Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

ΚΕΡΑΤΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ (Keratéa, Hellas)




Ιστορική Αναδρομή

Τα παλαιότερα αρχαιολογικά ευρήματα τα οποία μαρτυρούν την ύπαρξη ανθρώπων στην περιοχή Κερατέας ανάγονται στη Μυκηναϊκή εποχή (1600-11ΟΟπ.Χ.).

Κατά την κλασική αρχαιότητα οι δήμοι που ανήκαν στην διοικητική περιφέρεια του δήμου Κερατέας ήταν οι: ΠΟΤΑΜΟΣ της Λεοντίδος Φυλής (σημερινή θέση Άγιος Γιάννης-Φοβόλες), ΑΜΦΙΤΡΟΠΗ της Αντιοχίδος Φυλής (στο σημερινό Μητροπήσι), ΒΗΣΑ (στο σημερινό Μπαρμπαλιάκη), ΑΙΓΙΛΙΑ (στο χωριό Όλυμπος), ΚΥΡΤΙΑΔΑΙ Ή ΚΥΡΤΕΙΔΑΙ (κοντά στη Κακή Θάλασσα ή Δασκαλειό), ΘΟΡΙΚΟΣ της Ακαμαντίδος Φυλής όπου σώζεται σήμερα ένα από τα αρχαιότερα θέατρα (6ος αιώνας π.Χ.) και τα λείψανα του δωρικού ναού (τέλη 5ου αιώνα π.Χ.) της Δήμητρας και της Κόρης, ΦΡΕΑΡΙΟΙ (Αρί ή Μαρκάτι ή Όλυμπος) πατρίδα του Θεμιστοκλή και τέλος ο δήμος ΚΕΦΑΛΗΣ της Ακαμαντίδος Φυλής, στην περιοχή Αγίου Σεραφείμ Ρουτζέρι Μεσοχώρι.
Ο περιηγητής Παυσανίας μας πληροφορεί ότι στην Κεφαλή λατρεύονταν οι Διόσκουροι που δεν ήταν οι γνωστοί Κάστωρ και Πολυδεύκης αλλά οι Κάβειροι κούροι του Διός Ευρυμέδων και Άλκων. Επίσης λατρεύοντον η Αφροδίτη και αυτό το μαρτυρεί αρχαία επιγραφή «Όρος τεμένους Αφροδίτης Κεφαλήθεν» που βρέθηκε στην περιοχή μας καθώς και ο Εβδόμειος Απόλλων. Το όνομα του αρχαίου δήμου Κεφαλής που διατηρήθηκε ακμαίο όλη την αρχαιότητα προήλθε από τον προϊστορικό βασιλιά Κέφαλο που καταγόταν από το Θορικό (από τους πιο γοητευτικούς μύθους είναι αυτός του Κέφαλου, της γυναίκας του Πρόκρης και της «ροδοδάχτυλης» Ηούς). Για το Δασκαλειό (ή Διδασκαλείο) υπάρχουν ενδείξεις ότι κατά την αρχαία ή μεσαιωνική εποχή είχε δεχθεί κατοίκους. Στο λιμάνι του Δασκαλειού πρέπει να αγκυροβόλησε ο στόλος των Πελοποννησίων το 411 π.Χ. «λιμάνι μεταξύ Πρασιών και Θορικού» αναφέρει ο Θουκυδίδης.

Ο δήμος Κεφαλής καταστράφηκε κατά τον 3ο μ.Χ. αιώνα από τους Ερούλους που εισέβαλαν στην Αττική και κατέστρεψαν τους δήμους της βάζοντας ένα τέλος στους αρχαίους χρόνους. Κατά την περίοδο του Βυζαντινού Ελληνισμού οι ιστορικές ειδήσεις που αναφέρονται στην Αττική είναι φτωχές, γνωρίζουμε όμως ότι τον 11ο και 12ο αιώνα η Αττική και η περιοχή μας βρίσκεται στο έλεος των πειρατών. Αξίζει εδώ να αναφέρουμε την μαρτυρία του βαθιά μορφωμένου και γενναίου μητροπολίτη των Αθηνών Μιχαήλ Ακομινάτου Χωνιάτη (1208) για την κατεστραμμένη από τους Φράγκους Αττική και την αναφορά του στο βουνό της Κερατέας «Πανικόν» και το ονομαστό σπήλαιο. Ακολουθεί η Φραγκοκρατία με τις τρεις δυναστείες τους Βουργουνδούς, τους Καταλανούς και τους Φλωρεντινούς στην Αττική και το 1382 έχουμε την πρώτη εποίκηση Αρβανιτών στην περιοχή μας, ενώ η δεύτερη μνημονεύεται το 1425 κ.ο.κ. Μέρος των Αρβανιτών αυτών κατοίκησε στον τόπο αυτό της Αττικής γης ο οποίος για την ευφορία του και τη γεωγραφική του θέση δεν έπαψε να καλλιεργείται και να κατοικείται και λεγόταν Κερατέα. Η πιθανότερη εκδοχή για την ονομασία της (από τις πολλές που υπάρχουν) είναι από το δέντρο κερατέα ή κεράτια γνωστή και ως χαρουπιά και βεβαιώνεται πρώτα από τον Ολλανδό ταξιδιώτη Βέλλερ (1680).
Για τη συμμετοχή των κατοίκων της Κερατέας στον εθνικό ξεσηκωμό του 1821 έχουμε πληροφορίες η σημαντικότερη από τις οποίες είναι τα Απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη όπου καταγράφει ένα περιστατικό για την κακή συμπεριφορά του φρούραρχου Γκούρα και των ανθρώπων του στους ξωτάρηδες της Αττικής.

«Έτσι τσάκιζε κι ο Μαμούρης τους χωριάτες όσοι δεν ήταν φίλοι του.
Στα Μεσόγεια, στην Κεράτια, ενού δημογέροντα Αναγνώστη Νυδραίον τον λένε πόσες τσικουργιές τ έδωσε και σαν είδε την υγείαν εις το εξής ο αγαθός άνθρωπος».

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 όταν ο λαός ζήτησε σύνταγμα από τον Όθωνα φαίνεται πήραν μέρος και Κερατιώτες αφού ο τότε υπουργός Στρατιωτικών εξέφρασε την ευαρέσκεια στον Κερατιώτη Ιωάννη Σταμ. Ρώμα.

Το 1866 έγινε έρανος μεταξύ των κατοίκων της Κερατέας για τα θύματα του ολοκαυτώματος του Αρκαδίου. Συγκεντρώθηκαν 298 δρχ. και η σχετική απόδειξη έχει κατατεθεί από τον Γεώργιο Σταμ. Ρώμα στο Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.

Από το 1860 εως το 1878 η Κερατέα συγκλονίζεται από την πολύκροτη υπόθεση των «ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΩΝ» και την περίφημη Δίκη-Δημοσίου Κοινότητας Κερατέας. Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 1840 ως το 1890 ολόκληρη η Λαυρεωτική αποτέλεσε δήμο με έδρα την Κερατέα. Την περίοδο αυτή πρέπει να μνημονεύσουμε την γενναία στάση του Κερατιώτη Δημάρχου Λουκά Παπαθανασίου απέναντι στον Σερπιέρι και της Γαλλικής εταιρείας που του στοίχισε την ίδια του την ζωή. Ο κάθετος δρόμος στην Αθηνών Σουνίου δίπλα ακριβώς από το Δημαρχείο φέρει το όνομα του. Το 1890 ο Δήμος Λαυρεωτικής χωρίζεται στον Δήμο Σουνιέων με πρωτεύουσα το Λαύριο και το Δήμο Θορικίων με πρωτεύουσα την Κερατέα.

Το 1916 στη διάρκεια του γαλλικού αποκλεισμού στην Κερατέα είχε πέσει πείνα, αρρώστια και δυστυχία. Ο ποιητής Κώστας Βάρναλης στα «Φιλολογικά Απομνημονεύματα» του (σχολάρχης στη Κερατέα 1915-1917) γράφει «Οι Κερατιώτες χτυπήσανε τις καμπάνες και κάνανε συλλαλητήριο διαμαρτυρίας λέγοντας "εμείς σκοτωθήκαμε για τον βασιλιά γιατί δεν μας δίνεται ψωμί;». Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι Κερατιώτες δεν υστέρησαν σε θυσίες. Εκτός από τους συμπατριώτες μας που σκοτώθηκαν στην Αλβανία, στο ληξιαρχείο του Δήμου βεβαιώνονται περίπου 200 θάνατοι από πείνα την περίοδο 1941-1942. Για τον Κερατιώτη Τάκη Λιούμη που σκοτώθηκε στην επιστροφή του από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας ποίημα έχει αφιερώσει ο επιστήθιος φίλος του ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος.

Την περίοδο της Κατοχής τα λιμανάκια της Κερατέας (Κακή Θάλασσα-Δασκαλειό-Βγέθι-Εννιά κλπ) χρησίμευαν σαν κρησφύγετα για φυγαδεύσεις στη Μέση Ανατολή. Από εδώ έφυγε ο τότε πρωθυπουργός της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης Γεώργιος Παπανδρέου. Υπάρχει δημόσιο ευχαριστήριο της πρεσβείας της Ν.Ζηλανδίας στον Δήμο Κερατέας και τους κατοίκους της, για την προσφορά της την περίοδο εκείνη. Το 1943 Κερατιώτες γεωργοί στο κτήμα στην περιοχή Μητροπήσι βρήκαν με το αλέτρι τους τον πανέμορφο ΑΡΙΣΤΟΔΙΚΟ ΚΟΥΡΟ που κοσμεί το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αναφέρουμε το γεγονός αυτό γιατί τότε τον έκρυψαν στο στάβλο του Γ.Αγγελή, κι έτσι ο Κούρος δεν έπεσε στα χέρια των κατακτητών, σήμερα βρίσκεται στην πατρίδα μας σ' αντίθεση με άλλα σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα από την Κερατέα όπως η «θεά του Βερολίνου» και ο «Κούρος της Ν.Υόρκης» και η αρχαιολογική συλλογή της Κοινότητας Κερατέας που έκλεψαν οι Ιταλοί στη διάρκεια της Κατοχής.

Το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα και στα πρώτα χρόνια του 21ου η οικιστική ανάπτυξη στην περιοχή της Κερατέας υπήρξε ραγδαία. Είναι ανάγκη το πολυτιμότερο αγαθό της Κερατέας, η φύση, που υμνήθηκε από τον Σατωβριάνδο, τον Βάρναλη, τον Εμμ. Λυκούδη και άλλους λογοτέχνες να προστατευθεί και να διατηρηθεί ως μοναδική και ανεκτίμητη κληρονομιά στις επόμενες γενιές.

Πηγές:
1. Αντωνίου, Αθ., ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΡΑΤΕΑΣ, Δήμος Κερατέας, Κερατέα 1991.
2. Δερμάτη, Γ., ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ, Δήμος Λαυρεωτικής, Λαύριο 1994.
3. Ιατρού, Γ., ΣΟΥΝΙΟ ΛΑΥΡΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑ, Η ΤΕΘΛΑΣΜΕΝΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ, Τουμπής -«ΧΡΥΣΗ ΤΟΜΗ», Κερατέα 2003.
4. Στρατοκόπου, Χρ., Η ΚΕΡΑΤΑΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ, «Χρυσή Τομή», Κερατέα 1997 (α' έκδοση 1925).
5. Ρώμα, Χρ., ΚΕΡΑΤΕΑ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, «Χρυσή Τομή», Κερατέα 1987.
1. Περιοδικό «ΧΡΥΣΗ ΤΟΜΗ»
2. Εφημερίδα «ΝΕΑ ΤΗΣ ΚΕΡΑΤΕΑΣ»



Ιστορική Εξέλιξη Δήμου

Η σημερινή Κερατέα ταυτίζεται με τον αρχαίο Δήμο Κεφαλής.
Στα σημερινά διοικητικά της όρια ήκμασαν και οι Δήμοι Αμφιτροπής, Φρεαρρίων (γενέτειρα του Θεμιστοκλή), Ποταμού, Θορικού και Βήσας.
Με την ίδρυση του Νέου Ελληνικού Κράτους η Κερατέα ήταν η έδρα του ΔΗΜΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ (ίδρυση 1835-Β.Δ. Φ.Ε.Κ. 17/1-10-1835).
Ο Δήμος είχε πληθυσμό 1238 κατοίκους που κατανέμονταν στους εξής οικισμούς: Κερατέα (747), Ανάβυσσος (54), Όλυμπος (60), Κουβαρά (208), Εννέα Πύργοι (169), Αλαγρίνα, Τερδίτζα, Μιτροπίτζι, Κατίφαση.
Σταδιακά προσαρτήθηκαν οι οικισμοί Καλύβια, Θερικόν, Βίγλα, Καμάριζα, Σούνιον, Μάνδρα, Πασά, Κάβο -Φονιά, Ελένη, Βελβίνα η Άγιος Γεώργιος (νησίς), Εργαστήριον.
Το Λαύριο ως πόλη δεν υπήρχε, άρχισε να δημιουργείται μετά το 1864 ως Εργαστήρια και σταδιακά εξελίχθηκε σε μεγάλο οικισμό.
Τα όρια του Δήμου το 1835 είναι αυτά που σήμερα περιλαμβάνουν τους Δήμους Λαυρεωτικής, Κερατέας, Καλυβίων και τις κοινότητες Κουβαρά, Αναβύσσου, Αγίου Κωνσταντίνου, Π. Φώκαιας και Σαρωνίδας. Το 1840 ο Δήμος διατηρείται με 1373 κατοίκους.
Το 1873 είχε 3.700 κατοίκους διότι άρχισε να δημιουργείται η σημερινή πόλη του Λαυρίου. Το 1890 διασπάται σε δύο Δήμους. Το Δήμο Θερικού (Β.Δ. Φ.Ε.Κ. 162/4-7-1890) με έδρα την Κερατέα και το Δήμο Σουνιέων με έδρα το Εργαστήριον (Λαύριο).
Ο Δήμος Θορικίων το 1890 είχε τους οικισμούς Κερατέα (2.507), Θορικό (400), Καλύβια (1037), Κουβαρά (537), Όλυμπος (131), Ανάβυσσος (26). Σταδιακά στον Δήμο εμφανίστηκαν οι εξής οικισμοί: Aρή, Αυλάκι, Βίλλια, Βρωμοπούσι, Δαρδέζα, Δημολιάκι, Δασκαλείον, Διψέλιζα, Συντερική, Κάτω Δασκαλείον, Λεγρενά, Μερ-κάτι, Σπηλιαζέζα,Τογάνι, Φωφόλα, Βρυσάκι, Μετόχιον Αναβύσσου, Πλάκα.
Το 1912 ο Δήμος Θορικών διασπάται σε τρείς Κοινότητες Κερατέας, Κουβαρά και Καλυβίων. Οι αρχικοί συνοικισμοί της Κοινότητας Κερατέας το 1912 ήταν: Κερατέα, Αρή, Ανάβυσσος, Αυλάκι, Βίλλια, Βρωμοπούσι, Δάρδεζα, Δημολιάκι, Δασκαλείον, Διψέλιζα, Συντερική, Κάτω Δασκαλείον, Μερκάτι, Λεγρενά, Σπηλιαζέζα,Τογάνι, Φωφόλα, Μετόχιον Αναβύσσου και Πλάκα.
Το 1927 οι περιοχές Αναβύσσου, Σαρωνίδας, Π. Φώκαιας αποσπάσθηκαν από την Κοινότητα Κερατέας και προσαρτήθηκαν στην Κοινότητα Καλυβίων, ενώ αργότερα αυτονομήθηκαν και αναγνωρίστηκαν ως κοινότητες.
Το 1916 το Άνω και Κάτω Θορικό αποσπάσθηκαν από την Κοινότητα της Κερατέας και προσαρτήθηκαν στο Δήμο Λαυρεωτικής.
Το 1929 η Πλάκα αναγνωρίσθηκε ως κοινότητα αλλά επανήλθε στην Κοινότητα Κερατέας το 1937.
Το 1948 η Καμάριζα (τώρα Άγιος Κωνσταντίνος) αποσπάσθηκε από την Κοινότητα Κερατέας και αναγνωρίσθηκε ως κοινότητα.
Το 1950 η Κοινότητα Κερατέας αναγνωρίσθηκε σε Δήμο Κερατέας.
Το 1952 τα Λεγρενά αποσπάστηκαν από τον Δήμο Κερατέας και προσαρτήθηκαν στον Δήμο Λαυρεωτικής.
Το 1962 οι αναγνωρισθέντες συνοικισμοί του Δήμου Κερατέας ήταν: Κερατέα, Ελαιοχώριον, Μονή Κακής Θαλάσσης και Πλάκα.
Το 1968 τμήμα της περιοχής Συρί (ΔΕΗ) αποσπάσθηκε από τον Δήμο Κερατέας και προσαρτήθηκε στον Δήμο Λαυρεωτικής.
Από το 1968 δεν έχει επέλθει καμία αλλαγή στα όρια του Δήμου Κερατέας, στα οποία περιλαμβάνονται και οι νησίδες Πατρόκλου (Γαϊδουρονήσι) και Δασκαλειού.




Γεωγραφική Δομή

Η ΚΕΡΑΤΕΑ ανήκει γεωμορφολογικά και διοικητικά στο ΝΑ τμήμα της Αττικής, το γνωστό ως Λαυρεωτική.

Η Λαυρεωτική εκτείνεται από τους λόφους του Αγίου Δημητρίου Κορωπίου, τα Καλύβια Θορικού, τη Μερέντα Μαρκοπούλου και τον Πρασά έως το νοτιότατο άκρο της Αττικής, δηλαδή το ακρωτήριο Σούνιο.

Τελευταία όμως η Μεσογαία και η Λαυρεωτική έχουν αποτελέσει τη μεγάλη διοικητική περιφέρεια που ονομάζεται Μεσόγεια.
Η συνολική έκταση του Δήμου Κερατέας είναι περίπου 12.900 εκτάρια (129 τετραγ. χιλιόμετρα περίπου) και συνορεύει προς Β. με την Κοινότητα Κουβαρά και το Δήμο Μαρκόπουλου Μεσογαίας, προς Δ. με τις Κοινότητες Καλυβιών Θορικού και Παλαιάς Φώκαιας, ενώ προς Ν. και Α. με την κοινότητα Αγ. Κωνσταντίνου (Καμάριζα), το δήμο Λαυρεωτικής και τη θάλασσα. Το νότιο τμήμα του δήμου, που έχει μέσο πλάτος μικρότερο από 3 χιλιόμετρα, διασχίζει τη Λαυρεωτική χερσόνησο στο κέντρο της (μεταξύ της Παλαιάς Φώκαιας και του Δήμου Λαυρεωτικής) μέχρι τη θάλασσα.
Ο Δήμος καταλαμβάνει έδαφος που είναι βασικά ορεινό σε όλη του την έκταση. Η έδρα του Δήμου βρίσκεται στο ΒΔ τμήμα του σε ύψος 200 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας, ανάμέσα στο βουνό Πάνειο ή Πανί (υψόμετρο 648 μ. στη θέση Κερατοβούνι) και το ύψωμα Φανάρι (ή Φάνοσι, 313 μ.). Μια άλλη πεδινή σχετικά περιοχή βρίσκεται στο δυτικό-κεντρικό τμήμα του δήμου, νότια του υψώματος Κουμαροδιάσελα (212 μ.) και δυτικά των υψωμάτων Χάρβαλο και Ριμπάρι (300 μ.). Η κοιλάδα αυτή συνεχίζει προς ΝΔ μέχρι το βουνό Όλυμπος και τον όρμο της Αναβύσσου. Άλλα υψώματα κατά μήκος της δυτικής πλευράς, από το Πάνειο ως τη νότια παραλία της Λαυρεωτικής, είναι: Κόκκινος Βράχος (300-400 μ.), Σοφιανού (259 μ.), Κατούσα (219 μ.), Προφήτης Ηλίας (358 μ.) και Βαθύ Σπληθάρι (236 μ.). Υψώματα κατά μήκος του βορεινού συνόρου του δήμου και της ανατολικής παραλίας είναι τα εξής: Κοπρότοπος (266 μ.), Μαυροβούνι (365 μ.), Πούντα (100 μ.), Κορφή (153 μ.), Κοκκινοκορφή (236 μ.), Κοντραβίλλια (149 μ.) κ.ά. Τέλος, στο κέντρο υπάρχει μια άλλη σειρά από υψώματα, όπως το Αβρόκαστρο ή Οβριόκαστρο (313 μ.), οι Βραγόνιζες (338 μ.) και το Μουζάκι (359 μ.).
Η ανατολική παραλία του δήμου έχει μήκος 19 χλμ. περίπου, ενώ η νότια έχει μήκος μόνο 2 χμ. περίπου. Το μεγαλύτερο μέρος των ακτών είναι βραχώδες ή ημιβραχώδες, χαρακτηριστικό δε της ανατολικής παραλίας είναι το πλήθος των όρμων και των ακρωτηρίων. Από Β. προς Ν. υπάρχουν οι όρμοι της Κακη-Θάλασσας, του Δασκαλιού, του Αγίου Νικολάου και του Θορικού, και τα ακρωτήρια Άσπρη Πούντα, Καρατζή, Μαυροβούνι, Βρυσάκι και Θορικό. Ακόμη υπάρχει ένα μικρό λιμάνι, το Τουρκολίμανο.
Σχετικά με τη συγκοινωνία: Η Κερατέα συνδέεται οδικά με την Αθήνα, από την οποία απέχει 40 χλμ, και με το Λαύριο που απέχει 14 χλμ.

Βρίσκεται στον άξονα από το νέο αεροδρόμιο "Ελευθ. Βεζινέλος" προς το λιμάνι του Λαυρίου. Κεντρικός οδικός άξονας ήταν παλαιότερα η οδός Αθηνών-Λαυρίου. Με την ίδια οδική αρτηρία η Κερατέα συνδέεται με τα Καλύβια Θορικού, το Μαρκόπουλο, το Κορωπί, την Παιανία και τον Σταυρό. Σήμερα ο σημαντικότερος οδικός άξονας είναι η Αττική οδός η οποία έχει μειώσει σημαντικά τον χρόνο από την Αθήνα.

Με μιαν άλλη διακλάδωση προς νότο (περιοχή Τογάνι) συνδέεται με την Ανάβυσσο. Υπάρχει επίσης οδική σύνδεση με την περιοχή της Πούντας, όπου βρίσκονται κυρίως οι παραθεριστικοί οικισμοί του Δασκαλιού και της Κακη-Θάλασσας. Τέλος, ο παραλιακός δρόμος Αθηνών-Σουνίου διασχίζει το νότιο άκρο του δήμου.



Μνημεία - Αξιοθέατα


Ο Δήμος της Κερατέας απλώνεται σε μεγάλο μέρος της Ν. Αττικής και διαθέτει πλήθος μνημείων όλων σχεδόν των περιόδων του πολιτισμού που αναπτύχθηκε στον ελλαδικό χώρο.

Η αρχαιότερη κατοίκηση στην περιοχή έχει εντοπιστεί στο Σπήλαιο του Κίτσου, στην ανατολική πλευρά του υψώματος Μικρό Ριμπάρι, του οποίου η πρώτη χρήση και κατοίκηση χρονολογείται στη νεώτερη νεολιθική περίοδο (5300-4300 π.Χ.)


Στο Βελατούρι, στο μικρό λόφο δυτικά του δημοτικού σταδίου και απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Τριάδας ήδη από το 1962, Βρετανοί αρχαιολόγοι εντόπισαν κεραμική της ΠΕ (Πρωτοελλαδικής 3500-2000 π.Χ.) και ΜΕ (Μεσοελλαδικής 2000-1600 π.Χ.) περιόδου.

Κατά την επόμενη περίοδο, την μυκηναϊκή (1600-1100)τα ευρήματα μας είναι περισσότερα. Κατά το α’ μισό του περασμένου αιώνα αναφέρεται η ανεύρεση μυκηναϊκού θαλαμοειδούς τάφου, στους πρόποδες του βουνού, ενώ ένας ακόμα τάφος ερευνήθηκε στη βόρεια πλευρά της κοιλάδας Ποτάμι. Μυκηναϊκά όστρακα έχουν βρεθεί στο Σπήλαιο της Κακής θάλασσας και στο σπήλαιο στο Κερατοβούνι.
Στο Ρουτζέρι έχουν βρεθεί αγγεία της γεωμετρικής εποχής (900-700 π.Χ.),τα οποία βρίσκονται σε ιδιωτική συλλογή στο εξωτερικό, ενώ στην ίδια εποχή χρονολογείται βωμός αφιερωμένος στον Δία Όμβριο.


Κατά τα αρχαϊκά χρόνια (700-500) τεκμηριώνεται η ύπαρξη στην περιοχή ισχυρών και πλούσιων οικογενειών, που έστησαν στους τάφους των νεκρών τους μεγάλα γλυπτά. Τα σημαντικότερα είναι ο Κούρος της Κερατέας που αποκαλύφθηκε στη θέση Ντάρδεζα, ένα γυναικείο άγαλμα θεότητας, εξαιρετικής τεχνικής και διατήρησης, το οποίο έχει επικρατήσει στη βιβλιογραφία ως «θεά του Βερολίνου» και ο περίφημος Αριστόδικος Κούρος που βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

Αλλά και ο Θορικός υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και αρχαιότερους οικισμούς της Αττικής. Το κέντρο του Θορικού είναι ο διπλός λόφος Βελατούρι όπου η κατοίκηση υπήρξε μακραίωνη και πυκνή. Στην κορυφή του σώζονται τα ερείπια της ακρόπολης με ίχνη εγκατάστασης από τα τέλη της νεολιθικής, σπίτια της ΠΕ και ΜΕ περιόδου και 5 θολωτοί και θαλαμωτοί τάφοι της μυκηναϊκής περιόδου. Η κατοίκηση συνεχίστηκε ως την ύστερη κλασική περίοδο. Η ζωή στον αρχαίο δήμο ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την μεταλλουργία. Ανάμεσα στα σπίτια συναντά κανείς εργαστήρια με πλυντήρια μεταλλεύματος, στοές εξόρυξης και μεταλλευτικά φρέατα. Το θέατρο του Θορικού ανήκει στον 6° αιώνα, αποτελεί το αρχαιότερο θέατρο και είναι μοναδικό για το ιδιόμορφο ελλειψοειδές σχήμα του.

Την περίοδο ακμής του αρχαίου Δήμου Κεφαλής, αποτελούν οι κλασικοί χρόνοι. Στη Μεγάλη Αυλή, υπάρχει άφθονο οικοδομικό υλικό και τμήματα αγγείων κλασικών χρόνων, ενώ από νεκροταφείο στο Ρουτζέρι προέρχονται μαρμάρινες λήκυθοι, μια λουτροφόρος και επιτύμβια στήλη.

Στις ίδιες περιοχές, όπου άνθισε η ζωή κατά τους κλασικούς χρόνους, συνεχίσθηκε η κατοίκηση και στους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς που ακολούθησαν.

Είναι φανερό ότι η περιοχή της Κερατέας, όπως και η ευρύτερη Λαυρεωτική είναι ένας τόπος πλούσιος σε ιστορία και μνημεία. Δυστυχώς όμως κανένα μνημείο δεν έχει αναδειχθεί. Ελάχιστες έρευνες έχουν γίνει και λίγα έχουν γραφτεί και το κυριότερο, έχουν γίνει πολλές καταστροφές στο διάβα των αιώνων.






Σημαντικές Προσωπικότητες




ΜΕΓΓΟΥΛΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ









Γεννήθηκε στην Κερατέα Αττικής το 1900.
Γεννήθηκε στην Κερατέα Αττικής το 1900.


Γράφτηκε σαν αθλητής στις αρχές της δεκαετίας του 1920, στον Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλογο. Την τετραετία 1925 – 28 υπήρξε πρωταθλητής Ελλάδας στους δρόμους των 400μ. 800μ. 1500μ. ενός μιλίου, 5000μ. 10.000 μ. 20.000 μ και Μαραθώνιο.


Από διπλώματα, μετάλλια και βραβεία που του είχαν απονεμηθεί και βρέθηκαν σπίτι του, διαπιστώθηκαν δεκάδες νίκες και διακρίσεις του σε διάφορους αγώνες στίβου.


Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στους Πανελλήνιους Αγώνες του 1925 είχε κερδίσει την πρώτη θέση στα αγωνίσματα των 5000 μ. του ενός μιλίου, του δρόμου μίας ώρες και στον Μαραθώνιο δρόμο.


Πέθανε στις 21 Απριλίου 1983.






ΜΥΛΩΝΑΣ ΚΩΣΤΑΣ
Ο τενόρος ΚΩΣΤΑΣ ΜΥΛΩΝΑΣ γεννήθηκε Κατά τα τέλη του περασμένου αιώνα στην Κερατέα της Αττικής. Τελείωσε τo Ωδείο Αθηνών και πήγε στην Ιταλία. Μικρόσωμος όπως ήταν, δεν κατόρθωσε να σταδιοδρομήσει στα ιταλικά θέατρα και η φήμη ότι τραγούδησε «Τόσκα» στη Σκάλα του Μιλάνου δεν στάθηκε δυνατό να ερευνηθεί, γιατί το αρχείο του θεάτρου διαθέτει ιστορικό υλικό μετά το 1922. Πάντως ως τενόρος έδινε συναυλίες που είχαν μεγάλη επιτυχία. Το σπίτι του στη Ρώμη ήταν ένα είδος ξενώνα. Εκεί έμειναν κατά καιρούς οι Αγγελόπουλος, Οικονομίδης, Ξηρέλλης και άλλοι. Έλληνες καλλιτέχνες που έτυχε να βρίσκονται στην ιταλική πρωτεύουσα.
Το 1926 πήγε με τον Ξηρέλλη στο Βερολίνο και σε ακρόαση της Όπερας. τραγούδησε κατά περίφημο τρόπο την άρια του RODOLFO από τους ΒΟΗΕΜΕ του Πουτσίνο. Επειδή όμως είχε ξε0χάσει να βγάλει το καπέλο του, θεωρήθηκε έλλειψη καλών τρόπων — κάτι που τότε ήταν απαραίτητο — δεν προσλήφθηκε στην Όπερα.
Κερδισμένοι βγήκανε μόνο οι παραγωγοί φωνογραφικών δίσκων, που ανακάλυψαν ότι ο Μυλωνάς είχε την ίδια πάστα φωνής με τον Καρούζο. Υπόγραψε συμβόλαιο και οι δίσκοι του άρχισαν να κυκλοφορούν με την ίδια επιτυχία όπως εκείνοι του Τάουμπερ και του Γκίγκλι.
Επειδή δε η φωνή του έμοιαζε καταπληκτικά με τον διάσημο τενόρο πολλοί δίσκοι του Μυλωνά πουλήθηκαν, για κερδοσκοπικούς σκοπούς, με την ετικέτα του Καρούζο.
Από έρευνες που έγιναν σε διάφορα θεατρικά αρχεία, προκύπτει ότι ο Μυλωνάς είχε τραγουδήσει το 1921 στην Όπερα του Μόντε Κάρλο, το 1932 στην Κρατική Όπερα της Βιέννης και από το 1937 μέχρι το 1942 στην Όπερα της Φραγκφούρτης που βρίσκονται στην Αν. Γερμανία.
Οι ιστορικοί είναι διχασμένοι όσον αφορά την σκηνική του σταδιοδρομία. Ταιριάζουν όμως απόλυτα στο μέρος που αφορά τον Μυλωνά σαν τραγουδιστή. Ομόφωνα παραδέχονται ότι ήταν ένας από τους καλύτερους στο είδος του. Ένα είδος που δυστυχώς στην εποχή μας τείνει να εξαφανιστεί.
Ο Μυλωνάς δεν έγινε μόνο παγκόσμια γνωστός γιατί ήταν φωνητικό φαινόμενο, αλλά πολύ περισσότερο γιατί ήταν μεγάλος τεχνίτης του BELCANTO και η ερμηνεία του ξεχώριζε για την υποδειγματική μελέτη και παρουσίαση. Ο φημισμένος καλλιτέχνης που κατά την διάρκεια του πολέμου συντηρούσε στο σπίτι του πλήθος συναδέλφων, πέθανε πάμφτωχος στις 25 Μαρτίου 1949 στο Λονδίνο. Σε μια πόλη που βρίθει από Έλληνες εκατομμυριούχους.






ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Ο Δημήτρης Νικολάου γεννήθηκε στην Κερατέα Αττικής το 1946 κι έφυγε από κοντά μας τον Μάρτιο του 2008. Από το 1965 ζούσε και εργαζόταν εγκατεστημένος στη Ρώμη. Άρχισε να συνθέτει σε ηλικία δεκατριών ετών. Μελέτησε μουσική μόνος του και ασχολήθηκε εντατικά με την έρευνα της λαϊκής μουσικής, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στο χώρο της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Σπούδασε, επίσης, σύγχρονη λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης και διεύθυνση φωτογραφίας στο Πειραματικό Κέντρο Κινηματογράφου της Ρώμης. Δίδαξε σκηνικό τραγούδι στη σχολή θεάτρου του Εθνικού Ινστιτούτου Αρχαίου Δράματος των Συρακουσών και στη Σχολή Θεάτρου της Καλαβρίας

Παράλληλα, δίδαξε πιάνο, αρμονία και σύνθεση. Η μουσική του εκμεταλλεύεται αριστοτεχνικά τις ξεχωριστές ιδιότητες των οργάνων, συχνά με ασυνήθιστες τεχνικές εκτελέσεως και με ασυνήθιστους συνδυασμούς ηχοχρωμάτων, ενώ παράλληλα πολλά έργα του παρουσιάζουν μια έντονη θεατρικότητα. Άλλο βασικό χαρακτηριστικό στις συνθέσεις του είναι η ιδιαίτερη εκμετάλλευση της ελληνικής δημοτικής και λαϊκής μουσικής, των πολυσύνθετων ρυθμικών χρόνων, καθώς και ένας καθαρά προσωπικός τρόπος εναρμόνισης.

Τα έργα του χαρακτηρίζονται, πρώτα από μια συνεχή αναζήτηση νέων τρόπων εκτέλεσης και νέων τρόπων μουσικής γραφής. Πολλές φορές η αναζήτηση του "νέου" γίνεται μέσα από παραθέσεις του "παλαιού", με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό το ανάλαφρο - ή συχνά διονυσιακό - χιούμορ. Έχει συνθέσει έργα για ορχήστρα, κοντσέρτα για σόλο και ορχήστρα, έργα για φωνή, μουσική δωματίου, όπερες, ορατόρια, καθώς και μουσική για το θέατρο, τον κινηματογράφο, την τηλεόραση, τραγούδια, μπαλέτα, μουσική για παιδιά, ηλεκτρονική μουσική, κ.α.

Από το 1959,τη χρονιά που ξεκίνησε να συνθέτει έχει φθάσει σήμερα σ’ ένα κατάλογο που περιλαμβάνει πάνω από 290 συνθέσεις συμπεριλαμβανομένου 3 όπερες, 5 συμφωνίες για μεγάλες ορχήστρες, πολυάριθμα κονσέρτα για σολίστες και ορχήστρες, μικρές και μεγάλες,πολλές δουλειές για χορωδίες,ηθοποιούς και μουσική για μπαλλέτο.Παράλληλα έχει συνθέσει μουσική για κινηματογράφο, τηλεόραση και ραδιόφωνο.Τέλος εμπλούτισε με πάνω από 100 έργα του θεατρικά έργα πρόζας και έγραψε μουσική και τραγούδια για νήπια.

Τα έργα του είναι παραγγελίες από γνωστά μουσικά σύνολα, ορχήστρες, σολίστ και παίζονται συχνά στην Ελλάδα, την Αγγλία, την Ολλανδία, τη Γαλλία, την Ισπανία, την Πολωνία, την Γερμανία, τη Ρουμανία, τον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Βέλγιο, την Αργεντινή, τη Χιλή, τη Βραζιλία, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Αυστραλία, ενώ τουλάχιστον 100 από αυτά έχουν εκδοθεί από τους εκδοτικούς οίκους EDIPAN (Musicisti Contemporanei, Roma), Penta-flowers της Ρώμης, Agenda (Bologna), J. Trekel (Hamburg), Vogt & Fritz (Schweinfurt), Mnemes (Palerno).

Η γενέτειρα του Κερατέα, έχει επηρεάσει το μουσικό του έργο.

Εκτός από το έργο του "ΝΟΣΤΟΣ" και το "ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑ" που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (20-1-1994) και περιέχει ένα τμήμα με τίτλο "Omaggio A Calcunis" (Προς τιμήν στον Καλκούνη ένα λαϊκό Βιολιστή της Κερατέας), έχει συνθέσει ένα έργο για κρουστά με τίτλο «Κερατέα» το οποίο δεν έχει παρουσιαστεί επίσημα..Το όνομα του τόπου μου έγινε και μουσική έλεγε χαρακτηριστικά ο συνθέτης και θα ταξιδεύσει στο κόσμο…..

Ο Δήμος Κερατέας και ο Σύνδεσμος Πνευματικής Κοινωνικής Δραστηριότητας "Χρυσή Τομή" οργάνωσαν στις 11 Οκτωβρίου 2008 τιμητική συναυλία στην μνήμη του με Έλληνες και ξένους μουσικούς, παρουσία της συζύγου του Paola Cortese και των αδελφών του στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Κερατέας.

Την ημέρα εκείνη παρουσιάστηκε μεταξύ των άλλων και το έργο του "ΚΕΡΑΤΕΑ" ορ.271 από το σύνολο κρουστών του Δημοτικού Ωδείου Πάτρας. Ο Δήμος Κερατέας εξ άλλου με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου έδωσε σε οδό της πόλης το όνομά του.












ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΠΑΝΟΣ


(Κερατέα Αττικής, 1909-1994). Γιατρός, ομότιμος καθηγητής της Μαιευτικής και Γυναικολογίας με σημαντικό επιστημονικό έργο και αξιόλογα πνευματικά ενδιαφέροντα. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1926-32), από το οποίο ανακηρύχτηκε διδάκτορας (1938) και ύστερα από δύο χρόνια υφηγητής (1940), ενώ παράλληλα, υπηρετούσε ως επιμελητής στο Μαιευτήριο «Μαρίκα Ηλιάδη» (1935-42), έχοντας προϊστάμενο του τον καθηγητή Νικόλαο Λούρο.
Η μετεκπαίδευση του Παναγιώτου άρχισε στη Μεγάλη Βρετανία, όπου, ταυτόχρονα με την άσκηση στην κύρια ειδικότητα του, ασχολήθηκε με την πειραματική καρκινολογία στο Κέντρο Ιατρικών Ερευνών του Πανεπιστημίου του Sheffield και με την παρακολούθηση μαθημάτων ευγονικής στο Λονδίνο και ολοκληρώθηκε στη Στοκχόλμη και το Δουβλίνο (1945-47).
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Παναγιώτου, αφού πρώτα διατέλεσε επί μια πενταετία διευθυντής της Β' Κλινικής του Μαιευτηρίου «Μαρίκα Ηλιάδη» (1957-62), εκλέχτηκε το 1964 τακτικός καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας από την Ιατρική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και το 1969 τακτικός καθηγητής της Α' Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (αποχώρησε το 1974 ως ομότιμος καθηγητής). Επίσης, κατά την περίοδο 1969-74, ασκούσε καθήκοντα επιστημονικού διευθυντή στο Δημόσιο Μαιευτήριο «Αλεξάνδρα» και στην προσαρτημένη σ' αυτό Δημόσια Σχολή Μαιών.
Οι διδακτικές αρετές και οι ερευνητικές ικανότητες του Παναγιώτου άρχισαν να διαφαίνονται, όταν για πρώτη φορά δίδαξε τη μαιευτική, τη γυναικολογία και τη βιολογία στη Σχολή Μαιών του Μαιευτηρίου «Μαρίκα Ηλιάδη» (1932-45 και 1957-62). Αναγνωρίστηκαν στην Πανεπιστημιακή Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και στην εκεί Δημόσια Σχολή Μαιών (1964-69) και σφραγίστηκαν με την πνευματική παρουσία του στο μαιευτήριο «Αλεξάνδρα» στην Αθήνα, όπου, εκτός από το διδακτικό, άφησε και αξιόλογο κλινικοερευνητικό έργο. Ανάμεσα στους συνεργάτες του, που εκπόνησαν διδακτορικές ή υφηγητικές διατριβές με την καθοδήγηση του, περιλαμβάνονται ο Γρηγόρης Λαμπράκης και ο καθηγητής της Μαιευτικής και Γυναικολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης Νικόλαος Παπανικολάου.
Ο Παναγιώτου διατέλεσε, επίσης, επιστημονικός εκδότης του μηνιαίου περιοδικού Νέα Ιατρική (1937-42), πρόεδρος της Μαιευτικής και Γυναικολογικής Εταιρείας Αθηνών (1955), αντιπρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας Θεσσαλονίκης (1965-68) και πρόεδρος του Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών (1973-74). Επίσης, έχει ανακηρυχτεί επίτιμο μέλος της Μαιευτικής και Γυναικολογικής Εταιρείας Βορείου Ελλάδος και είναι μέλος της Βασιλικής Ιατρικής Εταιρείας και του Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας. Από τις επιστημονικές πραγματείες του, που υπερβαίνουν τις 200, ξεχωρίζουν όσες αναφέρονται στη γυναικολογική ενδοκρινολογία, όπως είναι η πρωτότυπη πειραματική μελέτη του για τη διερεύνηση των σχέσεων ανάμεσα στον οπίσθιο λοβό της υπόφυσης και τις ωοθήκες (Klin. Wschr. No 15, 1938), καθώς επίσης και τα εμπεριστατωμένα άρθρα του γύρω από τη βιολογική εξέλιξη, την ευγονική και την ηθική αξία της επιστήμης, που χαρακτηρίζονται από συγγραφική δεξιοτεχνία και βαθύτατο φιλοσοφικό στοχασμό. Εξάλλου, αξιόλογο είναικαι το ογκώδες μεταφραστικό του έργο, από το οποίο ενδεικτικά σημειώνονται τρία βιβλία: Ο Φρόυντ και η ψυχανάλυση (1934) του Στέφαν Τσβάιχ, Η σύγχρονος θεραπευτική των εσωτερικών νόσων του Αλέξανδρου Καββαδία (από τα αγγλικά) και Το πρόβλημα της ελευθερίας της βούλησης (1980) του Μαξ Πλανκ.
Δημοσίευσε πραγματείες πάνω σε θέματα από τον Αριστοτέλη και τον Πλωτίνο, μετέφρασε από το αρχαίο κείμενο το «Περί ουρανού», του Αριστοτέλη, και την «Απολογία Σωκράτους», τον Ξενοφώντα, σχολίασε το «Περί μήνιος τον Απόλλωνος», τον Ψευδο - Ηράκλειτου, και απέδωσε από το ελληνιστικό στην ομιλουμένη το «Eπi τη εξόδω του αγαθωτάτου Σαλλουστίου», του Ιουλιανού. Από τα ιδρυτικά μέλη της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας και της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Λογοτεχνών, στο περιοδικό της οποίας («ΚΑΣΤΑΛΙΑ») δημοσίευε κατά καιρούς πρωτότυπα ποιήματά του καθώς και μεταφράσεις ξένων τέτοιων.





ΧΑΤΖΗΣ ΤΑΣΟΣ


Γεννήθηκε στην Κερατέα Αττικής το 1927.
Τελείωσε την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών το 1955 στο εργαστήριο του
Ανδρέα Γεωργιάδη του Κρητός.
Το 1956 έλαβε τριετή υποτροφία από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών για μετεκπαίδευση στο Παρίσι όπου και φοίτησε στις Σχολές College Technique Estienne και Ecole de Metiers d'Art, με καθηγητές τον Aujame, τον Garcia και τον Cottet και ειδικεύτηκε στις καλλιτεχνικές εκδόσεις.
Έχει πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα οκτώ ατομικές εκθέσεις στην 'Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αναλυτικά: τέσσερις στην 'Αθήνα δύο στη Θεσσαλονίκη μία στη γενέτειρα του Κερατέα και μία στο Βουκουρέστι μετά άπό πρόσκληση του Ρουμανικού Κράτους. Έλαβε μέρος σε περισσότερες από τριάντα αμαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Παρίσι, Λονδίνο, Κάν-Σύρ-Μέρ, Φραγκφούρτη κ.ά.) καθώς και σε έξι πανελληνίους.
Βραβεύθηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ ζωγραφικής που έγινε υπό την αιγίδα της UNESCO το 1969 στην Κάν-Σύρ-Μέρ προς τιμή του Ρενουάρ και το 1971 από την Ακαδημία Αθηνών για την καλλιτεχνική επιμέλεια και σύνθεση του Ιστορικού Λευκώματος της Ελληνικής Επαναστάσεως. Διετέλεσε δέκα τρία χρόνια συνεργάτης και σύμβουλος των εκδοτικών οργανισμών Ο.Ε.Δ.Β (οργανισμός εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων) «Ελευθερουδάκης», «Φυτράκης», «Μέλισσα» και το όνομα του συνδέθηκε με τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές εκδόσεις της Χώρας της δεκαετίας 60 - 70.
Από το 1964 έως το 1973 δίδαξε σαν καθηγητής στην Σχολή Γραφικών Τεχνών της Χ.Ε.Ν. 'Αθηνών και μετά στο το «Κέντρο Λιθογραφικών Σπουδών».
Έγραψε και δημοσίευσε μελέτες και άρθρα, και έδωσε διαλέξεις για την τέχνη και τις γραφικές τέχνες.
Εξέδωσε δύο λευκώματα με σχέδια από την Ύδρα και τη Ζάκυνθο και έλαβε μέρος σε δύο διεθνή συνέδρια της UNESCO για τις Εικαστικές Τέχνες στο Παρίσι και το Άμστερνταμ.
Έχουν γραφεί πολλές κριτικές για τη δουλειά του στον 'Ελληνικό και ξένο τύπο.
Έργα του βρίσκονται στην 'Εθνική Πινακοθήκη, στο Εθνικό Μουσείο της Ρουμανίας, στην Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, στα Υπουργεία Παιδείας και Πολιτισμού, στην Ελληνική Πρεσβεία του Καΐρου και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στη Ν. Υόρκη και στο Ισραήλ.
Πέθανε το 1994.










Τουριστική Ανάπτυξη


ΠΑΡΑΛΙΕΣ

Ο Δήμος της Κερατέας διαθέτει σημαντικά και γραφικά λιμανάκια στην Ανατολική ακτογραμμή της Αττικής μήκους 14 Χλμ. που είναι με την σειρά από Βορρά προς τον Νότο :

Μπουκουρίμα, Κακή Θάλασσα, Δασκαλειό ( που αποτελείται από τέσσερα λιμανάκια Αγία Μαρίνα, Ελιές, Βένιο ή Πύργος, Βίντζι) Βγιέθι, Εννιά (ή Αυλάκι) Βρωμοπούσι, Τσονίμα, Μπαμπακιά, Τουρκολίμανο, Θορικό.
Όλες οι παραλίες είναι προσβάσιμες οδικώς και κατάλληλες για μπάνιο και για αναψυχή.
Η μόνη οργανωμένη ακτή απέχει 7 Χλμ. από την πόλη στα ανατολικά, όπου ύστερα από μια μαγευτική διαδρομή σε πευκοδάσος, μπορεί κανείς να φτάσει στην παραλία της Κακής Θάλασσας, όπου και το μοναστήρι παλαιοημερολογιτών της Πευκοβουνογιάτρισσας και ο λόφος του Αγίου Παντελεήμονα, εξαιρετικό δείγμα οπτικού τοπίου στην θάλασσα.
Εκεί υπάρχει δημοτικό αναψυκτήριο, γήπεδο τένις, παιδική χαρά και πισίνα για τους μικρούς μας φίλους, αλλά και θερινός κινηματογράφος. (Τηλ. Δημ. Καφετέριας 22990 28049).
Στην Νότια πλευρά του Δήμου Κερατέας υπάρχει η παραλία του Χάρακα και το ιστορικό νησί του Πάτροκλου(Γαϊδουρονήσι) όπου τους καλοκαιρινούς μήνες είναι επισκέψιμο για μπάνιο από καΐκι που εκτελεί δρομολόγια.





ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ - ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ

Ο δήμος της Κερατέας απλώνεται σε μεγάλο μέρος της Ν. Αττικής και διαθέτει πλήθος μνημείων όλων σχεδόν των περιόδων του πολιτισμού που αναπτύχθηκε στον Ελλαδικό χώρο. Η αρχαιότερη κατοίκηση στην περιοχή έχει εντοπιστεί στο Σπήλαιο του Κίτσου, στην ανατολική πλευρά του υψώματος Μικρό Ριμπάρι, του οποίου η πρώτη χρήση και κατοίκηση χρονολογείται στη νεολιθική περίοδο (5300 - 4300 π.Χ.).Στο Βελατούρι, στο μικρό λόφο δυτικά του δημοτικού σταδίου και απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Τριάδας ήδη από το 1962, Βρετανοί αρχαιολόγοι εντόπισαν κεραμική της ΠΕ ( Πρωτοελλαδικής 3500 - 2000 π.Χ.) και ΜΕ (Μεσοελλαδικής 2000 - 1600 π.Χ.) περιόδου.Κατά την επόμενη περίοδο, την μυκηναϊκή (1600 - 1100) τα ευρήματα μας είναι περασμένου αιώνα αναφέρεται η ανεύρεση μυκηναϊκού θαλαμοειδούς τάφου, στους πρόποδες του βουνού, ενώ ένας ακόμα τάφος ερευνήθηκε στη βόρεια πλευρά της κοιλάδας. Μυκηναϊκά όστρακα έχουν βρεθεί στο σπήλαιο της Κακής Θάλασσας και στο σπήλαιο στο Κερατοβούνι.Στο Ρουτζέρι έχουν βρεθεί αγγεία της γεωμετρικής εποχής (900 - 700 π.Χ.),τα οποία βρίσκονται σε ιδιωτική συλλογή στο εξωτερικό, ενώ στην ίδια εποχή χρονολογείται βωμός αφιερωμένος στον Δία Όμβριο.
Κατά τα αρχαϊκά χρόνια (700-500) τεκμηριώνεται η ύπαρξη στην περιοχή ισχυρών και πλούσιων οικογενειών, που έστησαν στους τάφους των νεκρών τους μεγάλα γλυπτά. Τα σημαντικότερα είναι ο Κούρος της Κερατέας που αποκαλύφθηκε στη θέση Ντάρδεζα, ένα γυναικείο άγαλμα θεότητας, εξαιρετικής τεχνικής και διατήρησης, το οποίο έχει επικρατήσει στη βιβλιογραφία ως «θεά του Βερολίνου» και ο περίφημος Αριστόδικος Κούρος που βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Αλλά και ο Θορικός υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και αρχαιότερους οικισμούς της Αττικής. Το κέντρο του Θορικού είναι ο διπλός λόφος Βελατούρι όπου η κατοίκηση υπήρξε μακραίωνη και πυκνή. Στην κορυφή του σώζονται τα ερείπια της ακρόπολης με ίχνη εγκατάστασης από τα τέλη της νεολιθικής, σπίτια της ΠΕ και ΜΕ περιόδου και 5 θολωτοί και θαλαμωτοί τάφοι της μυκηναϊκής περιόδου. Η κατοίκηση συνεχίστηκε ως την ύστερη κλασική περίοδο. Η ζωή στον αρχαίο δήμο ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την μεταλλουργία. Ανάμεσα στα σπίτια συναντά κανείς εργαστήρια με πλυντήρια μεταλλεύματος, στοές εξόρυξης και μεταλλευτικά φρέατα. Το θέατρο του Θορικού ανήκει στον 6° αιώνα, αποτελεί το αρχαιότερο θέατρο και είναι μοναδικό για το ιδιόμορφο ελλειψοειδές σχήμα του.
Την περίοδο ακμής του αρχαίου Δήμου Κεφαλής, αποτελούν οι κλασικοί χρόνοι. Στη Μεγάλη Αυλή, υπάρχει άφθονο οικοδομικό υλικό και τμήματα αγγείων κλασικών χρόνων, ενώ από νεκροταφείο στο Ρουτζέρι προέρχονται μαρμάρινες λήκυθοι, μια λουτροφόρος και επιτύμβιαστήλη.
Στις ίδιες περιοχές, όπου άνθισε η ζωή κατά τους κλασικούς χρόνους, συνεχίσθηκε η κατοίκηση και στους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς που ακολούθησαν.
Είναι φανερό ότι η περιοχή της Κερατέας, όπως και η ευρύτερη Λαυρεωτική είναι ένας τόπος πλούσιος σε ιστορία και μνημεία. Δυστυχώς όμως κανένα μνημείο δεν έχει αναδειχθεί. Ελάχιστες έρευνες έχουν γίνει και λίγα έχουν γραφτεί και το κυριότερο, έχουν γίνει πολλές καταστροφές στο διάβα των αιώνων..

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΘΟΡΙΚΟΥ

Το θέατρο του Θορικού Λαυρεωτικής, ένα από τα αρχαιότερα, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τις ιδιορρυθμίες του. Χτίστηκε στο 3ο τέταρτο του 5ου π.Χ. αιώνα. Το κοίλο, με χτιστά λίθινα εδώλια, δεν αποτελεί όπως στα άλλα θέατρα ημικύκλιο, άλλα μισή έλλειψη και έχει στη μια πάροδο ναΐσκο του Διονύσου και στην αντικρινή σύμπλεγμα μικρών δωματίων. Σε κάποια απόσταση δυτικά του θεάτρου βρέθηκαν τα θεμέλια του ναού της Δήμητρας και της Κόρης,
του οποίου το καλύτερα διατηρημένο αρχιτεκτονικό υλικό φαίνεται ότι μεταφέρθηκε στην ΑΘήνα όταν ο Θορικός παράκμασε και χρησιμοποιήθηκε στον πρόναο του ναού της Δήμητρας και της Κόρης που χτίστηκε κοντό στο δυτικό κράσπεδο της οδού των Παναθηναίων.. Εκτός από τη λατρεία της Δήμητρας και της Κόρης, είναι γνωστή και η λατρεία του επώνυμου ήρωα Θορίκου, του Διός, της 'Ηρας Ειλειθυίας και του Διονύσου. Εκτός από το θέατρο, έχουν βρεθεί ερείπια τειχών που χρονολογούνται στο 409 π.Χ., τμήματα στοάς, ενώ πολύ σημαντικό είναι τα τμήματα της κλασικής πόλης του Θορικού, που έχουν ανασκαφεί από το 1963 από Βέλγους αρχαιολόγους, και ειδικότερα της βιοτεχνικής της συνοικίας.
Μεταξύ άλλων βρέθηκε εργαστήριο καθαρισμού και πλυσίματος του μεταλλεύματος, που αποτελείται από περίπλοκο σύστημα δεξαμενών και αγωγών και το οποίο ήταν σε χρήση μέχρι τα τέλη του 5ου π.X. αιώνα. Τέλος, από το νεκροταφείο της πόλης ανασκάφηκαν συνολικό 72 τάφοι, γεωμετρικών, αρχαϊκών και κλασικών χρόνων.




ΘΟΡΙΚΟΣ


Ο Θορικός ήταν στην αρχαιότητα μια από τις σημαντικές πόλεις της Αττικής που βρίσκεται στα νοτιοανατολικά της παράλια, μισή ώρα βόρεια του Λαυρίου και την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, ίδρυσε ο Κέκρωψ. Ήταν χτισμένος στον βόρειο μυχό του κόλπου, στα ριζά του εκεί λόφου Βελατούρι και στον προς τα δυτικό ομαλό χώρο.

Τα παλαιότερα ίχνη κατοίκησης ανήκουν ίσως στα νεολιθικά χρόνια (αρχές 3ης χιλιετίας). Ήδη στη ΜΕ εποχή (1900-1600 π.χ.) οι κάτοικοι του Θορικού γνώριζαν και ασκούσαν την επεξεργασία των μεταλλευμάτων του Λαυρίου. Τη μυκηναϊκή εγκατάσταση στον χώρο επιβεβαιώνουν δύο θολωτοί τάφοι, στους οποίους υπάρχουν σαφή ίχνη ηρωολατρίας κατά την αρχαϊκή εποχή. Στα γεωμετρικά χρόνια υπήρχε οικισμός και νεκροταφείο, Στα κλασικά και στα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια ήταν σημαντικό οχυρό των Αθηναίων. Σύμφωνα με τη μυθική παράδοση, που μάλλον αντανακλά ιστορικά γεγονότα, πριν από τον Θησέα αποτελούσε ξεχωριστό δήμο όπου ο Ερεχθεύς είχε κάνει βασιλιά τον γαμπρό του Κέφαλο. Επί Κλεισθένους έγινε δήμος της Ακαμαντίδος φυλής. Ήταν κέντρο εμπορικής κίνησης στο οποίο συγκεντρωνόταν η ξυλεία των γύρω δήμων.
Τον Θορικό δεν τον αναφέρει καθόλου ο Παυσανίας, γιατί είχε τελείως παρακμάσει στην εποχή του. Ήδη από τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα είχαν εμφανιστεί σοβαρό σημάδια παρακμής, που οφείλονται ίσως στις πολλαπλές ήττες της Αθήνας. Μια αναλαμπή τον 4ου π.Χ. αιώνα αποτέλεσε πρόσκαιρη αναβίωση της οικονομικής άνθησης της πόλης, που παράκμαζε σταθερά μετά την εξάντληση των εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων του Λαυρίου και την υποτίμηση του αργύρου τον 4ο π.Χ. αιώνα.
Ο Πομπώνιος ο Μέλας, ο οποίος έζησε κατά το πρώτο μισό του 1ου μ.Χ. αιώνα, υποστηρίζει ότι ο Θορικός και η Βραυρώνα ήταν κάποτε πόλεις, ήδη δε παρέμειναν ονομασίες μόνο, πράγμα που μας κάνει να συμπεραίνουμε ότι κατά την εποχή εκείνη ο Θορικός ήταν εγκαταλελειμμένος και κατεστραμμένος. Στη μέση της χερσονήσου που χωρίζει τον βόρειο όρμο (Φραγκολίμανο) από τον νότιο (το κυρίως λιμάνι του Θορικού) υπάρχουν «φτωχά» λείψανα ενός φρουρίου που είχαν χτίσει οι Αθηναίοι στο τέλος του 5ου π.Χ. αιώνα για να προστατεύουν τα πλοία που θα περνούσαν από εκεί αν υπήρχε ανάγκη.


Το οχυρό μπορούσε να χρησιμεύει και ως ακρόπολη του Θορικού, ο οποίος βρισκόταν 1 χλμ. δυτικότερα. Εκεί υπάρχουν σημαντικά λείψανα του θεάτρου, προσιτά από τη θέση όπου ο σημερινός δημόσιος δρόμος στρέφεται προς νότια με κατεύθυνση προς τον Κυπριανό και το Λαύριο, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 3.5 περίπου χλμ. από το θέατρο. Το Θορικό όπως και πολλοί άλλοι αρχαιολογικοί χώροι της Ανατολικής Αττικής βρίσκονται σήμερα σε κακή κατάσταση, από άποψη συντήρησης.Τα τελευταία έτη είχε ξεκινήσει μία προσπάθεια αποκατάστασης του κάτω διαζώματος του θεάτρου, αλλά και της κατασκευής βοηθητικών κτισμάτων. Όμως δεν ολοκληρώθηκε ακόμη.



ΟΒΡΙΟΚΑΣΤΡΟ


Σε μικρή απόσταση νοτίως της καμπής της Κοιλάδας Ποτάμι, προς νότο υψώνεται ο λόφος Οβριόκαστρο, του οποίου η κορυφή βρίσκεται 315 μ. υψηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας.
Παλαιότερα ήταν κατάφυτος. Οι πλαγιές του λόφου είναι σχετικά απότομες, με εξαίρεση εκείνη που βλέπει προς τα βορειοδυτικά, δηλαδή προς την Κερατέα, όπου η κλίση του εδάφους είναι, συγκριτικά, λιγότερο έντονη, Ο λόφος δεσπόζει στην περιοχή, από δε την κορυφή του μπορεί κανείς να παρατηρεί κυκλικά την Κοιλάδα Ποτάμι και τα βουνά της βόρειας Λαυρεωτικής, όλη σχεδόν την έκταση μέχρι τον κόλπο της Αναβύσσου καθώς και τον Σαρωνικό, την πεδιάδα που απλώνεται μέχρι το Πάνειον όρος και την Κερατέα, μεγάλο μέρος των Μεσογείων μέχρι τους πρόποδες του Υμηττού και της Πεντέλης, τους χαμηλούς λόφους μέχρι το Μαυροβούνι και την Μερέντα στα βόρεια, καθώς και το νότιο Ευβοϊκό στα ανατολικά, όπου υπάρχουν οι όρμοι Κακή Θάλασσα και Δασκαλιό. Ο λόφος γενικά, λόγω της θέσης και της μορφής του, έχει σαφώς σημασία στρατηγική. Στη νότια πλαγιά του λόφου -που είναι και η πλέον επικλινής- βρέθηκαν στην επιφάνεια του εδάφους άφθονα τεμάχια (όστρακα) προϊστορικών αγγείων καθώς και πολλούς οψιανούς. Όλα παραδόθηκαν εν συνεχεία στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λαυρίου.
Τα αγγεία ανήκουν στην Τελική Νεολιθική περίοδο (3.500 -3.000 π.Χ.), και στην Πρωτοελλαδική Ι (3.000 - 2.800), ένα δε απ' αυτά στη Μεσοελλαδική (2.000 - 1.600). Οι οψιανοί είναι θραύσματα εργαλείων, διάφορες λεπίδες, μικρές αιχμές βελών και πολλά απολεπίσματα. Στην ίδια πλαγιά ανακαλύφθηκαν επίσης δύο ορύγματα που είναι πιθανότατα τα στόμια μικρών υπογείων μεταλλευτικών στοών, δηλαδή γαλαρίες. Επιφανειακά ερείπια κτισμάτων της Προϊστορικής περιόδου δεν εντοπίστηκαν. Στο ανώτερο μέρος του λόφου σώζονται τα ερείπια ενός αρχαίου οχυρού (κάστρου), σ' αυτά δε οφείλεται, όπως είναι ευνόητο, η ονομασία του. Το οχυρό ορίζεται από τείχος που είναι κτισμένο με ακανόνιστους πλακοειδείς, ως επί το πλείστον, λίθους, διαφόρων μεγεθών, με τη μέθοδο της ξερολιθιάς. Ο χώρος που περικλείει, έχει σχήμα ωοειδές με διαμέτρους 120 μ. τη μεγάλη και 70 περίπου τη μικρή. Το πάχος του τείχους είναι 1,60 μ. περίπου, το δε σωζόμενο ύψος του κυμαίνεται γύρω στο 1 μ. Κατά το βορειοδυτικό τμήμα του περιβόλου των τειχών σώζεται πύλη πλάτους 2,20 μ., που προστατεύεται από δύο ορθογώνιους εξωτερικούς πύργους, ένα σε κάθε πλευρά της. Το πλάτος του κάθε πύργου φθάνει τα 3,50 μ.Κατά τη δυτική πλευρά του οχυρού υπάρχει ένα εκτεταμένο προτείχισμα που επεκτείνει τον οχυρωμένο χώρο προς τα δυτικά κατά ίση σχεδόν έκταση με εκείνη που είχε αρχικά. Το προτείχισμα έχει κατασκευασθεί με τρόπο και με υλικά που είναι ίδια με εκείνα του τείχους του κυρίως οχυρού, το πάχος του όμως είναι κατά τι μικρότερο και κυμαίνεται γύρω στο 1 μ. Σε ορισμένα τμήματα του είναι κατεστραμμένο. Κατά το βορειοδυτικό τμήμα του προτειχίσματος υπάρχει άνοιγμα πύλης, το οποίο όμως δεν προστατεύεται από πύργους. Η πύλη αυτή βρίσκεται σε αξονική αντιστοιχία με την πύλη του τείχους.

Σήμερα, το εσωτερικό του οχυρού αλλά και του προτειχίσματος καλύπτεται από πυκνή βλάστηση σχίνων και άλλων θάμνων, με αποτέλεσμα η επιφάνεια του εδάφους σε μεγάλη έκταση να μην είναι ορατή. Παρά ταύτα, από αυτά που φαίνονται εδώ και εκεί, είναι σαφές, ότι στο κυρίως οχυρό τουλάχιστον υπάρχουν ερείπια κτιρίων, διαφόρων μεγεθών και τύπων, που θα χρησίμευαν ασφαλώς για τη διαμονή εκείνων, που έμεναν εκεί μονίμως ως φρουρά ή μόνο σε περίπτωση κινδύνου εχθρικών επιδρομών. Παρόμοια ερείπια υπάρχουν επίσης και κατά το δυτικό (το χαμηλότερο) τμήμα του χώρου που περικλείει το προτείχισμα καθώς και έξω από το κυρίως οχυρό, σε μικρή απόσταση από τη νότια πλευρά του.
Στον περιτειχισμένο χώρο, γενικά, μπορεί κανείς να βρει σποραδικά θραύσματα αγγείων και τεμάχια κεραμίδων, που δείχνουν ότι το οχυρό θα πρέπει να οικοδομήθηκε κατά τους τελευταίους Ελληνιστικούς ή κατά τους πρώτους Ρωμαϊκούς χρόνους.


Για το είδος και την ακριβή χρονολόγηση του οχυρού δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Οι ειδικοί έχουν
διατυπώσει κατά καιρούς διάφορες απόψεις για το Οβριόκαστρο, επικρατέστερη όμως κατά τη γνώμη μας είναι εκείνη του Αμερικανού αρχαιολόγου Ε. Vanderpool, σύμφωνα με τον οποίο το οχυρό κατασκευάσθηκε ίσως από τους δούλους των μεταλλείων του Λαυρίου κατά τα τέλη του Β' αι. π.Χ. Την εποχή αυτή ξέσπασαν μεγάλες επαναστάσεις εναντίον των Ρωμα επαναστατική δε κίνηση έφθασε και στην Ελλάδα, η οποία τότε είχε ήδη κατακτηθεί πλήρως από τους Ρωμαίους. Το 134 π.Χ., σύμφωνα με τον Αθηναίο, οι δούλοι των μεταλλείων του Λαυρίου επαναστάτησαν, κατέλαβαν το οχυρό του Σουνίου και λεηλατούσαν την Αττική επί τέσσερα περίπου χρόνια. Οι επαναστάτες βέβαια κατέχοντας μόνο το οχυρό του Σουνίου ήταν ασφαλούς ευάλωτοι, φαίνεται λοιπόν ότι έκτισαν εν τάχη και ένα δεύτερο οχυρό στην κορυφή του στρατηγικού λόφου του Οβριόκαστρου, ακριβώς για να μπορούν (α) να ελέγχουν την κύρια χερσαία οδό που οδηγούσε από την Αθήνα προς το λιμάνι του Θορικού και προς το Σούνιο, (β) να επιτηρούν τις κινήσεις των αντιπάλων τους και (γ) να προβάλλουν μια πρώτη άμυνα σε περίπτωση επίθεσης. Οι οριστικές απαντήσεις σ' αυτές τις υποθέσεις θα δοθούν φυσικά μόνο με την ανασκαφική έρευνα του οχυρού, η οποία ασφαλώς
θα ρίξει φως και σε άλλα θέματα της τοπικήςιστορίας.


Λόγω των αρχαιοτήτων του, ο λόφος Οβριόκαστρο περιλαμβάνεται εξ ολοκλήρου μέσα στον κηρυγμένο ευρύτερο Αρχαιολογικό Χώρο της Λαυρεωτικής, το δε αρχαίο οχυρό έχει ενταχθεί μέσα στην Ζώνη Α του χώρου (ΦΕΚ 1.070/τευχ. Β/1-6-1995). Μέσα σ' αυτή τη Ζώνη, που είναι απολύτου προστασίας, δεν επιτρέπεται οιαδήποτε κατασκευή ή αλλοίωση. Η ίδια περίπου απαγόρευση ισχύει σύμφωνα με το Νόμο και για μια έκταση ακτίνας 500 μέτρων γύρω από το αρχαίο οχυρό.
Τα στοιχεία προέρχονται από την ανακοίνωση των αρχαιολόγων Ευάγγελου Κακαβογιάννη και της Ολγας Κακαβογιάννη, «Τα μνημεία της περιοχής οβριοκάστρου του Δήμου Κερατέας», Δ' επιστημονική συνάντηση ΝΑ Αττικής, Καλύβια Αττικής, 1-3 Δεκεμβρίου 1989.







ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ


Τα πιο σημαντικά πανηγύρια της πόλης είναι:

A) της Αγίας Τριάδας όπου γιορτάζει η ομώνυμη εκκλησία στην είσοδο της πόλης. Στο πανηγύρι αυτό συρρέει πλήθος κόσμου απ’ όλα τα χωριά των Μεσογείων και της Λαυρεωτικής στην παραδοσιακή βόλτα στην λεωφόρο Αθηνών – Σουνίου.

B) της Παναγίας Γκαρικά (της Ζωοδόχου πηγής) με το έθιμο του κορμπανιού. Την παραμονή της γιορτής της Ζωοδόχου Πηγής αρχίζει η προετοιμασία για το βράσιμο του κρέατος (προσφορά των κατοίκων είτε ως τάμα, είτε ως απλή δωρεά) σε μεγάλα καζάνια, το οποίο θα ξεκινήσει τις πρώτες πρωινές ώρες. Μετά το πέρας της Θ. Λειτουργίας το φαγητό μοιράζεται στους πιστούς και ακολουθεί γλέντι στον αυλόγυρο του ναού με συγκροτήματα Δημοτικών τραγουδιών. Πρόκειται για ένα έθιμο που οι ρίζες του βρίσκονται στην αρχαία ελληνική περίοδο και που συνδέεται τόσο με την λατρεία του Δωδεκάθεου, όσο και με τις Διονυσιακές τελετές. Με το πέρασμα των χρόνων και την χριστιανική θρησκεία, το συγκεκριμένο έθιμο υπέστη αλλαγές, χωρίς ωστόσο να χάσει την ουσία του.
Φορείς όπως ο Σύνδεσμος Πνευματικής και Κοινωνικής Δραστηριότητας (Χρυσή Τομή), το Λύκειο Ελληνίδων, ο Λαογραφικός Όμιλος Απόλλων οργανώνουν πλήθος πολιτιστικών εκδηλώσεων κατά την διάρκεια όλης της χρονιάς.Στην Κερατέα πρόσφατα ιδρύθηκε και Σύλλογος για την διάδοση και διάσωση της παραδοσιακής τέχνης του Κοπανελιού.
Γ) του Αγίου Δημητρίου ( Πολιούχου της πόλης) την 26ης Οκτωβρίου
Δ) των Αγίων Αναργύρων στο οικισμό Πλάκα Κερατέας και πολλά άλλα μικρότερης εμβέλειας.Επίσης, το καλοκαίρι διοργανώνεται από το Δήμο Κερατέας και τον Μελισσοκομικό Συνεταιρισμό, το Πανελλήνιο Φεστιβάλ Μελιού. Το Φεστιβάλ για πρώτη φορά πραγματοποιήθηκε στις 30 Ιουλίου ως 1 Αυγούστου το 1999. Κορυφαίο γεγονός της εκδήλωσης η επίδειξη του Αμερικάνου καθηγητή εντομολογίας γητευτή των μελισσών Νόρμαν Γκάρι που με φερμόνη στο σώμα του προσελκύει τη μέλισσα και με κλαρίνο, φλάουτο και σαξόφωνο παίζει τζαζ για το κοινό. Στο Φεστιβάλ Μελιού παρουσιάζονται συναυλίες παραδοσιακής και έντεχνης μουσικής και υπάρχουν περίπτερα μελισσοπαραγωγών της περιοχής.















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου