεισών αξιοποίνων πράξεων, ως ακολούθως: «Ομοίως, αμνηστεύονται τα αυτάως άνω εγκλήματα τελεσθέντα προς της 21ης Απριλίου 1967 και τα προς αυτάσυναπτόμενα ή συναφή εφ’ όσον οπωσδήποτε απέβλεπαν προς την ανατροπήν τηςκαθεστηκυίας τάξεως». Και η ταύτη απάλειψις ολοκλήρου περικοπής, προσδιοριστικής της εννοίας και τουείδους του αμνηστευομένου εγκλήματος δεν καθιστά τόσον πρόδηλον το υποστηριχθέν ότι «το περί ου πρόκειται Π.Δ. αφορά περιοριστικώς και μόνον ταςεναντίον του κρατούντος μέχρι του Ιουλίου 1974 καθεστώτος πράξεις».
Αλλά περίτων εγκλημάτων τούτων ουδέν τίθεται θέμα δι’ ο και δεν απετέλεσαν αντικείμενοντης παρούσης ερεύνης.
3. Το περιεχόμενον του υπ’ αριθ. 106/73 Ν.Δ/τος πλήρως προς το υπ’ αριθ. 168 / 73εναρμονιζόμενον, καλύπτει δια της υπ’ αυτού καθιερουμένης παραγραφής ταςπράξεις των οργάνων της πολιτείας, εφ’ όσον αύται εξηρούντο της δια του Ν.Δ. 168 /73 χορηγούμενης αμνηστίας. Παρόμοιον όμως μέτρον δεν ηκολούθησε το Π.Δ. 519 /74. Και ευλόγως ερωτάται: Διατί; Διότι η απάλειψις της εκτεθείσης περικοπήςκατέστησε περιττήν την τοιαύτην πρόβλεψιν, ή διότι παρόμοιον μέτρον εκείτο εκτόςτης βουλήσεως του νομοθέτου. Κατά το αρ. 52 παρ. 3 του δια της υπ’ αριθ. 1 / 74συντακτικής πράξεως επαναφερθέντες εν ισχύι Συντάγματος του 1952 αμνησίαχορηγείται μόνον επί πολιτικών εγκλημάτων.
Και ως τοιαύτα νοούνται μόνον αι κατά της πολιτείας απευθυνόμενοι καιπροσβάλλουσαι δικαιώματα αυτής, εις ανατροπήν δε ή αλλοίωσιν της εν αυτήκαθεστώσης κατά το ισχύον πολίτευμα πολιτικής τάξεως τείνουσαι πράξεις (Α.Π. 238/ 30, 648 /_46, 457 / 47, 237 και 311 / 50, εν Θεμ. ΜΑ’ σελ. 607, ΝΣΤ σελ. 360, ΝΗ’σελ. 342, ΞΑ’ σελ. 738 και 904 και 228 54 Π. Χρ. ΙΔ’ σελ. 410). Δενσυγκαταλέγονται συνεπώς μεταξύ των εγκλημάτων τούτων και τα περί ων πρόκειταιτων κοινών ανθρωποκτονιών, τετελεσμένων και εν απόπειρα, των σωματικώνβλαβών, των διακεκριμένων φθορών κ.λπ. Παραδοχήν της αντιθέτου απόψεως οδηγείαναποτρέπτως εις ανεπίτρεπτον διεύρυνσιν της παραδεδεγμένης εννοίας τουπολιτικού εγκλήματος δια του χαρακτηρισμού ως τοιούτων και των κοινώνδολοφονιών! Εν προκειμένω όμως τίθεται πρόσθεταν ερμηνευτικόν πρόβλημα: τοεξής: Πολιτικά μόνον εγκλήματα αμνηστεύονται. Και εδηλώθη ότι το Π.Δ. 519 / 74αφορά μόνον και περιοριστικώς τας εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος πράξεις.
Τούτων δοθέντων ερωτάται: τι προσδιορίζουν εννοιολογικώς, ως προς το πολιτικόνπάντοτε έγκλημα, αι φράσεις του Π.Δ. «και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή»;Αι πράξεις των οργάνων της πολιτείας κατά την εποχήν ταύτην, αι στρεφόμενοι κατάτων πολιτικών δρώντων – εν τη εκτεθείση έννοια – ατόμων δεν είναι συναφείς προςτα τοιαύτας των καθ’ ων τα όργανα στρέφονται, εφ’ όσον Εγκλήματα συναφήθεωρούνται, κατ’ άρθρον 129 ΚΠΔ πλην άλλων και «όσα πράττονται υπό πολλώνκατ’ αλλήλων, είτε συγχρόνως, είτε εις διαφόρους τόπους και χρόνους»; Και εξετέρου ποία η έννοια των εν προκειμένω με τα βασικά πολιτικά εγκλήματα«συναπτομένων» τοιούτων;
Η επί των ανωτέρω ερωτημάτων γνώμη ημών είναι ηακόλουθος: Δέον να γίνη απαραιτήτως διάκρισις μεταξύ πολιτικών και κοινών εγκλημάτων. Και η διάκρισις αύτη συνάγεται εκ της φύσεως του προσβαλλόμενουδικαίου κατά την πραγμάτωσιν εκατέρου τούτων, εκ των ωθούντων τον δράστην καικατευθυνόντων την εγκληματικήν βούλησίν του ελατηρίων και εκ του επιδιωκομένουσκοπού.
Υφίσταται βεβαίως έννοια συναφής εις τον χώρον του πολιτικούαδικήματος, αλλά αύτη αναφέρεται εις το αδίκημα το καθ’ εαυτό μεν εις το κοινόνδίκαιον υπαγόμενον μετά τίνος όμως πολιτικού αδικήματος συνδεόμενον. Και ωςτοιαύτη σύνδεσις νοείται μόνον η χρησιμοποίησις των κοινών εγκλημάτων ως μέσουπραγματώσεως καθαρώς πολιτικού αδικήματος. Εκ των εκτεθέντων αβιάστωςπροκύπτει ότι, παρά την εκ πρώτης όψεως ευμενή γραμματικήν ερμηνείαν του νόμου,τα περί ων πρόκειται εγκλήματα των οργάνων της τότε κρατούσης πολιτειακήςτάξεως δεν υπάγονται εις την δια του Π.Δ. 519 / 74 χορηγηθείσαν αμνηοτίαν.
Προσθετέον τέλος ότι τα εγκλήματα ταύτα ούτε ως σύνθετα ή μικτά πολιτικάεγκλήματα δύνανται να θεωρηθούν. Σύνθετον πολιτικόν έγκλημα υφίσταται όταν διατης εγκληματικής δράσεως προσβάλλεται ή τε Πολιτεία και ιδιωτικά δικαιώματα και υφίσταται τοιαύτη προς άλληλα σχέσις, ώστε η επερχόμενη κατ’ ιδιώτου προσβολή να έχη ως άμεσον αποτέλεσμα την προπαρασκευήν, την διευκόλυνσιν και τηνεπιτυχίαν εγκλήματος πολιτικού.
Αλλά το τοιούτον υφίσταται μόνον εις τα πλαίσιατης αυτής και ενιαίας εγκληματικής δράσεως, ουχί δε και εις την αντίρροποντοιαύτην. Ούτω τα κατά του τότε δικτατορικού καθεστώτος στρεφόμενα εγκλήματατων πολιτικώς δρώντων ατόμων προσέβαλλαν ου μόνον την τότε κρατούσανπολιτειακήν τάξιν αλλά και ιδιωτικά δικαιώματα (καταστροφαί περιουσιακώνστοιχείων, κ.λπ.).
Εν προκειμένω όμως πρόκειται περί πράξεων των οργάνων τηςπολιτείας. Και είναι λογικώς απαράδεκτον και νομικώς αοτηρικτον να θεωρήσωμενότι είτε τα ελατήρια (υποκειμενική θεωρία), είτε η κατεύθυνσις της εγκληματικήςβουλήσεως (αντικειμενική θεωρία) των οργάνων τούτων – ενεργούντων,σημειωθήτω, προς προάσπισιν και ουχί προς κατάλυσιν της καθεστηκυίας τάξεως – ήσαν πολιτικά! Ήσαν τουναντίον καθαρώς εγκληματικά! Υφ’ οιανδήποτε όθενεκδοχήν τα περί ων πρόκειται και ερευνώμενα ώδε εγκλήματα, δεν αμνηστεύονται.Θα ήτο και αδιανόητον άλλωστε το τοιούτον, εν όψει του είδους και της βαρύτηταςτων εγκλημάτων τούτων, των συνθηκών της θεσμοθετήσεως της αμνηστεύσεως, τουαιτίου και του σκοπού του νομοθετήματος.
Γ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΠΡΟΣ ΚΟΛΑΣΜΟΝ
Α) Γενική ανάλυσις
Η εκ των εκτεθέντων πραγματικών περιστατικών επισήμανσις των προς τα γεγονότακαι τα τραγικά επακόλουθα τούτων συνδεομένων υπευθύνων προσώπων δενπαρίσταται εύκολος. Διότι, ως και εν αρχή της παρούσης ετονίσθη, πάντες πλην τωνφοιτητών εξεμεταλλεύθησαν το λεγόμενον σπουδαστικόν κίνημα και ο χώρος τουΠολυτεχνείου μετεβλήθη εις αιματοβαφή στίβον ενός απηνούς και εξοντωτικούαγώνος φανατικών πολιτικών αντιθέσεων. Και ακόμη διότι ουδεμίαν προς τα τραγικάεπακόλουθα των γεγονότων τούτων είχε σχέσιν το καθ’ ύλην υπεύθυνον καιαρμόδιον Υπουργείον Παιδείας και κατ’ επέκτασιν η Κυβέρνησις Σ. Μαρκεζίνη.Επιβάλλεται όθεν η δια μέσου του περιβάλλοντος την όλην υπόθεσιν ιδιόμορφου,περιέργου και εν πολλοίς σκοτεινού κλίματος αναζήτησις των πράγματι υπευθύνωνκαι η εν συνεχεία κατονομασία τούτων. Τονιστέον κατ’ αρχήν ότι ουδεμία, καθ’ημάς, βαρύνει ποινική ευθύνη μέλος της τότε πολιτικής Κυβερνήσεως, δια τουςκάτωθι λόγους: Κατά το τότε ισχύον Σύνταγμα άπασαι αι εις τα Υπουργεία ΕθνικήςΑμύνης και Ασφαλείας αφορώσαι αρμοδιότητες ανήκον εις τον Πρόεδρον τηςΔημοκρατίας. Εις τούτον ομοίως υπήγοντο και αι υπηρεσίαι πληροφοριών. Με τον φοιτητικόν κόσμον και τα ζητήματα των ησχολούντο πέντε (5) ειδικώτεραι υπηρεσίαι πληροφοριών, αι εξής:
α) Η Διεύθυνσις Νεότητοςτου ΥπουργείουΠροεδρίας,
β) Το «Σπουδαστικόν Τμήμα» της Γενικής Ασφαλείας,
γ) Η ΓΔΕΑ(YEA), δ) Η ΚΥΠ και ε) Η ΕΣΑ δια του ειδικού Ανακριτικού Τμήματος της. Άπασαιαι ανωτέρω Υπηρεσίαι, τελείως ασυντόνιστοι μεταξύ των, είχον σωρείαν πρακτόρωνμεταξύ του φοιτητικού κόσμου. Και το μόνον Υπουργείον, όπερ εστερείτοοιασδήποτε τυπικής αρμοδιότητος ήτο το Υπουργείον Παιδείας (Οράτε κατάθεσινΠαν. Σιφναίου).
Απληροφόρητον επομένως παρέμενε το μόνον αρμόδιον Υπουργείονκαι ουδέν ο τότε Υπουργός εγνώριζεν επί των τεκταινομένων εις τον υπ’ αυτούελεγχόμενον χώρον κυβερνητικής δραστηριότητος. Δι’ ο και εις την ενώπιον ημώνκατάθεσίν του τονίζει τα εξής: «Έντιμος υπάλληλος της ΚΥΠ με εβεβαίωσεν ότικατά την Πέμπτην και Παρασκευήν 15 και 16 Νοεμβρίου 1973, ευρίσκοντο εντός τουΠολυτεχνείου στελέχη της ΚΥΠ και έτερον λίαν αξιόπιστον πρόσωπον μου είπεν ότιείδεν εντός του Πολυτεχνείου δεκάδας ανθρώπων… της ΕΣΑ (εξ επισήμων ούτωχειλέων επιβεβαιούνται τα υπό του πράκτορος της ΚΥΠ Δ Πίμπα κατατιθέμενα).
Πιστεύω ότι οι κινηθέντες τον Νοέμβριον ελάχιστοι φοιτηταί δεν είχον τηνπαραμικράν συνείδησιν του τι ετεκταίνετο.
Ουδέ και εγώ το εγνώριζον, αλλ’ ενόμιζονμόνον ότι θα εματαιούντο αι εκλογαί και η αποκατάστασις της ελευθερίας υπέρ ηςεκόπτοντο… Το συμπέρασμα μου είναι ότι η οργάνωσις μικροεπαναστάσεως της 16-11-1973 ήτο εξωφοιτητική, έφερε μάλιστα και κάποιον επιτελικήν σφραγίδα. Οιοργανωταί Έλληνες ή ξένοι ή και αμφότεροι εγνώριζον βεβαίως ταςαντικαθεστωτικάς διαθέσεις των νέων, πιθανόν δε και εντέχνως να υπεκίνησαν ή ναεπέσπευσαν την εκδήλωσιν, δια να την χρησιμοποιήσουν ως κάλυμμα της ιδικής τωνπρομελετημένης εκδηλώσεως. Στόχος των άμεσος ήτο «η πρόληψις των δηλώσεων Μαρκεζίνη και η ματαίωσις τωνεκλογών» (οράτε κατάθεσιν). Προς την άποψιν ταύτην πλήρως στοιχείται και ο τότεΠρωθυπουργός, όστις και ειδικώτερον την πηγην της ανωμαλίας ταύτηςπροσδιορίζων μετά σαφήνειας τονίζει ότι αι τοιαύται απόψεις και σκέψεις του «δεναναφέρονται βεβαίως εις τους ιδεολόγους ή θερμόαιμους νέους ή τας παρασυρόμενοςμάζας».
Χαρακτηριστικόν της αγνοίας του τότε Πρωθυπουργού περί της κινήσεωςτων αρμάτων και του στρατού και της αναπτύξεως της όλης επιχειρήσεως είναι το ότιούτος επληροφορήθη περί πάντων τούτων κατά την 1ην πρωινήν ώραντης 17-1-1973παρά του παρ’ αυτώ υφυπουργού, όστις τυχαίως ομοίως αντελήφθη την κίνησιν τωναρμάτων, κατερχομένων ήδη προς το Πολυτεχνείον. Ευλόγως δε, διότι ολίγας μόνονώρας προηγουμένως, αλλά, ως και ανωτέρω ετονίσθη, είχον συμφωνηθή. Η κατά την13.30 ώραντης 16.11.1973 τερματισθείσα επίσημος σύσκεψις των υπευθύνωνκυβερνητικών παραγόντων, είχε χαράξει σαφώς τον τρόπον της αντιδράσεως έναντιτων φοιτητικών ταραχών και των περί το Πολυτεχνείον εκδηλώσεων: ήπιος τρόπος,αποφυγή βίας, απαγόρευσις δακρυγόνων και μόνον εν εσχάτη ανάγκη ρίψις αυτώνκαι αυστηρά απαγόρευσις πυροβολισμών. Παραλλήλως, όμως, προς ταύτα ή και προηγουμένως άλλαι εις άλλους χώρουςελαμβάνοντο αποφάσεις: Αι πάσης φύσεως πολιτικοί τάσεις και αποχρώσεις από τηςδεξιάς μέχρι της αριστεράς των ποικίλων ήδη και πολλών αποχρώσεων διεισδύουν ειςτο κίνημα των φοιτητών και το πολιτικοποιούν ενούμενοι εις την κατά τηςδικτατορίας αντίθεσιν και την δια την πτώσιν της κοινήν επιδίωξιν.
«Το Κόμμα μας – γράφει ο παρανόμως τότε εκδιδόμενος «Ριζοσπάστης» εις το φύλ. υπ’ αρ. 65 – πάλευε να μετατρέψη την οργή τους σε κινητοποίηση, έτσι που να οξυνθούν οιαντιθέσεις… να δημιουργηθούν καλύτεροι όροι πάλης για τις επικείμενες συγκρούσεις με την δικτατορία… στάθηκαν σοβαρός παράγοντας του φοιτητικούκινήματος…». Δι’ ο και η βίαια αντίδρασις της ΕΣΑ μετά την επικράτησιν τουΑρχηγού της, δια της από 12-12-1973 γνωστής ανακοινώσεως της, δι’ ης κατηγορείτους Καθηγητάς του Πολυτεχνείου, στηλιτεύει την συμπεριφοράν της Συγκλήτου, ηοποία «επιμένει να ομιλή περί ασύλου του Πολυτεχνείου κατά μίαν αδιανόητοναντίληψιν», ομιλεί περί αναρχικών στοιχείων και λαϊκών κινητοποιήσεων και τοσπουδαιότερον αποκαλύπτει τας κατά την εποχήν των γεγονότων προθέσεις καιδιαθέσεις της δια των φράσεων:
«Οι αναρχικοί εκμεταλλευόμενοι… και την χλιαράναντιμετώπισιν της όλης καταστάσεως υπό των αρμοδίων οργάνων της πολιτείας καιενθαρρυνόμενοι και υποκινούμενοι υπό παραγόντων του εξωτερικού (αιδημόνωςαποσιωπάται ο ρόλος της ιδίας και των άλλων!) εξήλθον του Πολυτεχνείου καιπροέβησαν εις εμπρησμούς και καταστροφάς, δημιουργήσαντες εικόναΔεκεμβριανών εις το Κέντρον των Αθηνών» (οράτε ταύτην μεταξύ των εγγράφων τουΕ.Μ. Πολυτεχνείου). Η ΚΥΠ εξαπολύει τους πράκτορας της, οι οποίοι παρατηρούν,παρακολουθούν και εις παντοίας πράξεις βιαιότητας εξωθούν τους ανύποπτουςσπουδαστάς. (Οράτε καταθέσεις Σιφναίυο και Πίμπα).
Ο τελευταίος ούτοςαποκαλύπτει χαράκτηριστικώς ότι μέγα ήτο το πλήθος των εις το Πολυτεχνείονπρακτόρων της ΚΥΠ, οι οποίοι εφωτογράφιζον τους πρωτεργάτας της κινήσεως καικατέγραφαν εις μαγνητοταινίας τας συνομιλίας των, διένειμαν προκηρύξεις μεταξύτων σπουδαστών προς επηρεασμόν των, εναντίον της τότε καταστάσεως,παρημπόδιζον την εντός του Πολυτεχνείου εισαγωγήν τραυματιών προκειμένου ναδιακομίζωνται ούτοι εις το Ρυθμιστικόν ή αλλαχού, ένθα η αστυνομία ήτο παρούσαδια τα περαιτέρω, κατέστρεφαν διάφορα αντικείμενα του Πολυτεχνείου και εξωθούνακολούθως τους φοιτητάς να οπλισθούν δια ξύλων και σιδήρων «για να χτυπήσουντους μπάτσους της χούντας», επεζήτησαν να προμηθευθούν χημικά προϊόντα εκ τωνεργαστηρίων του Χημείου του Πολυτεχνείου δια να κατασκευάσουν εκρηκτικός ύλας, έρριψαν την ιδέαν προμήθειας όπλων εις τους φοιτητάς, κ.λπ., προσκρούσαντεςόμως εις την αποφασιστικήν και σθεναράν άρνησιν των νέων της ΣυντονιστικήςΕπιτροπής Σπουδαστών.
Η ΕΣΑ διαθέτει άνδρας εν πολιτική περιβολή εντός καιεκτός του Πολυτεχνείου, οίτινες ομοίως παρακολουθούν αλλά και βαναύσωςκακοποιούν τους πολίτας. Στρατιωτικαί υπηρεσίαι πληροφοριών ειδικούς τωνπράκτορας αποστέλλουν εντός του Πολυτεχνείου. Αι στρατιωτικοί δυνάμειςευρίσκονται από νωρίς εν επιφυλακή ενώ παρά του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας,δίδεται η εντολή να κινηθούν δυνάμεις στρατιωτικοί προς ενίσχυσιν της ενταλθείσηςπρος υποβολήν της αιτήσεως και εν συνεχεία καταλυθείσης ουσιαστικώς αστυνομίας.Και η επιχείρησις σμικρύνεται μεν περιγραφικώς ως προς τας διαστάσεις της και τηνισχύν των δυνάμεων (ολίγαι δυνάμεις και τρία ή τέσσερα άρματα μάχης), ως ενέργειαδε ψυχολογικού επηρεασμού και εκφοβισμού εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται!
Παραδόξως όμως και μελαγχολικώς ήδη πάντα ταύτα ηχούν εις τα ώτα όλων, όσωνέζησαν την τραγικότητα των στιγμών ή ητένισαν το μέγεθος της καταστροφής! Διότι,ανεξαρτήτως των περί του περιεχομένου της αποφάσεως Παπαδόπουλου υποστηριζόμενων, το μεν σαφώς υπό των τότε στρατιωτικών ηγητόρων κατατίθεταιότι «απεφασίσθη από κοινού μετά των αρχηγών όπως το διατεθησόμενον εις τοΠολυτεχνείον συγκρότημα των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ισχυρόν εις μέσα» (κατάθ. υπ’ αριθ. 133), το δε εκ των διαδραματισθέντων και των αιματηρών αποτελεσμάτωνελεγχόμενη η προϋπάρξασα διάφορος δήθεν απόφασις κρίνεται ανακριβής.
Εάν υπήρξεν παρέκκλισις η ανυπακοή θα έδει εγκαίρως να επισημανθή, να στηλιτευθήκαι να κολασθή. Δεν είναι δε δυνατόν να υποστηριχθή ότι εις το κύμα αυτό τηςβιαιότητας και το πανδαιμόνιον των πυροβολισμών δεν κατέστη δήλη οιαδήποτεπαρέκκλισις εκ της αποφάσεως του Προέδρου, ούτε ανεφάνησαν εκδηλώσεις ανυπακοής, δια να επέλθη άμεσος, αυστηρά και οργίλη η αντίδρασις του πανίσχυρουτότε εκφραστού της πολιτειακής βουλήσεως. Το αυτό ομοίως λεκτέον και δια τουςτότε υπευθύνους στρατιωτικούς ηγήτορες, οίτινες ωσαύτως υποστηρίζουν τα περίπροθέσεως ψυχολογικού επηρεασμού και εκφοβισμού και υπάρξεως αυστηρώνδιαταγών δια την μη ρίψιν πυροβολισμών, εκφράζουν δε την οδυνηράν έκπληξίν τωνδιότι εφονεύθησαν άνθρωποι εκ των ριπτομένων βολών.
Πιστεύομεν βεβαίως ότι οιπερί ων πρόκειται στρατιωτικοί ηγήτορες δεν υπήρξαν ομόψυχοι, των επιδιωξάντωντότε την βίαν και την χρήσιν των όπλων, είχον όμως υποχρέωσιν να πράξουν τα καθ’εαυτούς δια να την αποτρέψουν, δι’ ο και άλλως εκτιμάται η ευθύνη αυτών. Ώφειλον,εφ’ όσον αύτη ήτο η επί του προβλήματος θέσις των και τοιαύτη η αληθής πρόθεσίςτων, να κινήσουν την κατά των παραβατών των διαταγών των πειθαρχικήν αλλά καιποινικήν δίωξιν επί τη κατηγορία της στάσεως (αρθρ. 63 παρ. 1 εδ. γ’ ΣΠΚ – βιαιοπραγίαι κατά προσώπων ή πραγμάτων), της απείθειας (άρθρον 64 παρ. 1 εδ. α’ΣΠΚ – άρνησις υπακοής εις τας διαταγάς ανωτέρων), της παραβάσεως στρατιωτικήςεντολής (αρ. 72 παρ. 1 γ’ ΣΠΚ) και των άσκοπων πυροβολισμένων (αρ. 103 εδ. β’ΣΠΚ) εφόσον διεπιστώθη ότι στρατιωτικοί επυροβόλουν αυτοβούλως και άνευευλόγου αιτίας, πλήθος ανθρώπων φονεύσαντες και περισσοτέρους σοβαρώςτραυματίσαντες. Ουδέν όμως τούτων, των πολύ φυσικών και αναμενόμενων εγένετο,αλλ’ άντικρυς αντίθετος συμπεριφορά επεδείχθη.
Ούτω ο μεν τότε πρόεδρος τηςΔημοκρατίας απηύθυνε διάγγελμα προς τον ελληνικόν λαόν, εις ο αναγγέλλων τηνεπαναφοράν του στρατιωτικού νόμου, ωμίλει περί αναρχικών εκδηλώσεων και περίσυνωμοσίας των εχθρών της Δημοκρατίας και της ομαλότητας και διεβεβαίου περίτης αποφάσεως του να προάσπιση την γαλήνην, τας κατακτήσεις και την ασφάλειαντου ελληνικού λαού (εφημερίδες της 18.11.1973), ο δε τότε Αρχηγός των ΕνόπλωνΔυνάμεων, υποδεχόμενος τον Πρωθυπουργόν εις το Μέγαρον του Αρχηγείου,ωμίλησεν ομοίως περί αναρχικών εκδηλώσεων εις τον φοιτητικόν χώρον καιαπεκάλυψεν ότι διαβλέπουσαι αι ένοπλοι δυνάμεις τας πιθανάς εξελίξεις, ηύξησαντην ετοιμότητα των και διετάχθησαν να παρέξουν την υποστήριξίν των προςαποκατάστασιν της τάξεως, αναλαβούσαι την εκκαθάρισιν του Πολυτεχνείου και τουπέριξ χώρου (εφημερίδες της 21-11-1973). Αμφότεροι δε περί αναίμακτου ωμαλουνεπιχειρήσεις και ως ασύστολα ψεύδη εχαρακτήριζαν τα περί πυροβολισμών«διαδιδόμενα»!
Αι τοιαύται θέσεις υπεστηρίχθησαν και εκαλύφθησαν ακολούθως και υπό του τότε Πρωθυπουργού δια δηλώσεων του εις το Αρχηγείον ΕνόπλωνΔυνάμεων. Φρονούμεν όμως, εν όψει, πάντων, των εκτεθέντων, ότι η τοιαύτηεκδήλωσις συνιστά καθαράν πολιτικήν πράξιν και δεν θεμέλιοι, ούτε βεβαίωςαποδεικνύει, οιανδήποτε ποινικήν ευθύνην, αυτού τε και των Υπουργών του: ΕθνικήςΑμύνης, Δημοσίας Τάξεως και Εθνικής Παιδείας, οίτινες ομοίως δεν έσχον ανάμιξινενεργόν εις τα γεγονότα και την αντιμετώπισιν τούτων, ούτε παράλειψίς τιςαξιόποινος τους βαρύνει.
Η ουσιαστική θέσις του τότε Πρωθυπουργού ήτο αντίθετοςπρος πάσαν έννοιαν βίας, δι’ ο και ευλόγως, αλλά και ευστόχως, παρατηρεί ότι «εάνείχα προλάβει να κάμω την συνέντευξιν της 17-11-1973 ίσως άλλη θα ήτο η εξέλιξιςτων πραγμάτων και ιδίως δεν θα είχομεν θρηνήσει τα θύματα δια τα οποία κάθεελληνική ψυχή βαθυτάτην αισθάνεται οδύνη» (οράτε κατάθεσιν). Και το συμπέρασμαείναι ότι υπεράνω των αφηρημένων και αορίστων πλατωνικών εξορκισμών κείται ηεκ της πραγματικότητας αναφαινομένη αλήθεια. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος,ζηλώσας ίσως δόξαν Ντε Γκωλ, δια την εκμετάλλευσιν του φοιτητικού κινήματος,απηγόρευσεν εις την Αστυνομίαν την έγκαιρον προς πρόληψιν των γεγονότωνεπέμβασιν και διεκήρυσσεν: «Ας τα σπάσουν. Ας κάψουν και το Πολυτεχνείον. Αςκατεβούν και στους δρόμους.
Ας σπάσουν και βιτρίνες» (κατάθεσις Σιφναίου).Αιφνιδίως όμως και άγνωστον διατί και πώς η γνώμη του καταστρέφεται και διατάσσει την κινητοποίησιν των Ενόπλων Δυνάμεων, βοηθούμενος εν τούτω υπότων τότε υπευθύνων ηγητόρων του Στρατεύματος και δη των: Αρχηγού ΕνόπλωνΔυνάμεων και Διοικητών ΑΣΔΕΝ και ΣΔΑ. Και η επί μίαν 7ετίαν ζηλοτύπως κλειστήπαραμείνασα πυξίς της Πανδώρας ανοίγεται! Αντελήφθη προφανώς την εις βάροςτου από του Αυγούστου ήδη 1973 υποβόσκουσαν κίνησιν των Ρουφογάλη, Ιωαννίδη,Μπονάνου (κατάθεσις Σιφναίου) και προσπαθεί να αντίδραση δια της εγκαίρουκαταστολής της υπό των άλλων ήδη εκμεταλλευόμενης προφανώς εξεγέρσεως, έχωναποφασίσει ενδεχομένως, και αναβολήν των υπό της Κυβερνήσεως Μαρκεζίνη υπεσχημένων εκλογών. Και εις την κίνησιν όμως ταύτην υπερφαλαγγίζεται.
Διότι τοσχέδιον ήτο έτοιμον και οι εκτελεστοί του πλήρως προετοιμασμένοι καιαποφασιστικοί. Δεν ήτο βεβαίως συμπτωματική και τυχαία η εις το κέντρον τηςΑμέσου Δράσεως της Αστυνομίας παρουσία των Αξιωματικών Λουπάση, Λούκουτουκαι Ντερτιλή, πιστών εις τον Δημήτριον Ιωαννίδην, ως εδείχθη μετά την κατά την 25-11-1973 επικράτησιν τούτου, ούτε άνευ σημασίας η έκδηλος ανησυχία τουτελευταίου, συνεχώς ερωτώντας αν έφθασαν τα άρματα εις το Πολυτεχνείον καιεπενέβησαν και η εσπευσμένη εκ του Κέντρου αναχώρησίς του ίνα μεταβή ο ίδιοςπροσωπικώς εις το Πολυτεχνείον, διότι – καθ’ α εδήλωσεν εις επήκοον πάντων«αργούνε πολύ και θα πάω μόνος μου».
Και μετέβη τω όντι σημαντικόνδιαδραματίσας εις την όλην επιχείρησιν ρόλον (οράτε καταθέσεις υπ’ αριθμ. 99, 159,221 και 268). Παρά ταύτα ο τότε Διοικητής ΑΣΔΕΝ καταθέτει ότι ούτος ήτο απλώςσύνδεσμος μεταξύ της Αστυνομίας και της ΑΣΔΕΝ και ουδεμίαν είχεν αρμοδιότητα να επέμβη καθ’ οιονδήποτε τρόπον! Ο Στρατηγός αμετανοήτως επίστευεν ότι ο περίου πρόκειται Συνταγματάρχης θα εσέβετο την έννοιαν της στρατιωτικής πειθαρχίας.Μετ’ ολίγον όμως τραγικώς διεψεύσθη διότι ο ίδιος, υπό κατωτέρων του συνελήφθη!
Οι Ιωαννίδης και Ρουφογάλης, δια των εις αυτούς πιοτών Αξιωματικών καιπρακτόρων, επηρεάζουν σοβαρώς και σαφώς την όλην επιχείρησιν, εξαπολύοντεςκύμα βιαιοτήτων και πυροβολισμών, επί τω τέλει της δημιουργίας ευνοϊκών δια τηνπροαποφασισθείσαν κίνησιν συνθηκών ασφαλείας, αναταραχής και συγκρούσεων.Και εις το καταλλήλως ήδη προετοιμασθέν και κράτησαν ιδιόμορφον κλίμασυγχύσεως, πανικού και συγκρούσεων, οργιάζουν οι κοινοί δολοφόνοι ενσπείροντες αδιστάκτως τον θάνατον εις βάρος αθώων και αόπλων νέων ανθρώπων, το μέγααμάρτημα των οποίων ήτο ότι εζήτουν «Ελευθερίαν και Δημοκρατίαν». Καιπεριέργως ο μηδεμίαν έχων αναλάβει αποστολήν εις την επιχείρησιν τότε Διευθυντήςτης ΕΣΑ Δημήτριος Ιωαννίδης, μεταβαίνει περί ώραν 04.00 της 17-11-1973 εις τονχώρον του Πολυτεχνείου.
Και ουδείς, ούτε και ο ίδιος αποκαλύπτει διατί! Διότι είναιαστείον το λεχθέν ότι μετέβη απλώς εκ… περιέργειας! Ειδικώς δέον ενταύθα νασημειωθή ότι δεν είναι άμοιρον σημασίας τινός το πλήρως εκ της ερεύνης βεβαιωθένότι οι νέοι ούτοι του Πολυτεχνείου, ως αναρχικοί, ευκόλως και ανενδοιάστωςχαρακτηριζόμενοι, δεν εφόνευσαν, δεν εκακοποίησαν και ουδένα σοβαρώςετραυμάτισαν, αλλ’ οι ίδιοι και το ανώνυμον πλήθος υπήρξαν τα εξιλαστήρια θύματατων περί «Δημοκρατίας» περιέργων αντιλήψεων των «ηρώων» της εποχής και τωναδίστακτων οργάνων των! Και η Αστυνομία ποίον ρόλον διεδραμάτισεν εις την όλην αυτήν επιχείρησιν;Συνήργησε δια της συμπεριφοράς των υπευθύνων τότε ηγητόρων της εις τηνεπιβολήν της θελήσεως τρίτων.
Ούτω μολονότι εις αυτήν ανήκεν η ευθύνη, αλλά καιη κατά νόμον δικαιωματικότης, δια την αντιμετώπιση/ των συγκεντρώσεων και τωνεξ αυτών ταραχών, κατ’ αρχήν μεν απρακτεί και τηρεί στάσιν εφεκτικότητος,ευνοούσαν την οργάνωσιν και διόγκωσιν του κινήματος, εξ ετέρου διατηρεί ειςσυνεχή και εξαντλητικήν επιφυλακήν και εγρήγορσιν τους αστυνομικούς υπαλλήλους, με συνέπειαν την επικίνδυνον ως εκ καμάτου και της συσσωρευμένηςαγανακτήσεως – ως εκ των επιθέσεων και των προπηλακισμών – φόρτισιν τουψυχισμού των και τέλος δέχεται να υποβάλη την αίτησιν δια την επέμβασιν τωνΕνόπλων Δυνάμεων και συμμετέχει εις σειράν ενεργειών και εκδηλώσεων,παρανόμων, των ακολούθων: την κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων βιαίανδιάλυσιν των συναθροίσεων, την δυναμικήν παραβίασιν του Πανεπιστημιακούασύλου, παρά την ρητώς εκφρασθείσαν αντίθετον άποψιν του Προϊσταμένου τηςΕισαγγελίας και την άνευ γνώμης των εκπροσώπων της Διοικήσεως και τηςΔικαιοσύνης χρήσιν των όπλων.
Τέλος δια του τότε Αρχηγού της διέταξεν τησύλληψιν πλήθους ατόμων, οι περισσότεροι των οποίων αναμφισβητήτως δεν ήσανούτε «πρωταίτιοι» ούτε «υπεύθυνοι» της συναθροίσεως και των εκδηλώσεων καιαίτινες παρανόμως κατεκρατήθησαν. Υπήρξαν ομοίως και μεμονωμένα αστυνομικάόργανα, υπό της ερεύνης – εις το πλήθος των αγνώστων – εντοπισθέντα, τα οποία υπήρξαν δράσται συγκεκριμένων αξιοποίνων πράξεων. Δια την κατά νόμον θεμελίωσιν της υπαιτιότητος των καθ’ ημάς υπευθύνων τονιστέακαι τα ακόλουθα:
1) Η κατά νόμον αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας,πλην άλλων, περιλαμβάνει και το καθήκον προστασίας της ζωής, της σωματικήςακεραιότητος, της τιμής, της ελευθερίας και της περιουσίας των πολιτών. Συνεπώς οιτότε ηγέται του Στρατού και της Αστυνομίας είχαν ως εκ του νόμου και τηςαποστολής των, το ιερόν καθήκον να προασπίσουν την ζωήν και σωματικήνακεραιότητα των εις την συνάθροισιν πολιτών έναντι των πάσης φύσεως κακοποιώνή των εγκληματικώς δρώντων οργάνων των κατά το περί ου πρόκειται αιματηρόντριήμερον. Και τούτο μη πράξαντες, ήτοι τους γνωστούς και αγνώστους δράστας μηπαρεμποδίσαντες εις το φονικόν έργον των, εγένοντο υπαίτιοι απλής συνεργείας ειςτας κυρίας πράξεις αυτών αρνητικώς εκδηλωθείσης, ήτοι δια παραλείψεωςεκτελέσεως του εκ του νόμου και της αποστολής των τεκτομένου καθήκοντος (αρ. 15και 47 ΠΚΝ Χωραφά: Γεν. Αρχαί Π.Δ. παρ. 98 III Α σελ. 328, Αγγ. Μπουροπούλου:Ερμ. Π.Κ. υπ’ αρ. 47 σελ. 148 ομοίως σχετικώς Α.Π. 248 / 68 Π. Χρ. ΙΣΤ σελ. 511επ.).
2) Ουδέν ουδαμόθεν τίθεται πρόβλημα «προσταγής», συνεπαγόμενης άρσιν τουαδίκου χαρακτήρας των εξ αιτίας των πυροβολισμών ιδία τελεσθεισών αξιοποίνωνπράξεων.
Και τούτο διότι δεν συνέτρεξαν αι κατ’ αρ. 21 Π.Κ. προϋποθέσεις εν τηεκτελέσει των περί ων πρόκειται εγκληματικών πράξεων. Οι πάντες ούτω αρνούνταιτην ύπαρξιν διαταγής προς ρίψιν και εκφοβιστικών, έστω, βολών. Και υπάρχουσαόμως τοιαύτη, όπερ απολύτως αληθές, καθ’ ημάς και πλήρως εξακριβωμένον ως προςτα έμπροσθεν του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως διαδραματισθέντα, «δεν εδόθη κατάτους νομίμους τύπους και παρά της αρμοδίας Αρχής» ως ανωτέρω αναλυτικώςετονίσθη. Δεν συνεπάγεται όθεν τα κατά νόμον καταλυτικά του αξιοποίνου,αποτελέσματα.
β) Ειδικωτέρα επισήμανσις

Δύνανται ήδη να κατονομασθούν προς διευκόλυνσιν του ανακριτικού έργου, οι εκ της ερεύνης προκύπτοντες και κατά την γνώμην ημών υπεύθυνοι της περί ηςπρόκειται τραγωδίας, κατά νομικήν αξιολόγησιν του ρόλου εκάστου εις ταύτην.
1) Γεώργιος Χρ. Παπαδόπουλος, τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
2) Δημήτριος Αριστοτ. Ιωαννίδης, Υποστράτηγος, ε.α. τότε διοικητής της ΕΣΑ και
3) Μιχαήλ Ρουφογάλης, Υποστράτηγος ε.α., τότε Αρχηγός της ΚΥΠ. Φέρονται ωςηθικοί αυτουργοί ανθρωποκτονιών εκ προθέσεως (τετελεσμένων και εν απόπειρα)επικινδύνων σωματικών βλαβών, διακεκριμένων φθορών και προκλήσεων εις τέλεσινκακουργημάτων ή πλημμελημάτων, πράξεων υπό γνωστών και αγνώστων – τηερεύνη – δραστών, τελεσθεισών (ως κατωτέρω). Παρατηρητέον ενταύθα ότι ο ηθικόςαυτουργός δεν δρα κατά του αντικειμένου του εγκλήματος, αλλά επιδρά επί τηςβουλήσεως του υποκειμένου, ίνα προκολέση απόφασιν αυτού προς εκτέλεσιν τηςαδίκου πράξεως. Και ως γνωστόν δεν είναι απαραίτητον να προκαθορισθή εν ταιςλεπτομερείαις της η υπό εκτέλεσιν πράξις, ουδέ το πρόσωπον εις βάρος του οποίουθα τελεσθή (ΑΠ 334 / 58 Π. Χρ. Α’ 151). Ομοίως δεν είναι απαραίτητον όπωςαποκαλυφθή και γνωσθή ο αυτουργός του εγκλήματος (ΑΠ 37 / 1969 Γ. Χρ. Ιθ’ 208).
4) Νικόλαος Ντερτιλής, Ταξίαρχος, τότε επιτελάρχης ΑΣΔΕΝ, αυτουργόςανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εις βάρος νεαρού σπουδαστού και ηθικός αυτουργόςετέρων ανθρωποκτονιών (τετελεσμένων και εν απόπειρα) ως και σωματικών βλαβών.
5) Δημήτριος Ιωάννου, Ζαγοριαννάκος, Αντιστράτηγος ε.α. τότε Αρχηγός ΕνόπλωνΔυνάμεων, διατάξας την κίνησιν των τμημάτων στρατού.
6) Κωνσταντίνος Ιωάννου Μαυροειδής, Αντιστράτηγος ε.α. τότε Δ / ντής ΑΣΔΕΝ,έχων τον συντονισμόν και το γενικόν πρόσταγμα της επιχειρήσεως.
7) Νικόλαος Κων. Ραφαηλάκης, Αντιστράτηγος ε.α., τότε Δ / ντής της ΣΔΑ,παριστάμενος κατά την εκτέλεσιν της επιχειρήσεως και εποπτεύων ταύτης.
8) Νικόλαος Αριστ. Δασκαλόπουλος, τότε Αρχηγός Αστυνομίας, εποπτεύων τωνΑστυνομικών Δυνάμεων.
9) Λουκάς Γεωργίου Χριστολουκάς, τότε Διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών, υπεύθυνος των ενεργειών των αστυνομικών δυνάμεων ως προς την αντιμετώπισιντων εκδηλώσεων.
10) Θρασύβουλος Γιοβάνης, Ταξίαρχος, τότε Συνταγματάρχης, επικεφαλής τωνστρατιωτικών τμημάτων εις την κατά του Πολυτεχνείου επιχείρησιν. Άπαντες εμφανίζονται ως απλοί συνεργοί του ως είρηται, του ηθικού αυτουργού, διατης παροχής θετικής συνδρομής εις αυτόν εν τω πλαισίω της αρμοδιότητος εκάστου,απλοί ομοίως συνεργοί των γνωστών και αγνώστων εγκληματιών εν τη διαπράξει τωνανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών, της τοιαύτης συνδρομής τωνεκδηλωθείσης, ως ετονίσθη ήδη αρνητικώς, ήδη δια παραλείψεως εκτελέσεως του εκ του νόμου και της αποστολής των τικτομένου ιερού καθήκοντος προασπίσεως τηςζωής και σωματικής ακεραιότητος των πολιτών έναντι των πάσης φύσεως κακοποιώνκαι των εγκληματικώς δρώντων οργάνων των. Ο εξ αυτών ΝικόλαοςΔασκαλόπουλος, τυγχάνει ομοίως και έμμεσος αυτουργός παρανόμου συλλήψεως καικατακρατήσεως των συλληφθέντων.
11) Σπυρίδων Σταθάκης, Ίλαρχος τεθωρακισμένων, διατάξας την είσοδον τουάρματος εντός του Πολυτεχνείου, αυτουργός αποπειρών ανθρωποκτονίας των επί τωνκιγκλιδωμάτων της πύλης του Πολυτεχνείου ευρισκομένων σπουδαστών, ιδία δε τηςδιαφυγούσης τον θάνατον και βαρύτατα μόνον τραυματισθείσης Π. Ρηγόπουλου.
12) Σταύρος Βαρνάβας, Αντιστράτηγος ε.α., Δ / ντής του εν τω Υπουργείω ΔημοσίαςΤάξεως Μικτού Επιτελείου. Ηθικός αυτουργός ανθρωποκτονιών (μιας τετελεσμένηςκαι πολλών εν απόπειρα) ως διατάξας την χρήσιν των όπλων κατά του πλήθους.
13) Ηλίας Τσιαούρας ή Τσαπούρης, αυτουργός ανθρωποκτονιών (μιας τετελεσμένηςκαι πολλών εν απόπειρα) και παρανόμου οπλοφορίας δια πολεμικού όπλου. 14) Ευάγγελος Κων. Μαντζώρος, Ανθυπίλαρχος τότε τεθωρακισμένων, αυτουργόςαποπειρών ανθρωποκτονίας και επικινδύνων σωματικών βλαβών (κατάθ. υπ’ αριθμ.241 και 242).
15) Υπίλαρχος Μιχαήλ Γουνελάς, Ανθυπασπιστής Λάμπρος Κωνσταντέλλος,Αξιωματικοί του ΚΕΤΘ, λαβόντες μέρος εις την κατά του Πολυτεχνείου επιχείρησιν.Φέρονται ως αυτουργοί ή ηθικοί αυτουργοί αποπειρών αυτοκτονίας και επικινδύνωνσωματικών βλαβών (καταθέσεις υπ’ αριθμ. 72, 76 και 116).
16) Αστυφύλαξ υπό στοιχεία Λ 21 Ηλίας Καραδήμας και δεύτερος τοιούτος υπό τομικρόν όνομα Νικόλαος, εκτελούντες υπηρεσίαν εν τω Ρυθμιστικά) Κέντρω Αθηνώντην νύκτα της 16ης προς 17ην Νοεμβρίου 1973, τυγχάνουν συναυτουργοί μετ’ άλλωναγνώστων, ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως και επικινδύνων σωματικών βλαβών ειςβάρος τραυματιών και των συνοδών τους (καταθ. υπ’ αριθμ. 72, 76 και 116).
17) Βασίλειος Γεωργίου Μπουκλάκος, τότε Διοικητικός Δ / ντής του Ρυθμιστικού,απλούς συνεργός, δια της παροχής υλικής και ψυχικής συνδρομής, εις τους υπό στοιχ.15 κατηγορουμένους και αυτουργός παρανόμου οπλοφορίας, απειλών καιβλασφημίας εις βάρος των τραυματιών και των συνοδών του.
18) Δημήτριος Κων. Κατσούλης, Ταγματάρχης Χωροφυλακής, τότε στέλεχος τηςΚΥΠ, απλούς μεν συνεργός του υπό στοιχ. 3 ηθικού αυτουργού, δια της παροχήςθετικής εις αυτόν συνδρομής εν των πλαισίω της αρμοδιότητος τους και απλούςομοίως συνεργός των γνωστών και αγνώστων εγκληματιών εν τη διαπράξειανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών, δια παραλείψεως ως ανωτέρω της τοιαύτηςσυνδρομής του εκδηλωθείσης.
19) Δημήτριος Παναγ. Πίμπας, αυτουργός προκλήσεων εις διάπραξιν κακουργήματοςή πλημμελήματος.
20) Ο υπ’ αριθμ. 472 αστυφύλαξ (κατάθ. υπ’ αρ. 229), αυτουργός απόπειραςανθρωποκτονίας νεαρού μαθητού έμπροσθεν του Μητροπολιτικού Ναού την 17-11-1973.
21) Αγνώστων στοιχείων αστυφύλαξ του Γ’ Αστυνομικού Τμήματος, ευρισκόμενοςεν υπηρεσία περί ώραν 14.30 της 17-11-1973 αυτουργός επικινδύνου σωματικήςβλάβης εις βάρος του Δημοσθένους Σαμούρη, ιατρού (καταθ. υπ’ αριθμ. 145),μεταβάντος αυτόθι κατά την διαδικασίαν παραλαβής του νεκρού αδελφού του.
22) Ιωάννης Νικ. Καλύβας, Υπαστυνόμος, αυτουργός επικινδύνων σωματικώνβλαβών εις βάρος των εξερχόμενων του Πολυτεχνείου σπουδαστών (κατάθ. Θεοδ.Καλούδη, υπ’ αριθμ. αρ. 104).
23) Σάκης Ταμπούρης, Ιωάννης Κουρής και Σωτήριος Νάνος, αρχιφύλακες του ΛΖ’Αστυνομικού Τμήματος, συναυτουργοί επικινδύνου σωματικής βλάβης, εις βάρος τουΙωάννου Χρα (κατάθ. υπ’ αριθ. 142).
24) Πλήθος αγνώστων δραστών όλων των αναφερθεισών πράξεων, μεταξύ τωνστρατιωτών, αστυνομικών και απλών πολιτών.
IV. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι η δίωξις των ως είρηται πράξεων και οκολασμός των αποδειχθησομένων ενόχων είναι υποχρέωσις της δικαιοσύνης.
Επιτρέψατε όθεν όπως εισηγηθώ προς Υμάς την άμεσον άσκησιν ποινικής διώξεωςκαι την εις τακτικήν ανάκρισιν παραπομπήν της υποθέσεως ως προς απαντάς τουςεκτεθέντος στρατιωτικούς και αστυνομικούς, εις την αρμοδιότητα των κοινώνποινικών δικαστηρίων υπαγόμενους ένεκεν της αναπτυχθείσης ανωτέρω συμμετοχήςεγκληματικής δράσεων των (αρ. 248 παρ. 1 ΣΠΚ). Οίκοθεν νοείται ότι ταανακύπτοντα περί την ορθότητα του τε χαρακτηρισμού των πράξεων και τον προσδιορισμόν των υπευθύνων, προβλήματα αληθούς ερμηνείας και ορθήςαξιολογήσεως πρεπέστερον θα αντιμετωπισθούν κατά την διαδρομήν της δικαστικήςερεύνης.
Η υπ’ εμού ενεργηθείσα ταχεία και αναλυτική – όση μοι δύναμις – έρευνα και τα εκ ταύτης προκύψαντα, κατά τα εκτεθέντα, στοιχεία εντάσσονται εις τοπροπαρασκευαστικόν και διερευνητικόν πάντοτε πλαίσιον της απλής προκαταρκτικής εξετάσεως, σκοπός της οποίας ως γνωστόν είναι να κριθή αν συντρέχη περίπτωσιςποινικής διώξεως (αρ. 31 παρ. 1 εδ. α ΚΓΔ) και ουχί να ερευνηθή εν πληρότητι καιεμπεριστατωμένους η υπόθεσις. Αναφέρω τέλος ότι εις την παρούσαν δικογραφίαν έχουν ενσωματωθή και αιμηνύσεις των: Γρηγορίου Τρυφ. Παπαδάτου, Κυριάκου Νικ. Σπηριούνη καιΔημητρίου Παπαδοπούλου.
Εν Αθήναις τη 14 Οκτωβρίου 1974 Ο ενεργήσας την προκαταρκτικών εξέτασιν
Εισαγγελεύς ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΒΑΣ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου